Της Χρυσάνθης – Ίριδας Ανεμογιάννη,
Η σημερινή κουλτούρα είναι προσκολλημένη σε «παράλογες» θετικές προσδοκίες. Γίνε πιο υγιής. Γίνε πιο ευτυχισμένος. Γίνε πιο πλούσιος. Γίνε πιο έξυπνος, πιο γνωστός, πιο επιτυχημένος, πιο γρήγορος, πιο καλός, και όλα τα «πιο» μαζί. Όλες οι συνηθισμένες συμβουλές για τη ζωή εστιάζουν συνήθως σε πράγματα τα οποία δεν έχουμε, τονίζοντάς τα και κάνοντάς μας να τα θεωρούμε ως προσωπικές αδυναμίες και αποτυχίες.
Και πώς θα το αποφύγουμε αυτό; Ακολουθώντας την πεπατημένη. Η οποία πεπατημένη, βέβαια, δεν υπάρχει, καθώς δεν είναι ίδια για όλους. Και πού βασίζεται αυτό; Στην εμπειρία· την έτοιμη γνώση, τη δοκιμασμένη. Στην εμπειρία κάποιου άλλου, όμως, σχετικά με τη δική του ζωή, σε μία άκρως μοναδική κατάσταση, πιθανώς ανεπανάληπτη, με την πραγματική, φανταστική ή υπαινισσόμενη παρουσία άλλων προσώπων, σε ορισμένο τόπο και χρόνο -παρελθοντικό-, με συμπεριφορά που καθορίζεται από προσωπικές αξίες, συναισθήματα και σκέψεις, τα οποία και αυτά επηρεάζονται από την κατάσταση τη δεδομένη χρονική στιγμή.
Πολλές φορές, η δύναμη της κατάστασης είναι πολύ πιο ισχυρή από την ίδια την προσωπικότητα του ατόμου. Έτσι, η συμπεριφορά του καθενός είναι ουσιαστικά συνάρτηση της επίδρασης που ασκεί το περιβάλλον τη δεδομένη στιγμή και της προσωπικότητάς του και αυτό σε συνδυασμό με την εκάστοτε κοινωνική παρουσία.
Γίνεται αντιληπτό, λοιπόν, πως όσο σταθερή και αν είναι η προσωπικότητα κάποιου, αυτό δεν μπορεί να καθορίσει και τη στάση-συμπεριφορά του απέναντι στις διάφορες καταστάσεις. Ακόμα, και αν μία κατάσταση στο ίδιο άτομο φαίνεται γνωστή, η προϋπάρχουσα εμπειρία δεν μπορεί να εγγυηθεί για τον τρόπο που θα εξελιχθεί. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για διαφορετικό άτομο.
Η γνώση, δεν μπορεί να προέρχεται από μία απλή ανταλλαγή εμπειριών. Ούτε μπορεί να βασιστεί σε αυτές, ούτε να καθοριστεί από αυτές. Μπορεί απλά να δημιουργήσει μία προκατειλημμένη στάση. Η σύγχρονη κοινωνία, όπως είναι διαμορφωμένη, προσπαθεί συνεχώς να προωθεί το πόσο καλύτερη είναι η ζωή κάποιου άλλου σε σχέση με τη δική μας, καλλιεργώντας γενιές ανθρώπων που τρομάζουν μπροστά σε αρνητικές εμπειρίες, οι οποίες φαίνονται άχρηστες. Αυτό μας οδηγεί να αντιμετωπίζουμε τις περισσότερες καταστάσεις, είτε μεγαλοποιώντας τον εαυτό μας είτε μεγαλοποιώντας τους άλλους και τη συνθήκη που βιώνουμε. Και όλα αυτά, για να μην βιώσουμε την ίδια άσχημη εμπειρία που έζησε κάποιος άλλος.
Πλέον, δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι μπορεί τα πράγματα να μην είναι όπως θέλουμε, αλλά αυτό δεν πειράζει. Η αποδοχή αρνητικών εμπειριών είναι μία θετική εμπειρία. Το μέτρο της προσωπικής αξίας κάποιου, δεν είναι το πώς βιώνει τις θετικές του εμπειρίες, αλλά το πώς νιώθει για τις αρνητικές του εμπειρίες. Έτσι, λοιπόν, μία «έτοιμη» εμπειρία είναι σίγουρα χειρότερη από μία «αρνητική» εμπειρία, καθώς απλά θα δημιουργήσει μια προκατειλημμένη στάση απέναντι σε μία κατάσταση, που θα αποτρέψει το άτομο από το να την αντιμετωπίσει, με το φόβο να μην αποτύχει και βιώσει μία εξίσου αρνητική εμπειρία.