Της Αγγελικής Κόκκαλη,
1428: Γεννήθηκε στο Νανσύ της Γαλλίας η Γιολάντα, Δούκισσα της Λωρραίνης. Στα 17 της παντρεύτηκε τον δεύτερο ξάδελφό της, Φρειδερίκο Β΄ του Βωντεμόν, με τον οποίο απέκτησε έξι παιδιά. Ο γάμος τους αποτέλεσε πολιτική απόφαση, που στόχευε στην άμβλυνση των διαφορών ανάμεσα στις δύο αριστοκρατικές οικογένειες των μελλόνυμφων, δίνοντας, έτσι, τέλος στο πρόβλημα διαδοχής του Δουκάτου της Λωρραίνης. Η ίδια, αν και προερχόμενη από βασιλική οικογένεια, καθώς ο πατέρας της, Ρενέ, άνηκε στον ευγενή Οίκο των Βελουά-Ανζού (1356-1482), δεν έδειξε θερμό ενδιαφέρον για τους τίτλους και την πολιτική. Προτίμησε να παραμείνει παθητική παρατηρήτρια των πεπραγμένων, παραχωρώντας τους τίτλους της στον πρωτότοκο γιο της, Ρενέ Β’. Πάντως, η εμπνευσμένη από τη ζωή της μεταγενέστερη ευρωπαϊκή καλλιτεχνική παραγωγή παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Πιο συγκεκριμένα, ο Δανός ποιητής, Χένρικ Χερτζ, έγραψε το 1845 το λυρικό δράμα «Η Κόρη του Ρενέ», μια δραματικοποιημένη αναπαράσταση της παραμυθένιας ζωής της Γιολάντα στον κήπο της έπαυλης του πατέρα της. Το έργο του έχαιρε απήχησης τόσο εντός της Δανίας όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ο ευφάνταστος και εξιδανικευμένος κόσμος της τυφλής δούκισσας, ονόματι Γιολάντα, εισήλθε στη Ρωσία με τη μετάφραση του Φιοντόρ Μίλλερ. Το 1892, ο Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι έγραψε την όπερα «Γιολάντα», η οποία έκανε πρεμιέρα στην Αγία Πετρούπολη και αποτέλεσε το τελευταίο του έργο.
1917: Ο Βρετανός Υπουργός Εξωτερικών, Άρθουρ Τζέιμς Μπάλφουρ, συνέταξε μια σύντομη επιστολή, η οποία είχε ως παραλήπτη της τον Βαρόνο Λιονέλ Γόλτερ, της Οικογένειας Ρότσιλντ. Με εκείνη εξέφραζε την υποστήριξή του προς τους Εβραίους. Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Πολέμου, η Βρετανία δεσμεύτηκε την «εγκαθίδρυση στην Παλαιστίνη ενός εθνικού σπιτιού για τον εβραϊκό λαό». Ξεκίνησε, λοιπόν, διαβουλεύσεις με σιωνιστές πρωτεργάτες του κινήματος, ακούγοντας τις επιθυμίες τους περί αυτοδιάθεσης του εβραϊκού λαού στην ιστορική του πατρίδα. Μολονότι η βρετανική δέσμευση προσέφερε ελπίδα στο κίνημα, η χώρα δυσκολεύτηκε να εκπληρώσει την υπόσχεσή της. Στη διακήρυξή του, ο Μπάλφουρ τόνισε ότι η ενέργεια αυτή «δε θα προδίκαζε τα ατομικά και θρησκευτικά δικαιώματα των υπαρχουσών μη εβραϊκών κοινοτήτων». Ωστόσο, η Βρετανία, η οποία μετά τη Συνθήκη των Βερσαλλιών του 1919 έλαβε τον έλεγχο της περιοχής της Παλαιστίνης, δεν προέβη σε εξομάλυνση των σχέσεων των Εβραίων με τους Άραβες, προκαλώντας, έτσι, ρήγμα. Περιορίστηκε στην απόκτηση υποστηρικτών, διατηρώντας ψηλά στην ατζέντα της τη σπουδαιότητα της γειτνίασης ενός φιλο-βρετανικού εβραϊκού πληθυσμού, με την κομβική για τα εμπορικά της συμφέροντα, Διώρυγα του Σουέζ. Πάντως, η επιστολή αποτέλεσε την πρώτη εκπροσώπησή του σιωνιστικού ονείρου από Μεγάλη Δύναμη.
1960: Το Βρετανικό Δικαστήριο αθώωσε τον εκδοτικό οίκο Penguin Books, καθώς αποφάνθηκε ότι το βιβλίο του Βρετανού πεζογράφου Ντ. Χ. Λώρενς Ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι δεν ήταν ανήθικο. Πρόκειται για το τελευταίο του μυθιστόρημα, το οποίο είχε εκδοθεί επιτυχώς στην Ιταλία και τη Γαλλία και είχε εισαχθεί λαθραία σε ορισμένες βρετανικές βιβλιοθήκες, στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Το 1960, οι διευθυντές του εκδοτικού οίκου αποφάσισαν την επανέκδοσή του, η οποία, ωστόσο, βρέθηκε αντιμέτωπη με το ίδιο το Στέμμα. Το τελευταίο, επικαλούμενο τον Nόμο περί των Άσεμνων Εκδόσεων του 1857, ανακοίνωσε τη νομική καταδίωξη των υπεύθυνων της έκδοσης, καθώς το βιβλίο αναπαρήγαγε με αισχρότητα «ανήθικες πρακτικές που βεβήλωναν την κοινωνία». Πιο συγκεκριμένα, περιγραφόταν λεπτομερώς η κοινωνικά αταίριαστη σεξουαλική σχέση της Λαίδης Τσάτερλι και του Μέλορς, δασοφύλακα που εργαζόταν για λογαριασμό του συζύγου της. Η δικαστική διαμάχη έφερε στο προσκήνιο τόσο τον εκδοτικό οίκο όσο και το λογοκριμένο βιβλίο και καλύφθηκε ενδελεχώς από τις εφημερίδες της εποχής. Έπειτα από έξι ημέρες δικαστικού αγώνα, ο οποίος έθετε σε αμφισβήτηση τους εκδοτικούς νόμους και τη λογοκρισία της Βρετανίας, η δικαστική επιτροπή αναγνώρισε τον βρετανικό πουριτανισμό απέναντι στις έντονες σεξουαλικές συμπεριφορές και τις σχέσεις που αντιπαρατίθενται στις κοινωνικές συμβάσεις. Ο Εραστής της Λαίδης Τσάτερλι, η ιστορία, πλέον, μιας ανακτημένης αθωότητας, εκδόθηκε ένα μήνα αργότερα, πουλώντας 200.000 αντίτυπα μέσα σε μία ημέρα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- David Lloyd-Jones (1968), ‘A Background to Iolanta’ στο The Musical Times Vol. 109, No. 1501, σσ. 225-226
- Theodore W. Libbey Jr. (1982), ‘Iolanta,’ A Rare Tchaikovsky Opera, The New York Times, διαθέσιμο εδώ
- Yolande, Duchess of Lorraine, Pantheon World, διαθέσιμο εδώ
- Calvin Bedient (1966), The Radicalism of “Lady Chatterley’s Lover” στο The Hudson Review, 19(3), σσ. 407–416.
- Geoffrey Robertson (2010), Trial of the Century: Lady Chatterley, History Today, διαθέσιμο εδώ
- John Self (2020), The book that changed Britain: why the Lady Chatterley’s Lover trial still matters 60 years later, Penguin Books, διαθέσιμο εδώ
- Avi Shlaim (2017), The Balfour Declaration and its Consequences, Verso Books, διαθέσιμο εδώ
- Balfour Declaration, Britannica, διαθέσιμο εδώ
- David Geffen (2021), 1917: The birth of the Balfour Declaration, The Jerusalem Post, διαθέσιμο εδώ