Της Ιωάννας Γιαβρούτα,
Το 1944 φαινόταν ότι η Γερμανία θα έχανε τον πόλεμο. Οι Σοβιετικοί προήλαυναν προς το γερμανικό Reich, ενώ τα γερμανικά στρατεύματα που βρίσκονταν στα Βαλκάνια εν τέλει θα περικυκλώνονταν. Η κατάσταση στην Ελλάδα ήταν αρκετά σύνθετη. Η Αγγλία φοβόταν μήπως η Ελλάδα προσχωρήσει στο «κομμουνιστικό μαντρί», γεγονός που θα έβλαπτε τα εμπορικά και στρατηγικά συμφέροντά της στην Ανατολική Μεσόγειο. Γι’ αυτόν τον σκοπό, η Αγγλία είχε δημιουργήσει μια σειρά από συντονιστικά όργανα, όπως την Υπηρεσία Ειδικών Επιχειρήσεων (Special Operations Executive, SOE), η οποία συστήθηκε μετά τα συμβάντα της Δουνκέρκης το 1940, πέραν του Υπουργείου Άμυνας και το Υπουργείο Εξωτερικών Υποθέσεων. Παρά τα όποια προβλήματα προέκυπταν κατά καιρούς μεταξύ τους, ο σκοπός και οι στόχοι ήταν κοινοί, δηλαδή η αποπεράτωση των επιχειρήσεων δολιοφθοράς, τη διάδοση αντιναζιστικής προπαγάνδας και την υποκίνηση επαναστατικών ενεργειών και κινημάτων σε κατεκτημένες περιοχές. Στην Ελλάδα, πράκτορες της SOE δραστηριοποιήθηκαν ήδη από την Κατοχή, ενώ οι δράσεις τους εντατικοποιήθηκαν από το 1944 και μετά.
Οι Άγγλοι επιθυμούσαν την ομαλή μετάβαση της χώρας πίσω σε δημοκρατικό καθεστώς, κατά προτίμηση με την επιστροφή της εξόριστης κυβέρνησης της Αιγύπτου με επικεφαλής τον «αχυράνθρωπο» (strawman) των Άγγλων, τον Γεώργιο Παπανδρέου, αποκλείοντας μ’ αυτόν τον τρόπο τον ΕΑΜ-ΕΛΑΣ από την εξουσία και, συνεπώς, και τα σοβιετικά συμφέροντα. Επαφές με Γερμανούς διοικητές ξεκίνησαν να διενεργούνται από το 1944, ώστε οι τελευταίοι να διαπραγματευτούν τους όρους παράδοσής τους. Σύμφωνα με έκθεση τις SOE, με ημερομηνία 13 Αυγούστου, φαίνεται ότι οι Γερμανοί συμφώνησαν να υπακούν σε βρετανικές εντολές μέχρι την οριστική τους εκκένωση από την Ελλάδα.
Τον Σεπτέμβριο του 1944, ξεκινάει η εκκένωση της Ελλάδας από τα γερμανικά στρατεύματα, με αποκορύφωμα την απελευθέρωση της Αθήνας στις 12 Οκτωβρίου 1944. Ενδεικτική είναι η κατάσταση που επικράτησε στην Πελοπόννησο πριν την άφιξη των Βρετανών στις 7 Οκτωβρίου, όπου οι Γερμανοί, κατά την υποχώρηση, κατέστρεψαν ολοσχερώς τις συγκοινωνίες, αφήνοντας, ωστόσο, τον πολεμικό τους εξοπλισμό στα Τάγματα Ασφαλείας. Ο ΕΛΑΣ δεν παρέμεινε με σταυρωμένα τα χέρια: εξουδετέρωσε τους ταγματασφαλίτες και κυρίευσε την Πελοπόννησο. Στην Κρήτη τα πράγματα, όμως, ήταν πολύ διαφορετικά: οι Γερμανοί στρατιώτες μαζεύτηκαν στη Σούδα και το αεροδρόμιο του Μάλεμε, ώστε να αναχωρήσουν με όποιο μέσο έβρισκαν διαθέσιμο. Η εκκένωση του νησιού, όμως, από τα γερμανικά στρατεύματα ήταν ανεπιτυχής, τουλάχιστον εν μέρει. Μόλις οι 50 από τις 67.000 Γερμανοϊταλών είχαν καταφέρει να διαφύγουν, καθώς οι Βρετανοί φρόντισαν να καταστραφούν τα γερμανικά αεροπλάνα, που ήταν καθηλωμένα πίσω στην ηπειρωτική Ελλάδα. Οι 17.000 που παγιδεύτηκαν (11.800 Γερμανοί, 4.700 Ιταλοί) με επικεφαλής τον Υποστράτηγο Hans Georg Benthack (Μπέντακ) κατέλαβαν μια παραλιακή λωρίδα γης μήκους 67 χλμ. (Γιωργιούπολη έως Πλακάλωνα Κισσάμου) που περιλάμβανε τη Σούδα, το Μάλεμε και τα Χανιά. Η λωρίδα αυτή ονομάστηκε «Οχυρά Θέση Κρήτης».
Οι Γερμανοί δεν παρέμειναν άπρακτοι κατά την παραμονή τους στην Κρήτη. Αντίθετα, επιτίθονταν σε αντάρτικες ομάδες μέχρι σχεδόν την τελευταία μέρα πριν την οριστική αποχώρησή τους από το νησί, κυρίως στις θέσεις Κεραμειά (11 Νοεμβρίου 1944) και στο Βαφέ Αποκορώνου (8 Δεκεμβρίου 1944). Ούτε, φυσικά, θα μπορούσαν να λείπουν οι εκτελέσεις: 23 άτομα θανατώθηκαν στο χωριό Αγιά. Στις 14 Νοεμβρίου 1944 ο Benthack εξέδωσε προκήρυξη στην οποία ισχυριζόταν ότι τα Χανιά ήταν ελεύθερα από τον κομμουνιστικό κίνδυνο, ενώ προειδοποιούσε το Βελεγρή (Εθνική Ομάδα Κρήτης, ΕΟΚ) ότι τυχόν ενοχλήσεις προς τους Ιταλούς, όπως και οι προτροπές για λιποταξία, θα είχαν βαρύ αντίτιμο αίματος. Οι Γερμανοί δεν θα αφοπλιστούν παρά πολύ αργότερα, στις 23 Νοεμβρίου 1945, οπότε και έφθασε στην Κρήτη το βρετανικό σύνταγμα Hampshire.
Η Ελληνική κυβέρνηση έφθασε στην Αθήνα στις 18 Οκτωβρίου και ανέλαβε τα καθήκοντά της. Όλη η Ελλάδα -εκτός της προαναφερθείσας λωρίδας- είχε πλέον απελευθερωθεί. Ωστόσο, όπως αναφέρει ο καθηγητής Γιώργος Μαργαρίτης, σε γενικές γραμμές ο ΕΛΑΣ υπήρξε αναποτελεσματικός στο να αντιμετωπίσει τους Γερμανούς. Ο Γ.Γ. του ΚΚΕ, Γιώργος Σιάντος, θέλησε να οργανώσει στην Αθήνα εκστρατευτικό σώμα με επικεφαλής τον Κρητικό Βαγγέλη Παπαδάκη, γνωστό με το παρατσούκλι «Καπετάν Λευτεριά», και να τον στείλει στο νησί. Τα Δεκεμβριανά, όμως, ματαίωσαν αυτήν την προσπάθεια. Τον Γενάρη του 1945, ο υποστράτηγος Γ. Φουντουλάκης ίδρυσε τη Στρατιωτική Διοίκηση Κρήτης, όμως αυτή δεν αναγνωρίστηκε ούτε από τους Άγγλους, ούτε από την ελληνική κυβέρνηση.
Βέβαια, όπως προαναφέραμε, οι πράκτορες της SOE ήδη είχαν αναπτυχθεί στο νησί, με σκοπό τη γερμανική υπονόμευση και την προάσπιση των βρετανικών συμφερόντων, κάτι που επιβεβαιώνει και ο ίδιος ο Churchill. Για παράδειγμα, η χανιώτικη εφημερίδα Δημοκρατία το 1946 δημοσίευσε κείμενο, στο οποίο ο Άγγλος αξιωματικός Fielding προπαγανδίζει πως η Κρήτη κάλο θα ήταν να παραμείνει όχι μόνο υπό αγγλική επιρροή, αλλά και αγγλική κατοχή. Αυτό εξηγεί και την εμμονή των Άγγλων για την απόκτηση στρατιωτικών βάσεων στην περιοχή της Σούδας. Μια άλλη μαρτυρία, αυτή του Eμμανουήλ Μπαντουβά, η οποία έγινε στον καθηγητή Αντώνη Σανουδάκη, υποστήριζε ότι ο πράκτορας της SOE, Monty Woodhouse, του πρότεινε τη δημιουργία «αυτονομιστικής κινήματος», με αντάλλαγμα ο Μπαντουβάς να γίνει ο πρώτος πρόεδρος αυτής της νέας «Κρητικής Πολιτείας». Μάλιστα, ενδείξεις περί αυτονομιστικών δράσεων έκαναν την εμφάνισή τους στο Ρέθυμνο, με επικεφαλής κάποιον Παπαδόγιαννη, κατά τον Δημήτρη Βλαντά.
Τον Μάιο του 1945, η χιτλερική Γερμανία παραδίνεται άνευ όρων στους Συμμάχους. Η κατάσταση για τους «Κρητικούς» Γερμανούς δυσκολεύει. Ο Benthack παραδίδεται και αυτός, ενώ επιβιβάζεται στο τελευταίο αεροσκάφος της Luftwaffe και φεύγει από το αεροδρόμιο του Ηρακλείου στις 9 Μαΐου. Το ίδιο βράδυ, στη βίλα «Αριάδνη» της Κνωσού, γράφτηκε ο επίλογος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Βρετανός ταξίαρχος Kirkman και ο Γερμανός Διοικητής της γερμανοϊταλικής Φρουράς της Κρήτης υπέγραψαν σύμφωνο παράδοσης με τους εξής όρους: υπακοή στους Βρετανούς και παράδοση του στρατιωτικού εξοπλισμού, ώστε να μην πέσει στα χέρια των ανταρτών του ΕΑΜ.
Τελικά, ο Φουντουλάκης ως Στρατιωτικός Διοικητής της Κρήτης δέχτηκε τη συνθηκολόγηση της γερμανοϊταλικής φρουράς, με τους τελευταίους να εγκαταλείπουν το νησί, με τη συνδρομή των Βρετανών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Καμπουράκης, Δημήτρης (2013), Μια Σταγόνα Ιστορία: Μέρος Τρίτο, Αθήνα: Εκδ. Πατάκη
- Μανουσογιαννάκης, Σήφης (2019), Απελευθέρωση Κρήτης 1945, διαθέσιμο ΕΔΩ