Του Κωνσταντίνου Δήμου,
Ο Andrew Heywood είναι ένας ακαδημαϊκός – πολιτικός επιστήμονας, του οποίου τα βιβλία είναι ιδιαίτερα δημοφιλή ανάμεσα στους φοιτητές που συχνάζουν στις αίθουσες των ξένων πανεπιστημίων. Είχα την τιμή να ξεφυλλίσω μερικά από αυτά κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού μου, ενώ τώρα μου δίνεται η ευκαιρία να παρουσιάσω ένα από τα ακαδημαϊκά του συγγράμματα.
Αναφέρομαι στο «Πολιτική Θεωρία: Μια εισαγωγή» (4η έκδοση), που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Επίκεντρο, ένα εγχειρίδιο πολιτικής διερεύνησης δυσνόητων όρων και εννοιών, τις οποίες πολλές φορές, όταν τις συναντούμε στον ακαδημαϊκό λόγο, δεν παρέχεται ένας ικανοποιητικός βαθμός επεξήγησης της σημασίας τους.
Οι έννοιες στον Λόγο (discourse) της Πολιτικής Επιστήμης είναι συνήθως αόριστες, αφηρημένες και αμφίσημες. Γι’ αυτό και πολύ συχνά αποτελούν πεδίο (πολιτικής) αντιπαράθεσης, μιας και ο καθένας από εμάς ίσως διατηρεί μια διαφορετική αντίληψη για το σημασιολογικό τους περιεχόμενο. Μπορούμε, άραγε, όλοι μας να συμφωνήσουμε σε έναν τέλειο ορισμό για το τι συνιστά «Δημοκρατία», «Σύνταγμα», ή το πώς θα μπορούσε να οριστεί ο «Σοσιαλισμός», ο «Κομμουνισμός», ο «Εθνικισμός», ο «Φεμινισμός» κ.ά.; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Αυτό είναι και το θέμα του συγκεκριμένου βιβλίου: να παρουσιάσει τις πολλές και διαφορετικές διεπιστημονικές προσεγγίσεις που έχουν αναπτυχθεί στο πεδίο των πολιτικών επιστημών πάνω σε έννοιες που συναντώνται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αντίληψης του πολιτικού κόσμου, αυτό που εμείς ονομάζουμε συμβατικά «Πολιτική Θεωρία».
Οι απόψεις, οι ιδέες και οι θεωρίες πολλών γνωστών και ιστορικών προσωπικοτήτων από πλήθος επιστημονικών αντικειμένων παρουσιάζονται με απλό και κατανοητό τρόπο μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, ενώ συναντώνται ενδιάμεσα και επεξηγηματικά κείμενα με τα βιογραφικά τους στοιχεία. Από τους αρχαίους κλασικούς (Σωκράτης, Πλάτωνας, Αριστοτέλης) και τους αναγεννησιακούς φιλοσόφους (Nicholo Machiavelli), από τους θεολόγους (Αυγουστίνος Ίππωνος, Θωμάς Ακινάτης) και τους διαφωτιστές (Thomas Hobbes, Jean Jacques Rousseau, Rene Descartes) μέχρι τους οικονομολόγους (Karl Marx, Friedrich Engels, John Stuart Mills, David Ricardo) και κοινωνιολόγους της βιομηχανικής εποχής (Max Weber, Emile Durkheim), τους σύγχρονους βιολόγους (Charles Darwin, Herbert Spencer, Richard Dawkins), τους πολιτικούς αναλυτές (Hans Morgenthau, Kenneth Waltz, John Rawls) και θεωρητικούς της οικονομίας (Milton Friedman) της εποχής μας, όλοι έχουν κάτι να πουν ή/και να συνεισφέρουν στον τρόπο κατανόησης της λειτουργίας της πολιτικής σκηνής και των παρασκηνιακών διεργασιών ως προς τον τρόπο οργάνωσης του πολιτικού συστήματος (ιεραρχία, κοινωνία, οικονομία, διακρατικές σχέσεις). Μερικές από τις κυριότερες θεματικές είναι οι εξής:
Άραγε, πόσο εύπλαστη είναι η ανθρώπινη φύση και ποιοι είναι οι παράγοντες που την διαμορφώνουν; Η συμπεριφορά μας είναι έρμαιο του βιολογικού προγραμματισμού μας ή είμαστε απλώς υποπροϊόντα του κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο μεγαλώσαμε; Είμαστε κοινωνικά όντα επειδή έχουμε την έμφυτη παρόρμηση να δημιουργούμε κοινότητες και να συνεργαζόμαστε, ή μια αναγκαιότητα που μάς επιβάλλει το ευρύτερο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, ώστε να επιβιώσουμε; Κατ’ επέκταση, λοιπόν, τι θα πρέπει να ορίζουμε ως «άτομο» και ποια είναι η υπόσταση αυτού που συμβατικά ονομάζουμε «κοινωνία»; Ο άνθρωπος έχει την επιλογή της «ελεύθερης βούλησης» και σε ποιο βαθμό μπορούμε να θεωρούμε εαυτούς ως πραγματικά «ελεύθερους»;
Αργότερα επεξηγούνται ο ορισμός της «Πολιτικής», η σημασία της διακυβέρνησης και ο λόγος ύπαρξης του «κράτους», με την «Πολιτική» να καταλαμβάνει όλο το φάσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας, ενώ η διακυβέρνηση -καλή ή κακή- καθορίζει την εξέλιξη και την αλληλεπίδραση ανάμεσα στους θεσμούς και τους ανθρώπους. Άραγε, το κράτος αποτελεί ένα αναγκαίο κακό που υπάρχει για τον αυτοπεριορισμό μας, αναγκάζοντας τις ανθρώπινες κοινότητες σε μακροεπίπεδο – και το άτομο σε μικροεπίπεδο-, να υπακούν σε γραπτούς νόμους και άγραφους κανόνες, ώστε να αποφύγουμε ένα σενάριο «όλοι εναντίον όλων» (homo homini lupus est), όπως ένθερμα υποστηρίζει ο Thomas Hobbes και άλλοι υποστηρικτές ενός «Κοινωνικού Συμβολαίου», βλέπε Rousseau και ο John Locke, ή αποτελεί μια κοινωνικά κατασκευασμένη δομή καταπίεσης; Οι σοσιαλιστές και ορισμένα ρεύματα του φεμινισμού πιστεύουν ότι το κράτος και οι διαχειριστές του είναι ένα κοινωνικό κατασκεύασμα που υπηρετεί την άρχουσα τάξη και την έκφραση της πατριαρχίας αντίστοιχα, διαιωνίζοντας μ’ αυτόν τον τρόπο την ταξική πάλη, τις κοινωνικές διαιρέσεις και το φυλετικό διαχωρισμό μεταξύ ανδρών-γυναικών.
Το ερώτημα, όμως, παραμένει: αξίζει η παραχώρηση μέρους των προσωπικών μας ελευθεριών για χάρη της ειρηνικής συνύπαρξης με τους άλλους; Ή το υπερκράτος-Λεβιάθαν θα ξεκινήσει αυτόκλητα να παραβιάζει ή/και να διαστρεβλώνει με οργουελικές μεθόδους τις ερμηνείες των όρων «ιδιωτικότητα», «ατομικά δικαιώματα», «δημοκρατία» και «ασφάλεια», δικαιώνοντας τις απόψεις των αναρχικών θεωρητικών περί κρατικής αυταρχικότητας και αυθαιρεσίας; Άλλωστε, οι μέθοδοι και οι τρόποι διακυβέρνησης δεν είναι παντού ίδιοι. Τα πολιτεύματα στον δυτικό κόσμο, παρότι στην πλειοψηφία τους δημοκρατικά και φιλελεύθερα, διαφέρουν σημαντικά το ένα απ’ το άλλο, όπως και τα δικτατορικά καθεστώτα υπάγονται σε διαφορετικές κατηγορίες, ανάλογα με το βαθμό αυτονομίας των πολιτών τους και το ποσοστό που η εξουσία είναι προσωποπαγής.
Το κράτος εντός της γεωγραφικής του επικράτειας του μπορεί να λειτουργεί είτε προς το συλλογικό συμφέρον των πολιτών του είτε προς το αταβιστικό συμφέρον της κυβέρνησης που διαχειρίζεται τους κρατικούς φορείς, αρχές και πόρους, αδιαφορώντας για τα δικαιώματα των πολιτών. Μπορεί, πολλές φορές, η κυβέρνηση να ταυτίζεται ως έννοια με το κράτος, ωστόσο, όπως μάς επεξηγεί ο Heywood, αποτελούν δύο διακριτά μέρη ενός ευρύτερου συστήματος διακυβέρνησης, υπεύθυνο τόσο για την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία του έθνους-κράτους όσο και για τις σχέσεις που διατηρεί με τα υπόλοιπα έθνη-κράτη.
Ποιος πραγματικά ασκεί την εξουσία -πολιτική και νομική- εντός των γεωγραφικών ορίων του κράτους και ποιος είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση των εξωτερικών υποθέσεων; Σε ποιανού το όνομα ασκείται η «αρχή» και ποια η φύση της ισχύος που προϋποθέτει την άσκηση «εξουσίας»; Οι δύο αυτές έννοιες διαφέρουν μεταξύ τους ή είναι ταυτόσημες; Μπορεί να υπάρξει έλεγχος της εξουσίας που ασκεί η εκάστοτε κυβέρνηση; Το σύστημα είναι «καταπιεστικό» επειδή εκφράζει τη θέληση ενός ολοκληρωτικού καθεστώτος, ή επειδή στοχεύει στην ειρηνική συνύπαρξη των πολιτών στο όνομα του Νόμου και της λαϊκής κυριαρχίας υπό δημοκρατικό μανδύα, μιας και η εναλλακτική της αναρχίας είναι χειρότερη από την απολυταρχία; Η θεωρία σχετικά με το τι τελικά συνιστά «Κοινωνικό Συμβόλαιο», δηλαδή ποια είναι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της ιδιότητας του πολίτη προς το κράτος και αντίστροφα, είναι μάλλον ένας προβληματισμός που παραμένει επίκαιρος μέχρι σήμερα.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα θεματική του βιβλίου είναι η διττή φύση του Εθνικισμού. Τα διάφορα είδη εθνικισμού μπορούν να συσπειρώσουν τον λαό γύρω από την πολιτιστική του ταυτότητα, διαμορφώνοντας έτσι την εθνική συνείδηση μέσω της ομοιότητας σε διάφορες πτυχές της ανθρώπινης ζωής, καλλιεργώντας παράλληλα και το αίσθημα του «συνανήκειν». Όμως, υπάρχει και το ενδεχόμενο να βασιστεί πάνω στον επεκτατισμό, τη μισαλλοδοξία, και τον φυλετισμό, όπου προάγεται η εγελιανή κυριαρχία ενός έθνους έναντι των υπολοίπων. Από την άλλη, αναλύεται η διεθνικότητα και ο ρόλος του διεθνισμού, δηλαδή η συνεργασία μεταξύ κρατών και η σταδιακή ανάπτυξη εμπορικών και πολιτισμικών σχέσεων στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης κοινότητας, όπου τα σύνορα και η εθνική ταυτότητα μιας χώρας φαίνεται να παίζουν ολοένα και μικρότερο ρόλο. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι οι «διεθνικές κοινότητες» είναι απελευθερωμένες από προβλήματα: η παγκοσμιοποίηση, παρότι ενδυναμώνει τη συνεργασία και την αλληλεγγύη, διευκολύνει τις εμπορικές μεταφορές και εξομαλύνει τις όποιες πολιτισμικές διαφορές, είναι επίσης υπεύθυνη για την άνοδο ενός άκρατου κορποκρατισμού (άναρχο-καπιταλισμός), αλλά και για τη δημιουργία αντιδραστικών δυνάμεων, όπως ο υπερεθνικισμός, ο αντιαμερικανισμός και ο θρησκευτικός φανατισμός. Η πολυπολιτισμικότητα και τα είδη κοσμοπολιτισμού δε θα μπορούσαν να μην έχουν τους επικριτές τους…
Ωστόσο, έχουμε πράγματι δημοκρατία; Είναι επιτεύξιμη; Πόσα είδη υπάρχουν; Είναι το ιδανικό πολίτευμα, επειδή η εξουσία πηγάζει από τη γενική βούληση του λαού ή τελικά ο Alexis de Tocqueville είχε δίκιο, όταν αναφέρονταν στη δημοκρατία ως «τυραννία της πλειοψηφίας»; Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία εκφράζει και υπερασπίζεται όντως το «γενικό συμφέρον» ή κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατον, εξαιτίας της μη αντιπροσώπευσης ορισμένων κοινωνικών ομάδων ή λόγω ίσως του μορφωτικού χάσματος που υπάρχει μεταξύ του πολιτικού και των ψηφοφόρων του; Πρέπει να εκπροσωπεί άκριτα τα «πιστεύω» του λαού ή πρέπει να υπάρχει ένα περιθώριο αυτόνομης δράσης, επειδή ο λαός δεν ξέρει ποιο είναι τελικά το συμφέρον του, με αποτέλεσμα το ποίμνιο να χρειάζεται καθοδήγηση από τον ποιμένα; Ή μήπως ο Jeremy Bentham έχει δίκιο όταν υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει προτίμηση του κοινού, παρά μόνο η κυριαρχία του «ωφελιμισμού»;
Ποιο είναι το περιεχόμενο του «Δίκαιου», από πού πηγάζει, ποια είναι τα όρια δικαιοδοσίας και από πού επιβάλλεται, εκ των άνω ή εκ των κάτω; Οι άνθρωποι είναι προγραμματισμένοι να υπακούν σε ένα έμφυτο δίκαιο που καθορίζουν/δημιουργούν οι ίδιοι, ή η τάξη στην κοινωνία πρέπει να επιβάλλεται διαμέσου θεσπισμένης νομοθεσίας από μια ισχυρή αρχή, ώστε όλοι να αποφύγουμε να επιστρέψουμε στην πρότερη άναρχη φυσική μας κατάσταση, όπως ισχυρίζεται ο Hobbes; Έχουμε την ελεύθερη βούληση να επιλέξουμε την υπακοή ή είμαστε εξαναγκασμένοι να το κάνουμε για χάρη του κοινωνικού συνόλου; Έχουμε έστω την επιλογή να καθορίσουμε το δίκαιο βάσει του προσωπικού μας ηθικού κώδικα ή η ηθική και το δίκαιο είναι αυτόνομα μεταξύ τους, με τον Νόμο να καθορίζεται βάσει της αντίληψης της πλειοψηφίας (ή της εξουσίας); Μήπως όλα τα παραπάνω είναι μια καλοστημένη πλάνη, όπως ισχυρίζονται οι μαρξιστές και αναρχικοί στοχαστές, ώστε η άρχουσα ελίτ να διατηρήσει τα ηνία του ελέγχου των πλουτοπαραγωγικών πηγών, την πειθαρχία του λαού, την ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του καπιταλισμού; Μήπως τελικά έχουν δίκιο ότι ο άνθρωπος, όντας κοινωνικό ον, δε χρειάζεται να περιορίζεται από νόμους, βρίσκοντας μόνος του τη «χρυσή τομή», δίχως τη χρήση βίας, τιμωρίας ή της απειλής αυτών;
Τα παραπάνω είναι μόνο μερικές από τις θεματικές που τίθενται επί τάπητος. Επεξηγηματικές ερωτήσεις και η επιπλέον βιβλιογραφία στο τέλος του κάθε κεφαλαίου καθιστούν το συγκεκριμένο εγχειρίδιο ένα εργαλείο-βοήθημα για κάθε νεαρό σπουδαστή πολιτικών επιστημών, που επιθυμεί να εμβαθύνει περαιτέρω στο αντικείμενό του.