Του Τιμολέοντος Παλαιολόγου,
Ο όρος «Αμερικάνος» και «αμερικανικός» συνήθως χρησιμοποιείται από τους ανθρώπους, εσφαλμένα, για να περιγράψει την προέλευση από τις Η.Π.Α., οι οποίες πάλι, εν τη ρύμη του λόγου, αναφέρονται ως Αμερική, και καθ’ αυτόν τον τρόπο προσπερνάμε την ύπαρξη της ομώνυμης ηπείρου. Ο όρος Αμερικανική Ιστορία, λοιπόν, ενώ θεωρητικά προσδιορίζει την ιστορία ολόκληρης της αμερικανικής ηπείρου, χρησιμοποιείται εν τούτοις και έχει πλήρως ταυτιστεί με την ιστορία μίας μόνο χώρας, των Η.Π.Α. Βάσει αυτής της προσέγγισης, σήμερα θα δούμε πώς η «Αμερικανική» Ιστορία εντάσσεται, αλλά δεν αποτελεί το σύνολο της Αμερικανικής Ιστορίας και μια μάχη μεταξύ δύο κόσμων με, θεωρητικά, ιδιαίτερους ηττημένους και νικητές.
Βρισκόμαστε στο έτος 1876, στον απόηχο του εμφυλίου πολέμου μεταξύ της «Ένωσης» των Βόρειων και της «Συνομοσπονδίας» των Νότιων. Οι πολιτείες των Η.Π.Α είναι μόλις 38, ενώ τα υπόλοιπα εδάφη που ελέγχουν οι Αμερικάνοι, οι σημερινές πολιτείες δηλαδή, ονομάζονται περιοχές (territories). Αυτή την περίοδο, έχουν βρεθεί μεγάλες ποσότητες χρυσού προς εξόρυξη στην περιοχή Black Hills, που άνηκε διοικητικά στην Περιοχή της Dakota (Dakota Territory) και είχε αποδοθεί για αποκλειστική χρήση των ιθαγενών κατοίκων της περιοχής από τις φυλές Lakota και Cheyenne (Συνθήκη του Fort Laramie, 1868). Ωστόσο, λόγω της αυξανόμενης μετανάστευσης, λευκοί άποικοι άρχισαν να εισέρχονται εντός των ορίων της περιοχής των Sioux Ινδιάνων, χωρίς η Κυβέρνηση των Η.Π.Α. να μπορεί να τους σταματήσει. Αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης είναι όταν βρέθηκε χρυσός στην περιοχή Black Hills (σημερινή Νότια Dakota), όποτε και η Αμερικανική Κυβέρνηση επιχείρησε να επαναδιαπραγματευτεί με τους ιθαγενείς, προκειμένου να εξορύξουν τον χρυσό, κάτι που οι ιθαγενείς αρνήθηκαν, θεωρώντας ιερή την περιοχή αυτή.
Έτσι, με υπαιτιότητα της Αμερικανικής Κυβέρνησης και αποκλειστικό σκοπό τον έλεγχο των αποθεμάτων χρυσού, αλλά και των υψιπέδων του Black Hill, γνωστών για την ξυλεία, που θα ενίσχυε τη μεγάλη ζήτηση για υλοτομία, ξεκίνησε, τo 1876, μια σύρραξη μεταξύ των ιθαγενών Ινδιάνων και της Κυβέρνησης των Η.Π.Α γνωστή ως ο Μεγάλος Πόλεμος των Σίου (the Great Sioux War of 1876).
George Armstrong Custer
O Αντισυνταγματάρχης George Armstrong Custer (Κάστερ) γεννήθηκε το 1839. Ήταν διακεκριμένος στρατιωτικός, απόφοιτος της Στρατιωτικής Ακαδημίας του West Point, N.Y. και είχε λάβει τον βαθμό του Επίτιμου Υποστράτηγου, λόγω της συμμετοχής του στον Αμερικανικό Εμφύλιο. Η ιδιοσυγκρασία του τον ανύψωσε σε ένα χαρισματικό, θαρραλέο διοικητή, με ιδιαίτερη στρατιωτική ευφυΐα. Ωστόσο, η φήμη του Custer υπήρξε πάντα αμφιλεγόμενη. Θεωρείται ότι ήταν άστατος ως άνθρωπος, καθώς και δε μετρίαζε τις ανθρώπινες απώλειες των στρατιωτών του, οι οποίοι φαίνεται να τον θεωρούσαν αυταρχικό και να μην έτρεφαν ιδιαίτερη συμπάθεια προς το πρόσωπό του. Είχε καταδικαστεί, μάλιστα, το 1867, από στρατοδικείο για λανθασμένη αξιοποίηση στρατιωτικής περιουσίας, καθώς και για εγκατάλειψη της θέσης του στο Fort Wallace της πολιτείας του Κάνσας. Παρόλα αυτά, η δημοτικότητα του Custer ήταν αδιαμφισβήτητη μεταξύ του απλού λαού και συνδεόταν άμεσα με τους αγώνες εναντίον των «κακών» ιθαγενών Ινδιάνων. Πάνω στους ερυθρόδεσμους είχε βασίσει την στρατιωτική του καριέρα, ενώ επιθυμούσε να τελειώσει μαζί τους μια και καλή, καταφέρνοντας μια συντριπτική νίκη εναντίον τους και ανοίγοντας το δρόμο για τους νέους αποίκους που ήθελαν να εγκατασταθούν στις νέες περιοχές, αλλά και στους τυχοδιώκτες χρυσοθήρες.
Μάχη του Little Bighorn
Όπως αναφέρθηκε, ο πόλεμος αυτός προέκυψε λόγω της πρόθεσης της Κυβέρνησης των Η.Π.Α. να κάνει χρήση των πλούσιων αποθεμάτων χρυσού στο Black Hill, μέρος που εθεωρείτο ιερό για τους Ινδιάνους. Ηγέτης των Lakota Sioux ήταν ο «Καθήμενος Ταύρος» (Sitting Bull), ο οποίος συγκέντρωσε μαζί με τον φύλαρχο «Τρελό Άλογο» (Crazy Horse) περί τους 10.000 άνδρες στην όχθη του ποταμού Little Bighorn στην περιοχή της Montana (Montana Territory), έτοιμους να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε επίθεση. Οι Αμερικανοί, από πλευράς τους, είχαν αποστείλει τρεις ομάδες, οι οποίες χωρίστηκαν ανάλογα με το οχυρό από το οποίο θα ξεκινούσαν. Στις 25 Ιουνίου 1876, ο Αντισυνταγματάρχης George Armstrong Custer, διοικητής της 7ης ίλης ιππικού, διαταχθείς απευθείας από τον Στρατηγό Alfred Terry να διενεργήσει αναγνωριστική εξόρμηση της περιοχής, άρχισε να κινείται προς το Little Bighorn με τη δύναμη των 600 ανδρών που διέθετε.
Οι Ινδιάνοι πληροφορήθηκαν για την κίνηση των Αμερικανών και προετοιμάστηκαν καταλλήλως, τα μεν γυναικόπαιδα μεταφέρθηκαν σε ασφαλή τοποθεσία από τον «Καθήμενο Ταύρο» και οι δε πολεμιστές συγκεντρώθηκαν από τον «Τρελό Άλογο». Οι πληροφορίες που διέθεταν οι Αμερικανοί ήταν λανθασμένες και αντί των περίπου 800 πολεμιστών που περίμεναν να αντιμετωπίσουν αντίκρισαν περί τους 2.000 πολεμιστές Sioux και Cheyenne, άρτια εξοπλισμένους, έτοιμους να προστατέψουν τις οικογένειές τους. Οι Ινδιάνοι έπιασαν εξ απίνης τους Αμερικανούς, οι οποίοι κινούνταν διάσπαρτοι στην πεδιάδα. Σε αυτό το σημείο, ο Custer διέσπασε την ίλη σε τρεις ομάδες, 210 υπό τις διαταγές του ίδιου, 174 υπό τις διαταγές του Ταγματάρχη Marcus Reno και οι υπόλοιποι υπό τις διαταγές του λοχαγού Frederick Benteen. Η ομάδα του Custer θα επιτίθετο βόρεια, η ομάδα του Reno θα επιτίθετο αφού διέσχιζε τον ποταμό, ενώ το απόσπασμα του Benteen είχε τοποθετηθεί νότια, προκειμένου να εμποδίσει τη διαφυγή από το πεδίο της μάχης. Εφεξής, οι απόψεις αρχίζουν να διίστανται με τους μεν να αναφέρουν ότι υποχώρησαν οι Ινδιάνοι, έπειτα από επίθεση του Reno, και τους δε να αναφέρουν το ακριβώς αντίθετο. Σε κάθε περίπτωση, το 1/3 των ανδρών του Reno τραυματίστηκε ή σκοτώθηκε. Ο Custer, λοιπόν, δίχως να γνωρίζει τι συνέβη στο απόσπασμα του Reno κινήθηκε από βορρά και με στόχο να επιτεθεί προς το στρατόπεδο, στο αντίκρισμα του οποίου αντιλήφθηκε τον πραγματικό όγκο των ινδιάνικων δυνάμεων, ο οποίος ήταν αρκετά μεγαλύτερος από ό,τι ανέμενε.
Οι δυνάμεις του Custer περικυκλώθηκαν και εξουδετερώθηκαν μέχρι τον τελευταίο. Παρά τις προσπάθειες του αντισυνταγματάρχη να αλλάξου το ρου της μάχης, οι Αμερικάνοι δεν διέθεταν τους απαραίτητους αριθμούς για να αντιμετωπίσουν την πολυάριθμη συνδυαστική δύναμη των ιθαγενών (Sioux, Cheyenne, Arapaho) που προσέγγιζε συνολικά τις 12.000. Στη μάχη έχασαν τη ζωή τους, περίπου, 200 Αμερικανοί στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου του Custer, ο οποίος έγινε αργότερα πρότυπο ανδρείας και εθνικός ήρωας. Το παράξενο της υπόθεσης είναι όμως το εξής: η αιτία θανάτου του Custer μέχρι και σήμερα αμφισβητείται. Υπάρχει η άποψη ότι αυτοκτόνησε για να μην πέσει στα χέρια των ιθαγενών. Αυτό θα εξηγούσε και το γεγονός πως οι ιθαγενείς δεν πήραν ούτε τα ρούχα ούτε το σκαλπ του, όπως είθισται, ούτε ακρωτηρίασαν το σώμα του, καθώς η εθιμοτυπία δεν επιτρέπει να πειράξουν το σώμα ατόμων που είχαν αυτοκτονήσει. Ωστόσο, άλλοι ιστορικοί το ερμήνευσαν ως ένδειξη σεβασμού προς το πρόσωπο του. Κάποιοι άλλοι υποστήριξαν ότι οι Ινδιάνοι δεν παρατήρησαν το σώμα του Κάστερ, ούτε τον θεώρησαν στρατιωτικό, καθώς δεν φορούσε στρατιωτική περιβολή, αλλά δερμάτινα.
Αν και η μάχη του Little Bighorn έληξε με ηττημένους τους Αμερικανούς και νικητές τους Ινδιάνους, το ίδιο δεν ισχύει και για τον πόλεμο, ο οποίος έληξε με ήττα των Ινδιάνων, καθότι το Αμερικανικό Κογκρέσο, σε αντίποινα της ήττας στο Little Bighorn, προσάρτησε την περιοχή Black Hills στην επικράτεια των Η.Π.Α.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Battle of the Little Bighorn (2020), από την ιστοσελίδα history.com, διαθέσιμο εδώ
- Urwin, Gregory J.W., Battle of the Little Bighorn, από την Britannica Encyclopedia, διαθέσιμο εδώ
- Powers, Thomas (2010), How the Battle of Little Bighorn Was Won, από το The Smithsonian Magazine, διαθέσιμο εδώ
- Barrett, Carole A., Sioux Wars, διαθέσιμο εδώ
- Stewart Robert., Twist, Clint. & Horton, Edward (2004), Μυστήρια της Ιστορίας, μτφ. Λάμπρος Καραγεώργος, Αθήνα: Εκδ. Σαββάλα
- Rayner, Ed & Stapley, Ron (2014), Ανατρέποντας την Ιστορία, τομ. Β΄, μτφ. Ανίτα Γρηγοριάδου, Αθήνα: Εκδ. Ενάλιος, ειδ. έκδοση για την εφημερίδα Το Βήμα