Της Ελένης Καραμπίνη,
Το Αφγανιστάν συνιστά ένα κράτος τρωτό κι ευμετάβλητο, το οποίο λαμβάνει την προσοχή της διεθνούς κοινότητας και των γειτονικών κρατών εδώ και πολλά χρόνια, για πολλαπλούς λόγους. Έχει αποτελέσει έδαφος τροφοδότησης κι έκρηξης τρομοκρατικών επιθέσεων, έδαφος ενίσχυσης και προώθησης φονταμενταλιστικών ιδεολογιών και αναχρονιστικών πεποιθήσεων σε βάρος χιλιάδων Αφγανών πολιτών.
Η πολιτικοοικονομική κατάσταση της χώρας φαίνεται να επιδεινώνεται ολοένα και περισσότερο μετά από την πρόσφατη κατάκτησή της από την κυβέρνηση των Ταλιμπάν. Οι τελευταίοι, από τότε που οι Ηνωμένες Πολιτείες είχαν εγκαταστήσει τις δυνάμεις τους στη χώρα –οι οποίες άρχισαν να κάνουν διακριτή την παρουσία τους μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου– μέχρι να αποχωρήσουν τελικά από τη χώρα τον περασμένο Αύγουστο, αποτελούσαν «κοιμώμενο γίγαντα» και δεν δίστασαν, με την παραμικρή αφορμή, να εξαπλώσουν την επιρροή τους σχεδόν σε ολόκληρο το κράτος, εντός μίας μικρής χρονικής περιόδου, γεγονός που προκάλεσε το δέος ολόκληρης της διεθνούς κοινότητας. Το αποτέλεσμα, ως αναμενόμενο, ήταν η επιδείνωση της ανθρωπιστικής κρίσης που προϋπήρχε στη χώρα, όπως και ο σχηματισμός μίας ανοργάνωτης υβριδικής κυβερνητικής οντότητας, η οποία δεν έχει αναγνωριστεί από κανένα άλλο κράτος του κόσμου.
Πρώτα απ’ όλα, αξίζει να υπογραμμιστεί η ανθρωπιστική κρίση από την οποία, επί του παρόντος, υποφέρει ο αφγανικός λαός. Το ποσοστό της επισιτιστικής κρίσης έχει ξεπεράσει το 40% από τότε που οι Ταλιμπάν επέβαλλαν τις δυνάμεις τους στη χώρα, καθώς οι τιμές των τροφίμων έχουν αυξηθεί ριζικά. Η διακίνηση συναλλάγματος, εντός της Κεντρικής Τράπεζας του Αφγανιστάν, έχει διακοπεί, όπως και οι συναλλαγές με διεθνείς τράπεζες και η χρηματοδότηση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η φτώχεια έχει θερίσει χιλιάδες ζωές Αφγανών πολιτών: παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών, που αγγίζουν πλέον τα 1.3 εκατομμύρια, βρίσκονται σε ακραία κατάσταση υποσιτισμού. Επιπλέον, δεν έχουν λείψει οι δημόσιες εκτελέσεις, η απαγόρευση των κοινωνικών δικτύων, η καταπάτηση των δικαιωμάτων μειονοτικών εθνικών κοινοτήτων, όπως και των γυναικών και των κοριτσιών με την απαγόρευση της πρόσβασής τους στην εκπαίδευση.
Το προαναφερθέν φαινόμενο, που αγγίζει βαθιά τον ανθρώπινο παράγοντα, δεν μπορεί να μη ληφθεί υπόψη: οι προηγούμενες κυρώσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας στο Αφγανιστάν, όπως και η μη αναγνώριση της νυν κυβέρνησης των Ταλιμπάν καθιστούν την παροχή βοήθειας από τη διεθνή κοινότητα και τις μη κυβερνητικές οργανώσεις ακόμα πιο δύσκολη. Κρίνεται η αναγνώριση τελικά αναγκαίο κακό ή είναι κατηγορηματικά απορριπτέα από τη διεθνή κοινότητα;
Η θέση του Πακιστάν ως σημαντικού δρώντα και γειτονικού κράτους
Εντός του πολιτικού σκηνικού του Πακιστάν, υπάρχουν ισλαμικές παρατάξεις που στηρίζουν την κυβέρνηση των Ταλιμπάν στη δημιουργία ενός «Ισλαμικού Εμιράτου». Σε αυτό το σημείο, να υπενθυμίσουμε ότι το Πακιστάν ήταν το πρώτο κράτος που αναγνώρισε την κυβέρνηση των Ταλιμπάν το 1996, πριν την άφιξη στη χώρα των αμερικανικών δυνάμεων, μαζί με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Συγκεκριμένα, το πολιτικό κόμμα Jamiat Ulema-e-Islam (JUI) του Fazlur Rehman, όπως και άλλες παρόμοιες πολιτικές παρατάξεις, ζητούν από το Ισλαμαμπάντ να αναγνωρίσουν και να νομιμοποιήσουν την κυβέρνηση των Ταλιμπάν, θεωρώντας την κυβέρνηση ως φιλική απέναντι στο Πακιστάν και ότι προσφέρει τη δυνατότητα να καλλιεργηθούν καλύτεροι δεσμοί ανάμεσα στις δύο χώρες. Μάλιστα, θεωρούν πως η πρώιμη επέμβαση της Δύσης για την ανατροπή των Ταλιμπάν τούς καθιστά αυτόματα μία ισχύουσα κυβερνητική οντότητα στη χώρα, της οποίας η νομιμοποίηση χρειάζεται να προχωρήσει, παρακάμπτοντας τις πιέσεις της Δύσης για τη μη αναγνώρισή της.
Παρά τις όποιες δηλώσεις, το ενδεχόμενο αναγνώρισης των Ταλιμπάν από το Πακιστάν μάλλον θα οδηγούσε σε χειρότερες συνέπειες: η απομόνωση του Ισλαμαμπάντ θα ήταν πλέον αδιαπραγμάτευτο γεγονός. Ενδεχομένως, η αναγνώριση των Ταλιμπάν θα ήταν εφικτή αν υπήρχε η αντίστοιχη συνεργασία του Πακιστάν με περιφερειακούς δρώντες, την Κίνα και τη Ρωσία.
Η θέση της Ρωσίας
Ύστερα από την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το αφγανικό έδαφος, η Ρωσία προσπαθεί να εκμεταλλευτεί το «ελεύθερο πεδίο» για να ασκήσει τη δική της επιρροή στην εξέλιξη των πραγμάτων. Οι Ταλιμπάν προσπαθούν, από την πλευρά τους, να προσεγγίσουν το αυταρχικό καθεστώς του Putin, προκειμένου να λάβουν την αναγνώρισή τους από τη Ρωσία. Ωστόσο, ο Ρώσος Υπουργός Εξωτερικών, Sergey Lavrov, επιβεβαιώνει στα Ηνωμένα Έθνη, τον Σεπτέμβριο του 2021, πως η διεθνής αναγνώριση των Ταλιμπάν δεν βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση, καθώς η κυβέρνηση αποτυγχάνει να ανταπεξέλθει στις υποσχέσεις της, να εφαρμόσει και να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενώ η χώρα αποτελεί ακόμη καταφύγιο τρομοκρατών.
Ας μη ξεχνάμε πως η Ρωσία, θέλοντας να προστατεύσει τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες –τα γειτονικά κράτη του Αφγανιστάν που ανήκουν στην Κοινοπολιτεία των Ανεξάρτητων Κρατών- και να αποτρέψει τη δημιουργία αστάθειας στην Κεντρική Ασία και ενδεχόμενες μεταναστευτικές ροές, αρνείται τη νομιμοποίηση της κυβέρνησης των Ταλιμπάν με τον φόβο δημιουργίας ενός Ισλαμικού Εμιράτου στην ευρύτερη περιοχή, όπου εμπίπτει η άσκηση επιρροής της.
Το διεθνές συνέδριο που έλαβε χώρα στη Μόσχα, τον Οκτώβριο του 2021, με τη συμμετοχή του Αφγανιστάν, της Ρωσίας, της Κίνας, του Πακιστάν, της Ινδίας και των πρώην σοβιετικών κρατών της Κεντρικής Ασίας, εν απουσία των Ηνωμένων Πολιτειών, είχε ως αποτέλεσμα την παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας από τα Ηνωμένα Έθνη και την υποστήριξη 10 περιφερειακών δυνάμεων, με τους Ταλιμπάν να αντιλαμβάνονται το αποτέλεσμα ως ένδειξη έμμεσης υποστήριξης, ρίχνοντας το βάρος της κατάρρευσης του κράτους στην εικοσάχρονη παρουσία των αμερικανικών δυνάμεων στη χώρα.
Η προσέγγιση της ομάδας των G20
Οι χώρες των G20 στρέφουν την προσοχή τους, ως επί το πλείστον, στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Η μη αναγνώριση της κυβέρνησης των Ταλιμπάν, όπως προαναφέρθηκε, δημιουργεί δυσχέρειες στην οδό παροχής βοήθειας στη χώρα. Όπως επισήμανε ο Πρωθυπουργός της Ιταλίας, Mario Draghi, η πλειοψηφία των χωρών ενδιαφέρεται για την καταπολέμηση της ανθρωπιστικής κρίσης που πλήττει σε μεγάλο βαθμό τη χώρα και την οδήγησε σε πλήρη κατάρρευση, μετά την αποχώρηση των Ηνωμένων Πολιτειών από την περιοχή. Ο Πρόεδρος Joe Biden, ο Πρωθυπουργός της Ινδίας, Narendra Modi, και οι Ευρωπαίοι ηγέτες έκαναν έκκληση για την αντιμετώπιση της κατάστασης στην οργάνωση της συνάντησης των κρατών της G20 με πρωτοβουλία της Ιταλίας, η οποία υπήρξε μία πρώτη πολυμερής προσέγγιση απέναντι στο Αφγανιστάν. Η απόφαση παροχής βοήθειας στο Αφγανιστάν δεν σημαίνει την αναγνώριση της κυβέρνησης των Ταλιμπάν, όπως υπογράμμισε ο Ιταλός Πρωθυπουργός. Μετά τη συνάντηση, οι ηγέτες των G20 έκαναν έκκληση στους Ταλιμπάν να εμποδίσουν τη δράση στρατευμένων ομάδων έξω από τη χώρα, ενώ, τέλος, η Κίνα ζήτησε την άρση των οικονομικών κυρώσεων ενάντια στο Αφγανιστάν.
Εν γένει, η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζει πως η νομιμοποίηση ενός καθεστώτος, που ήδη αποκαλεί «τρομοκρατικό», θα συνεπαγόταν ολέθριες συνέπειες τόσο για το εσωτερικό της χώρας όσο και για τη Δύση και τα γειτονικά κράτη. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζει πως η μη νομιμοποίηση της κυβέρνησης συνεπάγεται περισσότερες, τελικά, στερήσεις για τον αφγανικό λαό, λόγω κυρίως της περιορισμένης προσβασιμότητας στη χώρα και των κυρώσεων που διακόπτουν οποιαδήποτε παροχή βοήθειας από το εξωτερικό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Taliban wins backing for aid at Moscow talks, with regional powers saying US and allies should pay, CNN, διαθέσιμο εδώ
- G20 pledges help for Afghan humanitarian crisis at special summit, CNN, διαθέσιμο εδώ
- Pakistan’s Islamic parties push for Taliban recognition in Afghanistan, Deutsche Welle, διαθέσιμο εδώ
- Taliban get aid promise but not recognition on eve of Moscow talks, Reuters, διαθέσιμο εδώ
- Russian Recognition of Taliban Regime ‘Not on the Table,’ Says Afghanistan’s Pro-Western Ambassador to Moscow, The Moscow Times, διαθέσιμο εδώ
- Taliban Seek Recognition, But Offer Few Concessions to International Concerns, United States Institute of Peace, διαθέσιμο εδώ
- World recognition of Taliban ‘not on table’, says Russia at UN, VOA News, διαθέσιμο εδώ
- Afghanistan: humanitarian crisis needs urgent response, Human Rights Watch, διαθέσιμο εδώ