Της Αριάδνης-Παναγιώτας Φατσή,
Η παιδαγωγική επιστήμη έχει, κατά την εξέλιξή της, περάσει από πολλά στάδια και επηρεαστεί από σημαντικούς διανοητές. Όπως και σε κάθε άλλο επιστημονικό πεδίο, οι απόψεις που κατά καιρούς εκφράζονταν, ιδιαίτερα όταν τύχαινε να είναι κάπως επαναστατικές ή προοδευτικές για την εποχή τους, συχνά συναντούσαν επιφυλάξεις ή και αρνητικές κριτικές. Όταν ο Paulo Freire μίλησε πρώτη φορά για την «αγωγή του καταπιεζόμενου», με βασικό επιχείρημα ότι η εκπαίδευση πρέπει να αναμορφωθεί από τους καταπιεσμένους ανθρώπους και για τους ίδιους, ακόμη και προοδευτικοί σύγχρονοί του ακαδημαϊκοί κατέκριναν τις ριζοσπαστικές του θέσεις, αλλά στα επόμενα χρόνια, η συνεισφορά του εκτιμήθηκε, με αποτέλεσμα να θεωρείται πλέον ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της παιδαγωγικής.
Το βιβλίο που παρουσιάζουμε σήμερα, λοιπόν, δεν είναι άλλο από την «Παιδαγωγική της Αλληλεγγύης» του Paulo Freire, που κυκλοφόρησε εντός του τρέχοντος έτους, από τις Εκδόσεις Επίκεντρο. Στο βιβλίο, εκτός από τα αποσπάσματα του ίδιου του Freire που παρατίθενται, υπάρχουν και συζητήσεις, αλλά και αναλύσεις πάνω στο έργο του. Για τη συγγραφή, αλλά και την ταξινόμηση του υλικού, συνεργάστηκαν οι Ana Maria Araujo Freire και Walter de Oliveira, ενώ την ελληνική έκδοση προλόγισε ο Ομότιμος Καθηγητής Παιδαγωγικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γιώργος Τσιάκαλος, ο οποίος επιμελήθηκε και τη σειρά βιβλίων «Παιδαγωγοί της Αλληλεγγύης».
Πριν, όμως, διερωτηθούμε ποια είναι η Παιδαγωγική της Αλληλεγγύης, αξίζει να κάνουμε τη γνωριμία μας με τον εμπνευστή της. Ο Paulo Freire γεννήθηκε 100 χρόνια πριν, τον Σεπτέμβριο του 1921, στο Recife της Βραζιλίας. Η οικονομική κρίση της εποχής δεν του επέτρεψε να αφοσιωθεί στον βαθμό που ήθελε στις πνευματικές του ασχολίες, παρόλο που έγινε δάσκαλος γραμματικής σε πολύ νεαρή ηλικία. Οι περιορισμοί της κοινωνικής και οικονομικής του θέσης ως προς την πνευματική του εξέλιξη ήταν ένα από τα πρώτα ερεθίσματα που διαμόρφωσαν τη μετέπειτα σκέψη του. Σε συνέντευξή του, όταν ήταν ήδη αναγνωρισμένος, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι στα σχολικά του χρόνια δε μπορούσε να παρακολουθήσει το μάθημα αποτελεσματικά, επειδή λόγω της ένδειας της οικογένειάς του πεινούσε. Από το 1946 και μετά, σχεδίασε και κατεύθυνε εκπαιδευτικές παρεμβάσεις σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες. Οι ιδεολογικές του πεποιθήσεις τον έφεραν σε σύγκρουση με το καθεστώς της Βραζιλίας, με αποτέλεσμα να ζήσει εξόριστος για αρκετά χρόνια. Ο Freire αναγνωρίστηκε εν ζωή για το έργο του, λαμβάνοντας, μάλιστα, και το βραβείο της UNESCO «Εκπαίδευση για την Ειρήνη» το 1986, ενώ μέχρι τον θάνατό του, το 1997, εξακολουθούσε να γράφει και να μοιράζεται τις σκέψεις του.
Η έννοια της αλληλεγγύης ορίζεται ήδη από το προοίμιο του βιβλίου, καθώς απαντά γενικά στο έργο του Freire. Πρόκειται για μια ενεργητική κατάσταση, κατά την οποία ο δρων μπορεί να μπει στη θέση του άλλου και να προβεί σε ενέργειες για να τη βελτιώσει και φτάνει στην ορθή της μορφή, όταν υπάρξει ουσιαστική κατανόηση και φροντίδα για τον καταπιεζόμενο, πάντα με προσεγγίσεις που διέπονται από σεβασμό, ταπεινότητα και διαλλακτικότητα.
Το πρώτο και δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου αφορούν την εισήγηση του ίδιου του Freire σχετικά με την εκπαίδευση και τη σχέση της με την αλληλεγγύη. Ο φιλόσοφος έβλεπε την εκπαίδευση ως συνυφασμένη με την ανθρώπινη φύση και ομολογία της μη τελειότητάς μας, γι’ αυτό και τασσόταν κατά του αυταρχισμού και της αδιαλλαξίας ορισμένων δασκάλων και ακαδημαϊκών, πιστεύοντας ακράδαντα ότι η εκπαίδευση είναι μια διαδικασία στην οποία όλοι έχουν κάτι να μάθουν. Στην εισήγησή του αυτή, ο Freire εξαίρει τη σημασία της δημοκρατικότητας στην εκπαίδευση και εκφράζεται με αισιοδοξία για τη χρήση της τεχνολογίας.
Στο τρίτο κεφάλαιο του βιβλίου, ο Freire συνομιλεί με τον Walter De Oliveira και το ακροατήριό του, στο πλαίσιο ενός σεμιναρίου, το 1996, ενώ το τέταρτο κεφάλαιο αφορά μια ανάλυση του De Oliveira πάνω στις ίδιες θέσεις. Οι απόψεις που εξέφρασε ο Freire διακρίνουν την απλή κατάρτιση από τη γενικότερη μόρφωση και καλλιέργεια του ανθρώπου, ενώ κατακρίνει την προτίμηση πολλών προγραμμάτων σπουδών να γεμίζουν τον χρόνο των σπουδαστών με άφθονο υλικό, αντί να τους βοηθούν να κατανοήσουν σε βάθος έναν βασικό κορμό πληροφορίας – πράγμα που, όπως παρατηρεί ο De Oliveira, μάλλον ενισχύεται από τις σημερινές τάσεις που θεωρούν την εκπαίδευση αποκλειστικά προθάλαμο της αγοράς. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και οι θέσεις για τα λάθη των μαθητών, τα οποία ο μεγάλος στοχαστής θεωρούσε ότι πρέπει να μη θεωρούνται κάτι που πρέπει να αποφευχθεί με κάθε κόστος, αλλά αντίθετα, μια ευκαιρία για περαιτέρω μάθηση. Ο Freire εξηγεί ότι, στο πλαίσιο μιας κοινωνίας που κινείται πλέον με ασύλληπτη ταχύτητα, οι κοινωνοί της εκπαίδευσης δεν πρέπει να φέρονται μοιρολατρικά, αποδεχόμενοι τις συνθήκες γύρω τους σαν να ήταν κάτι που δε μπορεί να αλλάξει. Αντίθετα, ο ίδιος θεωρεί ότι, με γνώμονα πάντα την αλληλεγγύη και την κριτική σκέψη, οι εκπαιδευτικοί καλούνται να δώσουν τις δικές τους μάχες και να αναλάβουν κινητοποιήσεις για τα κακώς κείμενα της μαθησιακής διαδικασίας.
Στο πέμπτο κεφάλαιο, τη σκυτάλη παίρνει η Ana Maria Araujo Freire, η οποία αναφέρεται στην ανάγκη για διαφοροποίηση, για αλλαγή των πραγμάτων, που και ο ίδιος ο Freire πάντα υποστήριξε. Στο κείμενό της είναι διάχυτη η προτροπή προς τους εκπαιδευτικούς να αναλάβουν δράση, ακόμη και με την καθημερινή τους συμπεριφορά. Η αλληλεγγύη μέσα στην τάξη μπορεί να γίνει βίωμα από δασκάλους που αγαπούν πραγματικά να μοιράζουν γνώσεις, που καλλιεργούν πνεύμα συνεργασίας και όχι ανταγωνισμού και που δίνουν το έναυσμα στους μαθητές να ενδιαφερθούν αληθινά για το αντικείμενο της μάθησης.
Στο έκτο και τελευταίο κεφάλαιο, παρατίθενται επιχειρήματα του Norman Denzin πάνω στον ρόλο της Παιδαγωγικής της Αλληλεγγύης. Με εμφανή την επιρροή του Freire από τον μαρξισμό, την οποία άλλωστε και ο ίδιος αποδεχόταν, το κέντρο βάρους πέφτει στους τρόπους με τους οποίους η κριτική ποιοτική έρευνα θα καταδείξει τα προβλήματα των καταπιεσμένων ομάδων, τα οποία μόνο μια προσέγγιση αλληλεγγύης, όπως την εννοούσε ο Βραζιλιάνος φιλόσοφος, μπορεί να επιλύσει.
Πλέον, 100 χρόνια από τη γέννηση αυτού του σημαντικού διανοητή της παιδαγωγικής, το νέο αυτό βιβλίο μάς θυμίζει ότι αξίζει να τον διαβάζουμε όσο ποτέ άλλοτε. Ο Paulo Freire, που διώχθηκε για τις ιδέες του και άργησε να αναγνωριστεί, γνώριζε ότι τα αιτήματά του για την εκπαίδευση ήταν δύσκολα, αλλά και απολύτως απαραίτητα. Αν ένα πράγμα έχει κανείς να μάθει σήμερα από αυτόν, είναι το ότι δεν πρέπει να αφήνει τη μοιρολατρία να ορίζει τη ζωή του, αλλά αντίθετα, είναι καλό να αναλαμβάνει δράση, να αγωνίζεται και να θυμάται ότι – όπως μας θυμίζουν τα λόγια του ίδιου του Freire- «χωρίς όνειρα, δεν υπάρχει ζωή, χωρίς όνειρα δεν υπάρχουν άνθρωποι, χωρίς όνειρα δεν υπάρχει ανθρώπινη ύπαρξη».