Της Παρής Στεφανή,
Ο νόμος του επιθέτου (τουρκικά: Soyadı Kanunu) ανήκει στο 1934. Σύμφωνα με αυτόν, όλοι οι πολίτες της Τουρκίας ήταν υποχρεωμένοι να υιοθετήσουν τη χρήση σταθερών επωνύμων. Αυτό σήμαινε ότι πέραν του γεγονότος ότι απαιτείτο κάθε πρόσωπο να διαθέτει ένα επίσημο επώνυμο, έπρεπε αυτό να είναι και τουρκικό.
Εκείνος ο οποίος επέλεγε το επώνυμο της οικογένειας, ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία άνδρας του σπιτιού, και αυτό ίσχυε νομικά έως το 2013. Δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι οι Μουσουλμάνοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία έφεραν τίτλους [παραδείγματα αποτελούν οι όροι «πασάς», («paşa»), «μπέης», («bey»), «χότζας», («hoca») κ.ά. ], οι οποίοι αντικατόπτριζαν είτε το επάγγελμά τους είτε το κοινωνικό καθεστώς τους.
Σύμφωνα με τον εν λόγω νόμο, λοιπόν, η κατοχή επωνύμου από τους Τούρκους ήταν –και είναι– υποχρεωτική, μαζί με το όνομά τους. Ταυτόχρονα, το επώνυμο έπρεπε να ακολουθεί το όνομα γραπτώς και προφορικώς, και τα ονόματα απαγορευόταν να είναι περιπαικτικά, ή να έχουν ιστορική χροιά δίχως την απαραίτητη γενεαλογική τους αιτιολόγηση. Απαγορευόταν ρητά τα επώνυμα να έχουν επιρροές από ξένες γλώσσες και πολιτισμούς. Έπρεπε απαραιτήτως να έχουν τουρκική ρίζα, και μόνο. Επιτρεπτή κατάληξη επωνύμου ήταν η τουρκική «-όγλου», (-oğlu), και όχι ελληνικές, αρμένικες, σλαβικές, περσικές και αραβικές καταλήξεις.
Παράλληλα, απαγορευόταν τα ονόματα να προσδιορίζουν δύο οικογένειες που κατοικούσαν στην ίδια περιοχή, και σε περίπτωση διαφωνίας, η οικογένεια που καταγράφηκε πρώτη, είχε το δικαίωμα να κρατήσει το διεκδικούμενο όνομα. Με τον προαναφερθέντα τρόπο εξηγείται, λοιπόν, ο λόγος για τον οποίο υπάρχουν πολλά ελληνικά επώνυμα με τουρκική κατάληξη, όπως «Παπάζογλου», «Αράπογλου» κ.ά.
Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι τον Ιανουάριο του 2018 πάνω από 105.000 Τούρκοι έσπευσαν στο δημοτολόγιο, προκειμένου να αλλάξουν το επώνυμό τους, το οποίο κληρονόμησαν από τους προγόνους τους. Φαίνεται ότι από το 1934, οπότε και ξεκίνησε να ισχύει ο νόμος του επιθέτου, κάποιοι Τούρκοι επέλεξαν άκρως παράξενα και «ενοχλητικά» επώνυμα, όπως «Aptal», (: χαζός), «Donsuz», (: χωρίς εσώρουχα), «Koyun», (: πρόβατο), «Çıplak», (: γυμνός), «Dana», (: μοσχάρι), «Ördek», (: πάπια) κ.ά!
Παρατηρούμε πως ο νόμος αυτός αποτελούσε «καθρέφτη» ενός κράτους που επεδίωκε να απαρτίζεται από πρόσωπα που είχαν ενσωματωθεί πλήρως στην τουρκική πραγματικότητα, έχοντας αποκοπεί από οποιοδήποτε δέσιμο ενδεχομένως είχαν με την πατρίδα τους. Πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας ήταν τότε ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, με τον ίδιο να έχει ένα επώνυμο που σήμαινε «ο πατέρας των Τούρκων».
Βέβαια, πέραν ορισμένων ενεργειών, όπως η δημιουργία των Δικαστηρίων της Αμάσειας (βλ. εδώ), όπως και η δημιουργία του εν λόγω νόμου, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ αποτέλεσε εκσυγχρονιστή του τουρκικού κράτους και προχώρησε σε μεταρρυθμίσεις μείζονος σημασίας, όπως η επιβολή του λατινικού αλφαβήτου στη θέση του αραβικού, η απαγόρευση της πολυγαμίας, η παροχή δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες κ.ά…
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- “Νόμος Επιθέτου (Τουρκία)”, διαθέσιμο εδώ
- “Χιλιάδες Τούρκοι αλλάζουν τα επώνυμά τους (Όρχις, Τσακάλι κ.λπ.) που είχαν από τον Κεμάλ”, διαθέσιμο εδώ
- “Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ”, διαθέσιμο εδώ
- “Soyadı Kanunu”, διαθέσιμο εδώ