Tου Ιωάννη Φίλιου,
Αποτελεί αναντίρρητο γεγονός πως ορισμένα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαπνέονται από μία, σαφώς, συντηρητικότερη πεποίθηση αναφορικά με το προσφυγικό-μεταναστευτικό ζήτημα. Για παράδειγμα, χώρες όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία τείνουν, τουλάχιστον σε επίπεδο ρητορικής και πολιτικής επικοινωνίας, να «ριζοσπαστικοποιούν» τον λόγο τους και να φαίνονται απρόθυμες να χειριστούν και να εργαστούν για το μεταναστευτικό με μια περισσότερο ανθρωπιστική και πολιτικά συναινετική προσέγγιση. Παρά ταύτα, δεν ήταν πλείστες οι φορές που επετεύχθη ένα είδος συμβιβασμού, κυρίως λόγω των πιέσεων της Ένωσης και των άλλων κρατών-μελών.
Πιο αναλυτικά, η Ουγγαρία μέσω της ψήφισης ενός νομοσχεδίου που κατατέθηκε στο Κοινοβούλιο και ψηφίστηκε επιτυχώς το 2018, ποινικοποιεί την οργανωμένη παροχή συνδρομής στους αιτούντες διεθνή προστασία και άσυλο, οι οποίοι δεν πληρούν τα εθνικά κριτήρια για τη χορήγηση της συγκεκριμένης προστασίας. Η ανταπόκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν άμεση, καθώς μέσω του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου παρέπεμψε την υπόθεση στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε λίγες μέρες πριν τη σχετική απόφαση. «Η ποινικοποίηση τέτοιων δραστηριοτήτων προσκρούει στην άσκηση των δικαιωμάτων που προστατεύει ο νομοθέτης της Ε.Ε. όσον αφορά στη συνδρομή των αιτούντων διεθνή προστασία», ανέφερε σχετικά στην αναφορά του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, κηρύττοντας παράνομο το υπό εξέταση νομοσχέδιο.
Στο ίδιο μήκος κύματος, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο αναφέρει ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα οργάνωσης καθίσταται ποινικά κολάσιμη και πως οι Ουγγρικές αρχές έχουν υπερβεί και παραβιάσει το Δίκαιο της Ένωσης. Συνεχίζει αναφέροντας πως «η ποινικοποίηση της δραστηριότητας αυτής παρεμποδίζει την άσκηση των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται από τον νομοθέτη της Ε.Ε. σε σχέση με την παροχή βοήθειας προς τους αιτούντες διεθνή προστασία».
Επιπροσθέτως, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ένοχη την Πολωνία σχετικά με τις διατάξεις του κράτους δικαίου και την αμεροληψία της δικαιοσύνης. Αναλυτικότερα, η δημοσιευμένη αναφορά του δικαστηρίου στοιχειοθετεί την παραπάνω απόφαση, αναφέροντας πως: «Το Δίκαιο της Ένωσης αντιτίθεται στο καθεστώς που ισχύει στην Πολωνία, στο πλαίσιο του οποίου ο Υπουργός Δικαιοσύνης, o οποίος είναι συγχρόνως και ο Γενικός Εισαγγελέας, να μπορεί να αποσπά δικαστές σε ανώτερα ποινικά δικαστήρια και να θέσει τέρμα στην απόσπαση ανά πάσα στιγμή χωρίς αιτιολογημένη απόφαση».
Η συγκεκριμένη απόφαση στοχεύει στην απεμπόληση του ελέγχου της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική, βασικό στοιχείο της διάκρισης των εξουσιών στις δημοκρατίες. Με τον τρόπο αυτό, η Ένωση επιχειρεί να συμβάλλει στην αμεροληψία της δικαιοσύνης από πολιτικούς φορείς και λοιπές ομάδες συμφερόντων.
Τόσο η Ουγγαρία όσο και η Πολωνία καλούνται να σεβαστούν και να συμμορφωθούν με τις αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε άλλη περίπτωση, και αν η Επιτροπή θεωρεί ότι το κράτος μέλος δε συμμορφώθηκε προς την απόφαση, μπορεί να ασκήσει νέα προσφυγή, ζητώντας την επιβολή χρηματικών κυρώσεων.
Καταληκτικά, είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς πως και παρά τις συγκεκριμένες δυστοκίες που προκύπτουν ανάμεσα στην Ένωση και σε ορισμένα αντι-φιλελεύθερα, με την κοινωνική χροιά του όρου, καθεστώτα, η Ένωση δεν αντιμετωπίζει το μεταναστευτικό-προσφυγικό ζήτημα με μια ολιστική και συνεκτική προσέγγιση, γεγονός που αποδομεί τις όποιες ατελείς προσπάθειές της. Απότοκο των συγκεκριμένων πολιτικών είναι η επιβάρυνση και ο επιμερισμός όλων των καθηκόντων στα κράτη πρώτης υποδοχής στο υπογάστριο τμήμα της Ευρώπης.
EΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Καταδίκη της Ουγγαρίας για την ποινικοποίηση της οργανωμένης παροχής συνδρομής στους αιτούντες διεθνή προστασία που δεν πληρούν τα εθνικά κριτήρια για τη χορήγηση τέτοιας προστασίας, Lawspot, διαθέσιμο εδώ
- Καθιστώντας ποινικά κολάσιμη τη δραστηριότητα οργάνωσης η οποία αποσκοπεί στη διευκόλυνση της κίνησης διαδικασίας διεθνούς προστασίας από άτομα που δεν πληρούν τα εθνικά κριτήρια για τη χορήγηση τέτοιας προστασίας, η Ουγγαρία παραβίασε το δίκαιο της Ένωσης, Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διαθέσιμο εδώ