Της Ευαγγελίας Κατσιγιάννη,
Η δεκαετία του 1830 υπήρξε καίριας σημασίας για την Ευρώπη. Στο διάστημα αυτό, ξέσπασε, αρχικά στη Γαλλία και έπειτα στο Βέλγιο και την Πολωνία, μια σειρά επαναστάσεων, που έμελλαν να καθορίσουν την εξέλιξη της Ευρωπαϊκής Ιστορίας. Οι κινητοποιήσεις αυτές, όπως ήταν φυσικό, προβλημάτισαν όχι μόνο τους ηγέτες των εξεγερμένων χωρών, αλλά και των υπόλοιπων κρατών που φοβούνταν την εξάπλωση του επαναστατικού κλίματος και στις δικές τους περιοχές. Οι τελευταίοι, θέλοντας να προλάβουν έναν πιθανό ξεσηκωμό, έσπευσαν να λάβουν μέτρα που θα αποκαθιστούσαν ορισμένες από τις αδικίες που διαπράττονταν σε βάρος των μεσαίων και των λαϊκών στρωμάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Μεγάλη Βρετανία, που το 1832 προχώρησε σε σημαντικές αλλαγές στο εκλογικό σύστημα της Αγγλίας και της Ουαλίας, ψηφίζοντας ένα νέο νόμο περί αντιπροσώπευσης του λαού, βάσει του οποίου παραχωρούνταν δικαίωμα ψήφου στους μικροϊδιοκτήτες γης, στους ενοικιαστές αγρότες, στους καταστηματάρχες, στους ιδιοκτήτες που πλήρωναν ετήσιο ενοίκιο 10£ ή περισσότερο και σε ορισμένους ενοίκους.
Ο νόμος αυτός, αν και στην αρχή έγινε δεκτός με ενθουσιασμό ως το μέσο που θα εξασφάλιζε τη διόρθωση των καταχρήσεων που γίνονταν στο πλαίσιο των κοινοβουλευτικών εκλογών, σύντομα φάνηκε ότι εμπεριείχε αρκετές αδυναμίες. Η απαγόρευση, ειδικότερα, της παροχής δικαιώματος ψήφου σε όσους πολίτες δεν κατείχαν περιουσία, είχε ως απότοκο το ξέσπασμα ενός νέου κύματος λαϊκής δυσαρέσκειας, αποκορύφωμα του οποίου υπήρξε το Κίνημα του Χαρτισμού, το 1838. Το κίνημα έλαβε την ονομασία του από το Χάρτη του Λαού, που είχαν συντάξει ο Francis Place και ο William Lovett το ίδιο έτος. Βασικά αιτήματα των εκπροσώπων του Χαρτισμού ήταν η καθιέρωση της μυστικής και καθολικής ψηφοφορίας για όλους τους άρρενες πολίτες με λευκό ποινικό μητρώο που είχαν συμπληρώσει το 20ο έτος της ηλικίας τους και είχαν σώας τας φρένας, η άρση της προαπαίτησης ύπαρξης ιδιοκτησίας για τα υποψήφια μέλη του Κοινοβουλίου, η καθιέρωση βουλευτικού μισθού, η επιβολή του αναλογικού συστήματος εκπροσώπησης και η διεξαγωγή ετήσιων εκλογών.
Ο Χαρτισμός γρήγορα εξελίχθηκε σε μαζικό κίνημα των βιομηχανικών εργατών, δίχως, βέβαια, αυτό να σημαίνει πως δεν περιλάμβανε στους κόλπους του υποστηρικτές από τη μεσαία τάξη και τον αγροτικό κόσμο. Μόλις ένα χρόνο μετά την ίδρυσή τους, το 1839, οι Χαρτιστές, έχοντας συγκεντρώσει πάνω από 1,25 εκατομμύρια υπογραφές, παρουσίασαν τα αιτήματά τους στη Βουλή των Κοινοτήτων. Ωστόσο, εκείνα δεν έγιναν δεκτά από τους πολιτικούς αντιπροσώπους, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει αναταραχή, η οποία καταπνίγηκε από τις Αρχές. Παρά την αποτυχία αυτή, οι Χαρτιστές, έχοντας ως στόχο να κάνουν τις επιδιώξεις τους πραγματικότητα, συνέχισαν τις προσπάθειές τους. Το 1840, για την αποτελεσματικότερη οργάνωσή τους, ίδρυσαν την NCA (National Charter Association), με στόχο να δίνονται μέσω αυτής οι κατευθυντήριες γραμμές για τις μελλοντικές δράσεις του κινήματος. Υπό την ηγεσία της NCA πλέον, οι υποστηρικτές του Χαρτισμού επανήλθαν στο προσκήνιο τον Μάιο του 1842, με μια δεύτερη αναφορά, υπογεγραμμένη από περισσότερα από τρία εκατομμύρια άτομα. Στην αναφορά αυτή, εκτός από τα έξι σημεία του Χάρτη του Λαού, είχαν προστεθεί και περαιτέρω αιτήματα, όπως είναι λ.χ. η αυτονομία της Ιρλανδίας, η θρησκευτική ελευθερία, η κατάργηση της ταξικής μεροληψίας στην απονομή της δικαιοσύνης και η ρύθμιση του εθνικού χρέους. Ούτε και τότε, όμως, κατόρθωσαν να εξασφαλίσουν την εύνοια των βουλευτών. Οι προτάσεις τους απορρίφθηκαν και ακολούθησαν περαιτέρω αναταραχές και συλλήψεις.
Κομβική χρονιά για τον Χαρτισμό αποτέλεσε το έτος 1848. Τότε, υπό την ηγεσία του Ιρλανδού Feargus O’Connor, εκδότη της εφημερίδας The Northern Star, που εξαρχής είχε αναλάβει να γνωστοποιήσει τις ιδέες των Χαρτιστών στο ευρύ κοινό, πραγματοποιήθηκε μια μαζική συνάντηση στο Kennington του Λονδίνου, με απώτερο σκοπό την παρουσίαση μιας τρίτης αναφοράς στο Κοινοβούλιο. Η Κυβέρνηση, αν και γνώριζε καλά ότι οι Χαρτιστές δεν είχαν πρόθεση για εξέγερση, επειδή ο O’Connor διατηρούσε επαφές και με ριζοσπαστικές ομάδες που υποστήριζαν τη μεταρρύθμιση με κάθε μέσο, συμπεριλαμβανομένης της βίας, αποφάσισε να λάβει δρακόντεια μέτρα προστασίας, προσλαμβάνοντας 100.000 αστυφύλακες, προς ενίσχυση των αστυνομικών δυνάμεων. Εντούτοις, η εκδήλωση ήταν ειρηνική, με τους Χαρτιστές να καταθέτουν εκ νέου τις προτάσεις τους στη Βουλή. Η αναφορά που ο O’Connor παρουσίασε στο Κοινοβούλιο είχε συγκεντρώσει 1.957.496 υπογραφές, αντί 5.706.000 που ήταν ο αρχικός στόχος, και μάλιστα πολλές από αυτές θεωρήθηκαν παραποιημένες. Η αποτυχία των Χαρτιστών ήταν γεγονός.
Παρά τις προσπάθειες των ηγετών των Χαρτιστών να κρατήσουν ζωντανό το κίνημα, μέσα σε λίγα χρόνια ήταν εμφανές πως η δύναμή του είχε μειωθεί αισθητά. Ωστόσο, οι ανεπιτυχείς προσπάθειες των Χαρτιστών να επιβάλλουν άμεσα αλλαγές στο βρετανικό σύστημα ψηφοφορίας δεν επέφεραν και την ολοκληρωτική αποτυχία του κινήματος. Με τις μεταρρυθμίσεις του 1867 και του 1887, τα περισσότερα από τα αιτήματα του Χαρτισμού εκπληρώθηκαν. Μόνο το μέτρο της ετήσιας ψηφοφορίας δεν έγινε δεκτό από την πλειονότητα των βουλευτών.
Συνοψίζοντας, το κίνημα του Χαρτισμού αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα γεγονότα της Νεότερης Ευρωπαϊκής Ιστορίας, με πολλούς ιστορικούς να το χαρακτηρίζουν ως το πρώτο μαζικό εργατικό κίνημα στον κόσμο. Με τον Χαρτισμό, για πρώτη φορά, πραγματοποιήθηκε μια ευρείας κλίμακας κινητοποίηση για την επιβολή ενός πιο δίκαιου και δημοκρατικού συστήματος ψηφοφορίας, ενώ οι ιδέες του, αναντίρρητα, μέχρι και τις μέρες μας, συναντώνται στο πλαίσιο αρκετών πολιτευμάτων των χωρών του δυτικού κόσμου.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Chase, Malcolm, Chartism, University of Leeds. Διαθέσιμο εδώ
- greek.en-academic.com, Χαρτισμός. Διαθέσιμο εδώ
- Parliament.uk, The Chartist movement. Διαθέσιμο εδώ