Του Δημήτρη Πέτικα,
Ο ανθρώπινος πολιτισμός ανέκαθεν επεδίωκε την εξερεύνηση του κόσμου, την αναζήτηση συνθηκών που θα αποτελούσαν έρεισμα για την ευδοκίμηση των φιλοδοξιών και των ενεργειών του. Στην προκειμένη περίπτωση, θα περιγραφεί η αποίκηση της Ισλανδίας, ενός κράτους που εντοπίζεται στην περιοχή της σημερινής βόρειας Ευρώπης και γειτνιάζει με τις Νήσους Φερόε, τη Γροιλανδία και τη Νορβηγία. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι χαρακτηρίζεται ως το 18ο νησί παγκοσμίως ως προς την έκτασή του, ενώ καταλαμβάνει τη 2η θέση για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, πίσω μόνο από τη Μεγάλη Βρετανία.
Η πρώτη φάση του αποικισμού της χρονολογείται μεταξύ του 874 – 930 μ.Χ., φάση κατά την οποία οι Νορβηγοί Βίκινγκς, μαζί με τους Κέλτες δούλους τους, αποτέλεσαν τους πρώτους αποίκους. Την αρχή της εξερεύνησης του νησιού για τους Νορβηγούς έκανε ο Βίκινγκ Naddoddr, ο οποίος, άθελά του, βρέθηκε στην περιοχή, καθώς ως προορισμό του είχε τις Νήσους Φερόε, στην πορεία έχασε όμως τον προσανατολισμό του. Όταν έφτασε στην Ισλανδία, της έδωσε την ονομασία «Snaeland», ή αλλιώς, «Χώρα του χιονιού». Το ότι έκανε, όμως, την αρχή δεν σήμαινε ότι θα ήταν και ο μοναδικός που θα ανακάλυπτε το μεγάλο αυτό νησί, με έναν άλλον Βίκινγκ, αυτή τη φορά σουηδικής καταγωγής, τον Garðarr Svavarsson, να επακολουθεί. Εκείνος ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε ότι επρόκειτο για ένα νησί, και του έδωσε την ονομασία Garðarshólmi, προερχόμενη από το όνομα του ιδίου. Παρ’ όλα αυτά, οι δύο προαναφερόμενοι πήγαν κατά λάθος. Την πραγματική σκόπιμη αποίκηση της Ισλανδίας την έκανε ο Flóki Vilgerðarson, ο οποίος και έδωσε και τη τελική ονομασία στη νήσο-κράτος (σσ. Ισλανδία).
Απ΄ όλους όσοι αναφέρθηκαν προηγουμένως, κανένας δεν έμεινε εν τέλει στην Ισλανδία, αλλά πήραν όλοι τους, ανεξαιρέτως, τον δρόμο της επιστροφής για τα πάτρια εδάφη. Εκείνοι που όντως πήγαν στο νησί με σκοπό την ανάλυσή του, έτσι ώστε να βγάλουν πόρισμα δυνατής μόνιμης εγκατάστασής εκεί, ήταν ο Ιngólfr Αrnarson μαζί με τον ετεροθαλή αδελφό του, Hjörleifr Hróðmarsson. Η ανάλυση αυτή πραγματοποιήθηκε μέσα σε έναν χειμώνα, ενώ, όταν καταστάλαξαν στην άποψη ότι είναι απόλυτα κατοικήσιμη περιοχή, έφυγαν πάλι για τη Νορβηγία, με σκοπό να προετοιμάσουν τις καταλληλότερες δυνατές συνθήκες για μία άμεση εγκατάσταση.
Ο απόπλους με προορισμό τα ισλανδικά εδάφη δεν άργησε να γίνει, με τα δύο αδέλφια να αναχωρούν, αφήνοντας πίσω τους, στο πέρασμά τους, τα Νησιά Φερόε και τα νησιά Σέτλαντ. Η παράδοση των Βίκινγκς γενικά ήταν πολύ ιδιαίτερη, και στη συγκεκριμένη περίπτωση έπρεπε να πετάξουν στη θάλασσα δύο ξύλινους πυλώνες με επιγραφές και σημάδια διαφόρων θεών, αφήνοντας έτσι τη θεϊκή βούληση να ορίσει τους αρχικούς τόπους εγκατάστασης και χτισίματος των πρώτων πόλεων, μέσω της ροής των κυμάτων. Όταν αποβιβάστηκαν, χωρίστηκαν με σκοπό την εξερεύνηση και την εγκατάσταση σε δύο διαφορετικές περιοχές του νησιού.
Ωστόσο, πότε οι δούλοι αντιμετωπίζονταν με σεβασμό και αξιοπρεπώς για να συμβεί το ίδιο και τώρα; Δεν αποτέλεσε την εξαίρεση ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος, με τη στάση που είχαν απέναντί τους να αποβεί στο τέλος μοιραία. Αναλυτικότερα, όταν πέρασε το βαρύ κρύο και ήρθε η άνοιξη, ο Hjörleifr είχε διατάξει τους δούλους που είχε πάρει μαζί του να οργώσουν και, γενικότερα, να καλλιεργήσουν τη γη μονάχα με ένα βόδι, κάτι που προφανέστατα ήταν ανέφικτο. Αυτή η στάση εκνεύρισε πολύ τους δούλους, έτσι ένας από αυτούς αποφασίζει να προβεί στη δολοφονία του μοναδικού αυτού βοδιού, αναφέροντας αργότερα ότι απλά αποτέλεσε «το δείπνο μιας αρκούδας». Μετά από αυτή την ανακοίνωση, ο Hjörleifr απαίτησε την εύρεση της αρκούδας αυτής και τον επακόλουθο φόνο της και έστειλε τους φρουρούς του στο δάσος που υποτίθεται ότι εκείνη διέφυγε. Παράλληλα, εκεί είχαν στήσει ενέδρα οι απεγνωσμένοι και αφηνιασμένοι δούλοι, οι οποίοι τους επιτέθηκαν και τους δολοφόνησαν όλους δίχως εξαιρέσεις, ενώ μετά από αυτούς, ακολούθησε η δολοφονία του ίδιου του Hjörleifr. Κατόπιν πήραν ένα πλοίο του και διέφυγαν στα νησιά Westman, νότια της Ισλανδίας.
Ο αδελφός του, Ιngólfr, κατάλαβε τι είχε συμβεί όταν έστειλε μερικούς φρουρούς του να ψάξουν για τους ξύλινους πυλώνες στο νησί, ενώ, αφότου αντιλήφθηκε αυτή τη σκληρή πράξη, όντας εξοργισμένος για τον χαμό του Hjörleifr, διατάζει την άμεση εύρεση και εκτέλεση όλων των δούλων. Με το πλοίο να λείπει, ήταν σίγουρος πλέον ότι εκείνοι είχαν καταφύγει στα νησιά Westman, και έπλευσε αμέσως για εκεί. Οι δούλοι, όταν τους είδαν να καταφθάνουν, πανικοβλήθηκαν και άρχισαν να ψάχνουν οδό διαφυγής, ενώ ο μπροστάρης των δούλων, Doufthakour, πήδηξε από έναν γκρεμό και αυτοκτόνησε.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Karlsson, G. (2000), The History of Iceland, University Of Minessota Press.
- Πληροφορίες από την ιστοσελίδα greatnavigators.com. Διαθέσιμο εδώ.