Της Ιωάννας Γιαβρούτα,
Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, οι Βρετανοί ενδιαφέρθηκαν να κατακτήσουν την Zululand. Συγκεκριμένα, το 1879 άρχισε ο πόλεμος μεταξύ Αγγλίας και του Βασιλείου των Ζουλού. Πρόκειται για έναν σκληρό πόλεμο, διάρκειας έξι μηνών, κατά τον οποίο έλαβαν χώρα κάποιες αποφασιστικές μάχες. Η πρώτη μάχη που δόθηκε ήταν αυτή της Isandlwana που κατέληξε σε ήττα των Άγγλων.
Το 1874, ο Επίτροπος των Βρετανικών Αποικιών, Λόρδος Carnarvon, ήθελε να προσαρτήσει τις περιοχές της Νοτίου Αφρικής σε μια κοινή βρετανική αποικία. Εκείνη την εποχή είχαν ανακαλυφθεί τεράστιες ποσότητες διαμαντιών στην περιοχή και οι Βρετανοί ήθελαν να τις εκμεταλλευτούν, βάζοντας τον πληθυσμό της περιοχής να εργάζεται υπό άθλιες συνθήκες στα ορυχεία. Όμως, εμπόδιο σ’ αυτή τη βρετανική βλέψη στεκόταν η Ανεξάρτητη Δημοκρατία του Transvaal και το Βασίλειο των Ζουλού. Εντούτοις, η Βρετανία κατάφερε να κατακτήσει τη Δημοκρατία του Transvaal, προσφέροντάς τους προστασία από την απειλή των Ζουλού.
Από την άλλη, ο βασιλιάς των Ζουλού, Cetshwayo, το 1872 δεν ήταν πρόθυμος να παραδοθεί στη βρετανική ηγεμονία και γι’ αυτό, συγκέντρωσε έναν ικανό στρατό από 40.000 έως 60.000 άνδρες. Προτού τα δύο στρατόπεδα οδηγηθούν στη μάχη, προηγήθηκαν κάποιες διαπραγματεύσεις. Το 1877, ο Sir Henry Frere, ένας Βρετανός αποικιακός διαχειριστής ή Ύπατος Αρμοστής, στάλθηκε στο Cape Town, με το καθήκον να ενώσει τη Νότια Αφρική κάτω από μια κοινή βρετανική αποικία.
Ο Πόλεμος των Ζουλού, όπως και τόσες πολλές αυτοκρατορικές συγκρούσεις του 19ου αιώνα, δεν εγκρίθηκε από τη Βρετανική Κυβέρνηση. Αντίθετα, η Βρετανική Κυβέρνηση των Tories του Benjamin Disraeli, που ήταν απασχολημένη με τη ρωσική απειλή για την Κωνσταντινούπολη και το Αφγανιστάν, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποφύγει μια μάχη. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνει και ο Sir Michael Hicks Beach, αντικαταστάτης του Λόρδου Carnarvon, τον Νοέμβριο του 1878. Σύμφωνα με τον τελευταίο, οι εξελίξεις στην Ανατολική Ευρώπη και την περιοχή της Ινδίας δεν επέτρεπε στις βρετανικές δυνάμεις να δημιουργήσουν ένα νέο πολεμικό μέτωπο με τους Ζουλού.
Ωστόσο, ο Frere κατέληξε σύντομα στο συμπέρασμα ότι η Ένωση των Δημοκρατιών των Boers, των ανεξάρτητων κρατών και των βρετανικών αποικιών δεν ήταν εφικτή έως ότου ηττηθεί το ισχυρό βασίλειο των Ζουλού στα σύνορά του. Τότε τον Δεκέμβριο του 1879, ο Βρετανός Ύπατος, πήρε την κατάσταση στα χέρια του κι έδωσε τελεσίγραφο στον βασιλιά των Ζουλού, σύμφωνα με το οποίο έπρεπε οι Ζουλού να διαλύσουν τον στρατό τους εντός 30 ημερών και να πληρώσουν κάποιες υποτιθέμενες αποζημιώσεις. Φυσικά, δεν υπάκουσαν οι Ζουλού. Ο βασιλιάς των τελευταίων έστειλε απεσταλμένους στο Natal, με την ελπίδα να αποφύγει εχθροπραξίες, αλλά οι Βρετανοί αδιαφορήσαν. Τα βρετανικά στρατεύματα πέρασαν από τον ποταμό Buffalo στη Zululand και επιτέθηκαν τον Ιανουάριο του 1879, υπό την ηγεσία του Λόρδου Chelmsford, χωρίς, όμως, οι Βρετανικές δυνάμεις να λάβουν τις απαραίτητες προφυλάξεις στη διάρκεια της επίθεσης. Για παράδειγμα, αγνόησαν τις εξαιρετικά δύσκολες καιρικές συνθήκες. Ένα σημαντικό, επίσης, λάθος των Βρετανών ήταν ότι υποτίμησαν τους αντιπάλους τους, που ήταν οπλισμένοι μόνο με ένα παραδοσιακό δόρυ.
Αρχικά, η πολιτική του Cetshwayo (που θεωρούσε τους Βρετανούς φίλους του) ήταν ο στρατός του να μην επιτεθεί, αλλά να κρατήσει αμυντική θέση, σε αυτόν τον απροσδόκητο πόλεμο, επιθυμώντας, παράλληλα, μια διαπραγμάτευση με το αντίπαλο στρατόπεδο. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν έγινε και στις 22 Ιανουαρίου, όταν ο Chelmsford επιτέθηκε, άφησε το ένα τρίτο της δύναμής του αμέτοχο (χωρίς προστατευτική δομή). Οι Ζουλού απάντησαν στην επίθεση. Συγκεκριμένα, ο Catshwayo, μετά από ενημέρωση των κατασκόπων του, συγκέντρωσε στρατό 20.000 ανδρών. Αφού τους προετοίμασε και τους τάισε καλά, τους έδωσε την εντολή να ριχθούν στη μάχη. Στις 21 Ιανουαρίου έφτασαν σε μια κοιλάδα στο όρος Nqtum, όπου παρέμειναν κρυμμένοι.
Από την άλλη, ο Λόρδος Chelmsford και ο στρατός του βρίσκονταν στην Isandlwana από τις 16 Ιανουαρίου. Εκεί, διαπίστωσαν ότι είχαν καλό οπτικό πεδίο, αλλά υπήρχε ένα δύσκολο σημείο, τα βαθιά Doncaster (ξηρά υδάτινα ρεύματα). Κάποιοι Boers, που ήταν φιλικοί προς τους Βρετανούς, ενημέρωσαν τον Chelmsford σχετικά με την εξαιρετική στρατηγική και πολεμική ικανότητα των Ζουλού. Ύστερα από κάποιες συζητήσεις και διαφωνίες που μεσολάβησαν στο βρετανικό στρατόπεδο, στις 21 Ιανουαρίου μια ομάδα ανίχνευσης ανακάλυψε μια δύναμη Ζουλού, περίπου 12 μίλια από την Isandlwana. Μετά από αυτό, ο Chelmsford χώρισε τις δυνάμεις του, πράγμα το οποίο οι Ζουλού εκμεταλλεύτηκαν, γιατί ήταν πιο εύκολο να επιτεθούν σε μια αδύναμη και διαχωρισμένη ομάδα.
Η κυρία επίθεση έγινε το μεσημέρι, όταν 20.000 Ζουλού επιτέθηκαν μαζικά και οργανωμένα, με αποτέλεσμα οι Βρετανοί στρατιώτες να περικυκλωθούν πριν προλάβουν να αντιδράσουν. Παρά πολλοί σκοτώθηκαν. Έπειτα από μια ώρα σφοδρής μάχης, δεν έμεινε ούτε ένας Βρετανός. «Οι Βρετανοί σκοτώθηκαν από τους Ζουλού με πολύ ανατριχιαστικό τρόπο», αναφέρει ένας ανταποκριτής της Daily News, ο οποίος συνόδευσε μια αποστολή για την ταφή των νεκρών τέσσερις μήνες μετά τη μάχη.
Και τα πέντε τμήματα του στρατού νικήθηκαν κατά κράτος από τους Ζουλού. Οι Βρετανοί υπέστησαν σοβαρή ήττα με 1.300 περίπου δικούς τους στρατιώτες να τραυματίζονται και να σκοτώνονται. Το ίδιο συνέβη και στο όρος Hlobane. Ένα μήνα μετά τη μάχη, μόνο ένα τμήμα του στρατού παρέμεινε ακέραιο, αλλά δε μπορούσε να συνεχίσει τον πόλεμο χωρίς ενισχύσεις. Γι’ αυτό και ο Chelmsford διέταξε υποχώρηση. Η Μάχη της Isandlwana ήταν η πρώτη και η πιο αιματηρή, καταλήγοντας σε μια ντροπιαστική ήττα για τους Βρετανούς.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- britannica.com, Battles of Isandlwana and Rorke’s Drift. Διαθέσιμο εδώ
- history.co.uk, The battle of Isandlwana and the Anglo-Zulu War of 1879. Διαθέσιμο εδώ