Της Σοφίας Χρηστακίδου,
Όταν λέμε ανταγωνιστικότητα μίας οικονομίας, εννοούμε κυρίως την παραγωγικότητά της. Οι ορισμοί που καλύπτουν την έννοια αυτή είναι πολλοί, όμως οι περισσότεροι συγκλίνουν ως προς τον ρόλο της «παραγωγικότητας». Ακολούθως, όταν λέμε παραγωγικότητα, υπάρχουν εξίσου πολλοί ορισμοί. Ο δείκτης που θα χρησιμοποιήσουμε για τη μέτρηση της παραγωγικότητας, είναι το «ΑΕΠ ανά εργαζόμενο».
Στη συνέχεια, θα εξετάσουμε την βαθμολογία που δίνει το World Economic Forum σχετικά με την ανταγωνιστικότητα των εκάστοτε χωρών. Το WEF διεξάγει μία σχετική μελέτη ανά τακτά χρονικά διαστήματα, στην οποία βαθμολογεί διάφορους τομείς μίας χώρας, οι οποίοι επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητά της. Στο τέλος βγαίνει είναι ολικό σκορ και οι χώρες κατατάσσονται σε έναν τελικό πίνακα. Στον παρόν, θα δούμε λοιπόν τη θέση που κατέχει η Αργεντινή και θα αναλύσουμε κάποιους από τους βασικότερους παράγοντες, που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητά της και κατά επέκταση την παραγωγικότητα της χώρας.
Ο πρώτος παράγοντας που λαμβάνεται υπόψη, είναι το θεσμικό πλαίσιο μίας χώρας. Οι θεσμοί αποτελούν έναν πολύ σημαντικό παράγοντα, καθότι είναι αυτοί που κατευθύνουν και ορίζουν τις συναλλαγές που πραγματοποιούνται σε μία οικονομία. Οι συναλλαγές αυτές μπορούν να αφορούν προϊόντα και υπηρεσίες, αλλά και εργασιακές σχέσεις, μετακίνηση πληθυσμών, το καθεστώς της εκπαίδευσης, ακόμη και την υγεία. Όπως γράφουν οι μελετητές, «η δημόσια πολιτική στην Αργεντινή έχει ένα διπλό χαρακτηριστικό: σε ορισμένα ζητήματα παρουσιάζει υπερβολική αστάθεια, ενώ σε άλλα θέματα είναι πολύ άκαμπτη. Γενικά στερείται αξιοπιστίας και συνοχής.
Ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά του θεσμικού περιβάλλοντος εμποδίζουν τα μέρη που εμπλέκονται με την πολιτική να έρθουν σε συμφωνία: ένα νομοθετικό σώμα που δεν ενδιαφέρεται για νομοθετικές δραστηριότητες, μια γραφειοκρατία χωρίς μακροπρόθεσμους στόχους, μια δικαστική εξουσία που έχει συχνά ευθυγραμμιστεί με την εκτελεστική εξουσία, ένα ομοσπονδιακό σύστημα που παρέχει στις επαρχίες ελάχιστα κίνητρα για αυξημένη ευθύνη και ένα εκτελεστικό μέρος με υπερβολικά περιθώρια για μονομερείς κινήσεις. Αυτά τα χαρακτηριστικά, τα οποία μπορούν να αναχθούν στους βασικούς συνταγματικούς και εκλογικούς κανόνες, καθώς και στην ιστορία της δημοκρατικής αστάθειας, έχουν αυξήσει τον αριθμό των βασικών παικτών της πολιτικής σκηνής, έχουν περιορίσει τους πολιτικούς τους ορίζοντες και απομακρύνουν την πολιτική από τις θεσμοθετημένες αρένες, αυξάνοντας τη δυσκολία επίτευξης συνεργασίας μεταξύ των φορέων λήψης αποφάσεων που υπάρχουν στην πολιτική σκηνή» (πηγή στο τέλος του παρόντος).
Ένας άκρως σημαντικός παράγοντας που αναλύεται επίσης στη μελέτη του WEF, είναι η ανάπτυξη της χρηματοοικονομικής αγοράς. Όπως έχουμε αναφέρει ξανά (βλέπε εδώ), το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Αργεντινής βασίζεται κυρίως σε παραδοσιακές τραπεζικές δραστηριότητες, ενώ τη μερίδα του λέοντος κατέχουν τα κρατικά τραπεζικά ιδρύματα. Η περιορισμένη παρουσία των ιδιωτών εμποδίζει την ανάπτυξη της χρηματαγοράς της χώρας. Επιπλέον, είναι χαρακτηριστική η απουσία των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Τα τελευταία αποτελούν αναγκαίο παράγοντα για την πραγματοποίηση επενδύσεων. Οι επενδύσεις με τη σειρά τους οδηγούν σε μία σειρά από οφέλη, τα οποία είναι μάλιστα πολλαπλασιαστικά. Όπως επισημάναμε, όμως, και την προηγούμενη φορά, η ανάπτυξη του χρηματοπιστωτικού τομέα και η διενέργεια επενδύσεων γενικότερα θα πρέπει να πραγματοποιηθεί με τον σωστό τρόπο και με βάση τα διεθνή πρότυπα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ενέργειες αυτές θα πραγματοποιηθούν με βάση το συμφέρον της χώρας και των πολιτών. Βέβαια, θα πρέπει το θεσμικό πλαίσιο, όπως το περιγράψαμε πιο επάνω, να εκσυγχρονιστεί και να θεσπίσει κανόνες για τις νέες δραστηριότητες που θα προκύψουν προκειμένου να μπορέσει να υπάρξει η αναγκαία ρύθμιση της αγοράς.
Στη συνέχεια, βλέπουμε ότι λαμβάνεται υπόψη και το μακροοικονομικό περιβάλλον. Το τελευταίο είναι εκείνο που θα καθορίσει μία σειρά παραγόντων, όπως για παράδειγμα όλες οι μεταβλητές του ΑΕΠ (Κατανάλωση, Επένδυση, Κρατικές Δαπάνες, Εισαγωγές και Εξαγωγές), οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών και την επιχειρηματική δραστηριότητα γενικότερα. Άρα λοιπόν, εύλογα περιλαμβάνεται ο συγκεκριμένος παράγοντας στην αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητας, καθότι την επηρεάζει άμεσα.
Επομένως, εξετάζοντας τα μεγέθη της Αργεντινής βλέπουμε ότι αν και η οικονομία έχει αρχίσει να ανακάμπτει, στα μέσα του 2021 εξακολουθεί να είναι 3,3% κάτω από τα προ πανδημίας επίπεδα, εν μέρει επηρεασμένη από ένα νέο κύμα COVID το δεύτερο τρίμηνο του 2021. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, αναμένεται μείωση του πρωτογενούς δημοσιονομικού ελλείμματος το 2021, αφενός λόγω της λήξης των προγραμμάτων έκτακτης ανάγκης που εφαρμόζονται για την καταπολέμηση των επιπτώσεων της πανδημίας και αφετέρου λόγω των έκτακτων πόρων από την αύξηση των διεθνών τιμών των εμπορευμάτων και ενός έκτακτου φόρου στις μεγάλες περιουσίες. Όπως είναι γνωστό, δηλαδή, η κύρια εξαγωγική δραστηριότητα της Αργεντινής βασίζεται στα αγροτικά προϊόντα και τις πρώτες ύλες. Αν, λοιπόν, οι τιμές των εξαγόμενων εμπορευμάτων αυξηθούν, τότε η χώρα έχει μεγαλύτερα έσοδα.
Ωστόσο, η εγχώρια οικονομία συνεχίζει να παρουσιάζει μακροοικονομικές ανισορροπίες. Ο ετήσιος πληθωρισμός, ο οποίος είχε επιβραδυνθεί σε ένα πλαίσιο υποχώρησης της οικονομικής δραστηριότητας το 2020, διαμορφώθηκε στο 51,4% τον Αύγουστο. Σε ό,τι αφορά το εξωτερικό χρέος, η κυβέρνηση κατάφερε να ολοκληρώσει τη διαδικασία αναδιάρθρωσης του συνόλου του Χρέους της σε ξένο νόμισμα (τοπικό και εξωτερικό), βελτιώνοντας σημαντικά το προφίλ ληκτότητας για τα επόμενα οκτώ χρόνια. Επιπλέον, οι ασκούντες την οικονομική πολιτική της χώρας βρίσκονται σε επικοινωνία με το ΔΝΤ για ένα νέο πρόγραμμα. Θα δούμε στο άμεσο μέλλον ποιες θα είναι οι πολιτικές που αυτό θα περιλαμβάνει και πώς θα διαμορφώσει εκ νέου το μακροοικονομικό πλαίσιο της χώρας.
Όσον αφορά το γενικότερο σκορ που διαμόρφωσε η χώρα, η Αργεντινή ανέβηκε 12 θέσεις σε σχέση με την προηγούμενη καταμέτρηση και κατατάσσεται στην 92η θέση. Οι βασικότεροι τομείς ανταγωνιστικότητας έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Ειδικότερα, οι θεσμοί βελτιώνονται σημαντικά, αντανακλώντας την ανανεωμένη εμπιστοσύνη στους δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Η υιοθέτηση νέων τεχνολογιών, η επιχειρηματική πολυπλοκότητα και η καινοτομία βελτιώνονται, σηματοδοτώντας μια διαδικασία αναπροσανατολισμού στην Αργεντινή κατά την οποία η χώρα στρέφεται σε νέες πηγές ανάπτυξης. Καθώς η κυβέρνηση εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν σε στρεβλώσεις που επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα της αγοράς (market failures), ορισμένοι δείκτες των αγορών αγαθών, των αγορών εργασίας και της οικονομικής ανάπτυξης αρχίζουν να βελτιώνονται. Βέβαια, όπως φαίνεται και από το πρώτο διάγραμμα που έχουμε παραθέσει, η χώρα έχει ακόμη αρκετό δρόμο μέχρι να φτάσει το επίπεδο μερικών από τις πιο ανταγωνιστικές οικονομίες του κόσμου. Το σημαντικό είναι, πάντως, ότι η Αργεντινή γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστική με το πέρασμα του χρόνου και βελτιώνεται συνεχώς σε όλους τους τομείς, ακόμη και αν έχει πολύ δρόμο να διανύσει.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The Institutional Foundations of Public Policy: ATransactions Approach with Application to Argentina, Pablo T. Spiller, Mariano Tommasi, The Journal of Law, Economics, & Organization, Vol. 19, Retrieved from here
- The World Bank in Argentina, October 4th, World Bank, Retrieved from here
- The GlobalCompetitiveness Report 2017-2018, World Economic Forum, Retrieved from here
- Global Competitiveness Index Data, Argentina, World Economic Forum, Retrieved from here