Της Ελένης Καραμπίνη,
Η άσκηση επιρροής, μέσω του εμπορίου και των επενδύσεων, αποτελεί χαρακτηριστικό της χάραξης στρατηγικής της Κίνας, η οποία, ολοένα και περισσότερο, διευρύνει τους επενδυτικούς της εταίρους ανά την υφήλιο. Ήδη, από τότε που μας συστήθηκε για τα καλά ο 21ος αιώνας ως ο «αιώνας της Κίνας», παρατηρούμε την κορύφωση του ανταγωνισμού των δύο μεγάλων δυνάμεων για την επίτευξη άσκησης διεθνούς επιρροής, δημιουργώντας το κλίμα ενός εναλλακτικού «Ψυχρού Πολέμου».
Από τη δική της πλευρά, η Κίνα προσπαθεί να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στις επενδύσεις και να προσεταιριστεί τα κράτη με τα οποία δημιουργεί αντίστοιχο είδος σχέσης στα εθνικά της συμφέροντα. Στα πλαίσια της πρωτοβουλίας “Belt and Road Initiative” ήδη κατάφερε να διευρύνει τις επενδύσεις της στην Αφρική, με τη δημιουργία άμεσων ξένων επενδύσεων, ώστε να προσφέρει οφέλη στην ήπειρο με αντάλλαγμα την υποστήριξη των ψηφισμάτων της στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και την αναγνώριση του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Κατ’ αναλογία, η Λατινική Αμερική αποτελεί σημαντικό πεδίο άσκησης επιρροής για την Κίνα, η οποία, σχεδόν ανέκαθεν, είχε τις μεγαλύτερες σχέσεις εξάρτησης με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Από την εποχή του Δόγματος Μονρόε, σύμφωνα με το οποίο οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν επιθυμούσαν ανάμειξη ή διείσδυση των Ευρωπαίων στην αμερικανική ήπειρο, η ίδια νοοτροπία παραμένει και στις μέρες μας. Ωστόσο, η διείσδυση της Κίνας στην αγορά των χωρών της Λατινικής Αμερικής αποτελεί πραγματική απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες; Ποιο είναι το επίπεδο ανταγωνισμού των δύο χωρών στην περιοχή;
Πριν επιχειρηθεί η απάντηση των παραπάνω ερωτημάτων, αξίζει να σημειώσουμε στο σημείο αυτό ότι ο μέγιστος στόχος της διείσδυσης της Κίνας στις αγορές είναι η δημιουργία εξάρτησης, χωρίς να διαθέτει τις οποιεσδήποτε βλέψεις επιβολής του καθεστώτος της ή επεκτατισμού. Έτσι, δεν είναι τυχαίο που οι επιλογές της ανακατευθύνονται σε κράτη με υβριδικά καθεστώτα ή χαμηλό επίπεδο ζωής, ώστε να καταφέρει να φτάσει το μεγαλύτερο επίπεδο εξάρτησης και, συνεπώς, να δημιουργήσει ευνοϊκές προϋποθέσεις υποστήριξης των πολιτικών της από τις εξαρτώμενες χώρες.
Ας προχωρήσουμε, όμως, στα πραγματικά δεδομένα… Από το 2000 έως το 2020, το εμπόριο της Κίνας με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής έχει γίνει 26 φορές μεγαλύτερο με την πρόβλεψη του διπλασιασμού των σημερινών δεδομένων των εμπορικών τους σχέσεων μέχρι το 2035. Το ποσό των εμπορικών συναλλαγών φτάνει, και ίσως κιόλας ξεπεράσει, τα 700 δισεκατομμύρια δολάρια. Ακόμα, δεν αποκλείονται οι πιθανότητες η Κίνα να φτάσει στην κορυφή των επενδυτών, έχοντας τον έλεγχο περισσότερου από το 25% του συνολικού εμπορίου της ηπείρου. Η επιλογή της Λατινικής Αμερικής για επενδύσεις οφείλεται, επιπλέον, στην εκμετάλλευση των φυσικών της πόρων και χρήσιμης πρώτης ύλης και προϊόντων, με την Κίνα να προσφέρει τις δυνατότητες τεχνολογίας της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης (5G) και της τεχνητής νοημοσύνης. Το μεγαλύτερο ποσοστό του εμπορικού ισοζυγίου των χωρών της Λατινικής Αμερικής, ενώπιον της Κίνας, βρίσκεται στις εισαγωγές, με αποτέλεσμα η ήπειρος, μαζί με την Αφρική, να αποφέρουν πολλαπλά κέρδη στην Κίνα από τις εξαγωγές της, αλλά με το ρίσκο εμπορικών ελλειμμάτων για την περιοχή.
Αυτό που επιπρόσθετα φέρει έδαφος για τη διείσδυση της Κίνας στην περιοχή είναι μεν τα πολιτικά καθεστώτα, τα οποία η Κίνα προσπαθεί να επηρεάσει με την προώθηση του δικού της ιδεολογικού υποβάθρου, όπως επίσης και οι αμυδρές ενδοπεριφερειακές εμπορικές συναλλαγές, οι οποίες, σε σχέση με τις χώρες της Λατινικής Αμερικής, έχουν αυξηθεί μεταξύ των χωρών άλλων ηπείρων. Είναι, επίσης, γεγονός ότι, μετά την παγκόσμια κρίση του 2009, η Κίνα δανειοδότησε πολλές χώρες της ηπείρου, όπως τη Βενεζουέλα (65 δις δολάρια), τη Βραζιλία (21 δις δολάρια) και την Αργεντινή (15 δις δολάρια). Μάλιστα, η δανειοδότηση συνεχίστηκε ακάθεκτα σε αυτές τις χώρες, λόγω των πρόσφατων πολιτικών αναταραχών. Ένα άλλο αξιοσημείωτο, ίσως και παράδοξο, γεγονός αποτελεί η εξαγορά ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων από κρατικές επιχειρήσεις της Κίνας (όπως η State Grid, που παρέχει ηλεκτροδότηση στο 88% του κινεζικού εδάφους). Όσον αφορά τη Χιλή, η Κίνα επενδύει στο έδαφος εδώ και πέντε χρόνια, με αποτέλεσμα να γίνει η μεγαλύτερη πηγή ξένου κεφαλαίου για τη χώρα.
Και τι γίνεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες;
Με την εκλογή του Προέδρου Donald Trump, την υιοθέτηση πολιτικών προστατευτισμού και τη μετέπειτα μεταναστευτική κρίση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Λατινικής Αμερικής, δόθηκαν περισσότερες επενδυτικές ευκαιρίες για την Κίνα, η οποία κέρδισε την κοινή γνώμη σε βάρος της αντιμεταναστευτικής πολιτικής των Η.Π.Α. Ωστόσο, ο διάδοχός του, Joe Biden, φαίνεται να προσεγγίζει περισσότερο την ήπειρο με το άνοιγμά του σε προγράμματα υποδομών, προωθημένων από την ομάδα G7 για τις αναπτυσσόμενες χώρες, που αποτελούν αντίβαρο του Belt and Road Initiative της Κίνας. Επίσης, χώρες όπως το Μεξικό, τρέφουν παραδοσιακές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες επί του παρόντος δεν έχουν φθίνει ούτε υποβαθμιστεί. Παρά λοιπόν τα προαναφερθέντα, οι Η.Π.Α. εξακολουθούν να παραμένουν στην κορυφή των εμπορικών εταίρων των χωρών της Λατινικής Αμερικής, με την Κίνα να παραμένει στη δεύτερη θέση. Προκειμένου να παρεμποδίσει τη μεγαλύτερη ανάδυση της Κίνας στην περιοχή, η κυβέρνηση Biden οφείλει να υιοθετήσει μία στρατηγική προσέγγισης πιο αποτελεσματικής, ώστε οι Η.Π.Α. να διατηρήσουν το πάνω χέρι.
Συνιστά η Κίνα πραγματική απειλή για τις Ηνωμένες Πολιτείες στην περιοχή;
Δε θα πρέπει να αμελήσουμε το γεγονός ότι η πρόσβαση στο έδαφος των χωρών της Λατινικής Αμερικής δεν είναι τόσο εύκολη όσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί: σε σχέση με την Αφρική ή την Ασία, η Κίνα παρουσιάζει δυσκολίες στη σύναψη κυβερνητικών συμφωνιών για εκμετάλλευση πόρων ή στη δωροδοκία τοπικών κοινοτήτων για περιβαλλοντικούς λόγους. Επιπλέον, οι Ηνωμένες Πολιτείες, όπως έχει ήδη αναφερθεί, αποτελούσαν εμπορικό εταίρο της Λατινικής Αμερικής για πάνω από έναν αιώνα και η μεταβολή, ή η μετάβαση σε ένα καθεστώς καινούργιων επενδυτικών δεδομένων, δεν είναι εύκολη.
Ας μην ξεχνάμε, ωστόσο, ότι η τεχνολογική πρωτοπορία της Κίνας και η διείσδυση κινεζικών τεχνολογικών ειδών σε χώρες που χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά εγκληματικότητας, φτώχειας κι ανασφάλειας, αποτελούν για τον Λατινοαμερικανό καταναλωτή μέσο ασφάλειας και οφθαλμοφανής απόδειξη ανάπτυξης και εκμοντερνισμού.
Τέλος, αν παρατηρήσουμε το είδος αντιμετώπισης που λαμβάνει η Λατινική Αμερική από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα, θα διαπιστώσουμε πως η κάθε προσέγγιση διαφέρει ριζικά. Η κινεζική προσέγγιση φαίνεται πιο ευνοϊκή για την περιοχή: την αντιμετωπίζει ξεκάθαρα ως μια περιοχή ανάπτυξης, επενδυτικών ευκαιριών και τεχνολογικών προοπτικών. Από την άλλη πλευρά, οι Ηνωμένες Πολιτείες την αντιλαμβάνονται ως μία πηγή πολλαπλών προβλημάτων, ενώ η αμερικανική κυβέρνηση δεν παρουσιάζει σχεδόν καμία σύμπνοια με τις κυβερνήσεις της περιοχής, σε σύγκριση με την κινεζική κυβέρνηση.
Συνεπώς, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε αρκετά δεινή θέση, όσον αφορά την παρουσία της Κίνας στην περιοχή, ωστόσο θα δείξει τι μέλλει γενέσθαι στη συνέχεια της υπόλοιπης δεκαετίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Quietly Vying with US, China Boosts Trade, Investments with Latin America, VOA News, διαθέσιμο εδώ
- The Challenges of Chinese Investment in Latin America, World Economic Forum, διαθέσιμο εδώ
- China’s trade with Latin America is bound to keep growing. Here’s why that matters, World Economic Forum, διαθέσιμο εδώ
- The U.S. and China Are Battling for Influence in Latin America, and the Pandemic Has Raised the Stakes, Time, διαθέσιμο εδώ
- The US Still Doesn’t Understand China’s Strategy in Latin America, The Diplomat, διαθέσιμο εδώ
- China’s growing trade and investment in Latin America outpaces its influence in the region’s media and civil society, Council on Foreign Relations, διαθέσιμο εδώ