Της Παναγιώτας Λούπα,
Η περίοδος 1936-1941 χαρακτηρίζεται ως μία εποχή τρομοκρατίας στο εσωτερικό της Σοβιετικής Ένωσης, με τα θύματα του κρατικού μηχανισμού να προέρχονται από το σύνολο των κοινωνικών στρωμάτων. Οι κατηγορίες που τους προσάπτονταν ήταν ότι αποτελούσαν εχθρούς του λαού, επαναστάτες, κατασκόπους, εγκληματίες και προδότες της χώρας. Διωγμοί, εξορίες, φυλακίσεις, εκτελέσεις, καταναγκαστικές εργασίες ύστερα από ανοιχτές ή κλειστές δίκες, ήταν μερικές από τις βασικές ποινές που έλαβαν τεράστια έκταση και ήταν σημαντικά στοιχεία του σταλινικού μοτίβου άσκησης της εξουσίας. Θύματα της τρομοκρατίας ήταν ακόμη και πρόσωπα, τα οποία είχαν επισκεφτεί μία ξένη χώρα ή διέθεταν μία οποιαδήποτε επαφή με το εξωτερικό. Ακόμα, συλλαμβάνονταν τυχαίοι πολίτες, καθώς και άτομα τα οποία ανήκαν σε όλες τις κατηγορίες των ανθρώπων του πνεύματος, όπως συγγραφείς, ζωγράφοι, σύνθετες.
Για τις λεγόμενες μεγάλες δίκες συλλαμβάνονταν πρόσωπα, τα οποία παρέμβαιναν το άρθρο του ποινικού κώδικα σχετικά με τα αντεπαναστατικά εγκλήματα. Αντεπαναστατικά εγκλήματα θεωρούνταν διάφορες κατηγορίες, όπως η συνωμοσία, η δολιοφθορά, η κατασκοπεία, η παράνομη διέλευση συνόρων, αλλά και μικρότερης σημασίας εγκλήματα, όπως ήταν οι μικροκλοπές, ο χουλιγκανισμός, ακόμα και οποιαδήποτε προφορική αναφορά με την οποία κατακρίνονταν το ισχύον καθεστώς.
Η αφορμή, που γέννησε όλη αυτή την τεράστια σειρά τρομοκρατίας και εκκαθαρίσεων, ήταν η δολοφονία του πρώτου γραμματέα της κομμουνιστικής οργάνωσης του Λένινγκραντ, του Sergei Kirov. Η δολοφονία του πραγματοποιήθηκε το 1934 και, όπως θεωρούν σήμερα οι περισσότεροι ιστορικοί, πιθανόν να έγινε υπό διαταγή του ίδιου του Joseph Stalin. Έως τη δολοφονία του βρισκόταν σε μία στενή κλίκα συνεργατών του Stalin, ωστόσο εναντιώνονταν έντονα στην πολιτική και το όραμα που ήθελε ο τελευταίος να ακολουθήσει. Ο Stalin λοιπόν, απαλλάχτηκε από έναν πολιτικό αντίπαλο και του έδωσε την αφορμή να επιδιώξει από ‘δω και πέρα την εκκαθάριση όλων των υπολοίπων πολιτικών αντιπάλων, όσων θεωρήθηκαν προδότες στο εσωτερικό του κόμματος.
Ο δολοφόνος του Kirov, αν και δεν αποκαλύφθηκε ότι στάλθηκε από τον Stalin, κατάφερε να εισχωρήσει στο γραφείο του με πλαστή ταυτότητα, η οποία έδειχνε πως ανήκε στο κομμουνιστικό κόμμα. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε ένα κλίμα τεράστιας ανασφάλειας και καχυποψίας και έδωσε την αφορμή για μία διαδικασία ταυτοποίησης των μελών του κομμουνιστικού κόμματος. Η διαδικασία αυτή ήταν τεράστια και διήρκησε μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε να αποκαλυφθούν οι τροτσκιστές και οι ζινοβιεφικοί, που θεωρήθηκε πως πιθανόν να κρύβονταν αυτοί πίσω από τη δολοφονία. Έτσι, αυτή η διαδικασία οδήγησε στη διαγραφή 250.000 μελών από το κομμουνιστικό κόμμα, καθώς τα 15.000 από αυτά κατηγορήθηκαν για έσχατη προδοσία.
Η μεγαλύτερη εκκαθάριση των μελών του κομμουνιστικού κόμματος έγινε κατά τη διετία 1936 με 1938, την περίοδο κατά την οποία επικεφαλής της κρατικής ασφάλειας ήταν ο Nikolay Yezhov. Στη διάρκεια αυτών των εκκαθαρίσεων εντάσσονται οι λεγόμενες «τρεις μεγάλες δίκες της Μόσχας» εναντίον των πιο σημαντικών στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος, των πιο σημαντικών συνοδοιπόρων για πολλές δεκαετίες του Λένιν και κατόχων αξιόλογων θέσεων στη Σοβιετική Ένωση. Αναφερόμαστε για τη «δίκη των 16» στις 19-24/8/1936, με βασικότερους κατηγορούμενους τους Grigory Zinoviev και Lev Kamenev, με την κατηγορία για προδοτική δράση για δολοφονία του Kirov και ότι δήθεν επιθυμούσαν να δράσουν τρομοκρατικά εναντίον του Stalin και να καταλάβουν διά της βίας την εξουσία.
Ακολούθησε η «δίκη των 17», στις 23 με 30/1/1937 του λεγόμενου αντί σοβιετικού τροτσκιστικού κέντρου. Σ’ αυτήν καταδικάστηκαν σε θάνατο με την κατηγορία για προδοσία του κράτους και της πατρίδας, για κατασκοπεία για τρομοκρατική δράση, για εκμετάλλευση της οικονομικής ισχύος της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς και για ανάπτυξη καπιταλιστικών ιδεών. Τον δικαστικό κύκλο έκλεισε η «δίκη των 21», στις 2-13/3/1938, όπου μέλη του αντι-σοβιετικού μπλοκ των δεξιών και των τροτσκιστών, με βασικούς κατηγορούμενους τους Nikolai Bukharin, Alexei Rykov και Genrikh Yagoda, κατηγορήθηκαν για κατασκοπεία σε συνεργασία με ξένους εχθρούς, με στόχο την πρόκληση επίθεσης κατά της Σοβιετικής Ένωσης, τον εδαφικό της ακρωτηριασμό και, κατά συνέπεια, την αντικατάσταση του κομμουνισμού με τον καπιταλισμό στο εσωτερικό του κράτους. Από αυτούς, τα 18 άτομα καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.
Σήμερα μπορούμε και γνωρίζουμε πολλές πληροφορίες για τις δίκες αυτές, διότι είχαν δημόσιο χαρακτήρα και πραγματοποιούνταν μπροστά σε ξένους ανταποκριτές με την παρουσία δημοσιογράφων. Όλες αυτές οι εκκαθαρίσεις συνεπάγονταν το τέλος του Λενινιστικού κόμματος, καθώς απομακρύνθηκαν από την εξουσία και από το κομμουνιστικού κόμμα όλοι όσοι για πολλές δεκαετίες ήταν πιστοί συνεργάτες του Vladimir Lenin, συνετέλεσαν στην Οκτωβριανή Επανάσταση και τη λήξη της τσαρικής Ρωσίας, αλλά, συγχρόνως, μπορούσαν να απειλήσουν την κυριαρχία του Stalin.
Θύματα αυτών των εκκαθαρίσεων δεν ήταν μόνο στελέχη του κομμουνιστικού κόμματος, αλλά και μέλη της κρατικής ασφάλειας και του στρατού. Όσον αφορά τον στρατό, είναι γεγονός ότι περισσότερα από 40.000 μέλη του «κόκκινου στρατού» συνελήφθησαν και καταδικάστηκαν σε λίγες μόνο μέρες, με την κατηγορία της προδοσίας ενάντια του κράτους. Με τις δικές αυτές να έχουν δημόσιο χαρακτήρα, ο Stalin δεν κέρδισε μόνο την ευκαιρία να εξοντώσει πολιτικούς αντιπάλους, αλλά, παράλληλα, κατόρθωσε να ασκήσει μία πρώτης τάξεως προπαγάνδα στον απλό λαό. Συγκεκριμένα, περνούσε το μήνυμα ότι ακόμα και οι πιο ισχυροί άνθρωποι του κράτους, αυτοί με τη μεγαλύτερη εξουσία, δεν μπορούν να ξεφύγουν από την τιμωρία της προδοσίας και από τη δύναμη του γενικού γραμματέα του κόμματος.
Οι δυσμενείς συνέπειες αυτών των εκκαθαρίσεων φάνηκαν στα μετέπειτα χρόνια, και ιδιαίτερα στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όποτε η Σοβιετική Ένωση οδηγήθηκε σε σοβαρές απώλειες. Αυτό συνέβη, επειδή η τεράστια αυτή εκκαθάριση του στρατού, και μάλιστα πολλών έμπειρων μελών του, αναγκαστικά κατέληξε στην αντικατάστασή τους από ανεκπαίδευτους και άπειρους στη μάχη στρατιώτες.
Με την έναρξη μίας περιόδου αποσταλινοποίησης (1953), ο Nikita Khrushchev, γενικός γραμματέας του κόμματος και τότε ηγέτης της ΕΣΣΔ, επέρριψε κατηγορίες στον Stalin στη γνωστή «μυστική έκθεση» του 20ου Συνέδριου του ΚΚΣΕ (1956), καταγγέλλοντας τις εκκαθαρίσεις που είχε διαπράξει και το καθεστώς τρομοκρατίας που ασκούσε, ιδιαίτερα κατά τη διετία 1936-1938 των Μεγάλων Δικών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Κατσόβσκα-Μαλιγκούδη, Γιάννα (2012) Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης (1917-1991), Αθήνα: Εκδ. Gutenberg.
- Συλλογικό Έργο (2011), Οι μεγάλες δίκες – Οι δίκες της Μόσχας , Αθήνα: X.K. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α.Ε.
- Elleinstein Jean (1976), Δημήτρης Σπάθης – Κατερίνα Δεναξά (μτφ.), Ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης, Τόμος Α΄, Αθήνα: Εκδ. Θεμέλιο