20.5 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΙεροί Πόλεμοι: Οι «σταυροφορίες» της αρχαιότητας (Α΄ μέρος)

Ιεροί Πόλεμοι: Οι «σταυροφορίες» της αρχαιότητας (Α΄ μέρος)


Του Θανάση Κουκόπουλου,

Ιεροί Πόλεμοι στην αρχαιότητα; Βεβαίως! Ενδεχομένως να φαίνεται άκρως αλλόκοτο στον μέσο αναγνώστη, που δεν έχει εντρυφήσει και εξοικειωθεί με την εις βάθος μελέτη και προσέγγιση του παρελθόντος και έχει μάθει είτε να εξιδανικεύει είτε να δαιμονοποιεί διάφορες εποχές. Αλλά, βεβαίως, για αυτές τις υπεραπλουστεύσεις ευθυνόμαστε πρώτα από όλα εμείς που είμαστε εξοικειωμένοι με τη μελέτη του. Eίναι καιρός, λοιπόν, να αρθούν οι όποιες προκαταλήψεις.

Στην ιστοριογραφία τέσσερις ένοπλες συγκρούσεις της αρχαιότητας είναι γνωστές με τον όρο «Ιεροί Πόλεμοι» και αφορούν όλες τους το ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς, το οποίο ήδη από τα γεωμετρικά χρόνια άρχισε να αποκτά μεγάλη φήμη και του οποίου η ακτινοβολία σταδιακά ξεπερνά τα όρια των ελληνικών πόλεων. Εκεί κατέφευγαν όχι μόνο ιδιώτες, αλλά και εκπρόσωποι ολόκληρων πόλεων, προκειμένου να λάβουν χρησμό για μείζονος σημασίας θέματα, με πιο «καυτά» συνήθως την ίδρυση αποικιών και τη διεξαγωγή πολέμων. Είναι λογικό, επομένως, να αρχίσει η διακύβευση πλήθους πολιτικών συμφερόντων γύρω από αυτόν τον ιερό τόπο, ο έλεγχος του οποίου επέφερε όχι μόνο αύξηση κύρους, αλλά οπωσδήποτε και την ευνοϊκή στάση της Πυθίας και του «μεταφυσικού» στοιχείου.

Λευκή αττική κύλικα από τάφο των Δελφών, 480-470 π.Χ., Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών. Ο Απόλλωνας, στεφανωμένος με φύλλα μυρτιάς, κάθεται σε δίφρο με λεοντοπόδαρα και προβαίνει σε σπονδή χύνοντας οίνο από μία φιάλη, καθώς τον παρακολουθεί ένα μαύρο πουλί (ίσως κουρούνα, η οποία θυμίζει τον μύθο για τον έρωτα του θεού με την όμορφη κόρη του Φλεγύα, την Αίγλη-Κορώνη). Επίσης, με το αριστερό χέρι κρατά μία λύρα. Από το προσωπικό αρχείο του αρθρογράφου.

Γύρω στο 590 π.Χ., ενδεχομένως, ξέσπασε ο πρώτος κατά σειρά από αυτούς τους «Ιερούς» Πολέμους. Όμως, υπάρχουν ορισμένες φωνές οι οποίες διαφωνούν με την παραπάνω ημερομηνία. Οι σχετικές μαρτυρίες είναι πολύ μεταγενέστερες (πριν από το Β΄ μισό του 4ου αιώνα δεν υπάρχουν), ενώ ούτε ο Ηρόδοτος, του οποίου οι αναφορές στους Δελφούς γενικά είναι αρκετές, ούτε και ο Θουκυδίδης, ο οποίος αποτελεί την κύρια πηγή πληροφοριών για τον δεύτερο κατά σειρά Ιερό Πόλεμο, κάνουν μνεία στο γεγονός. Παράλληλα, αυτή την εποχή δε φαίνεται να διεξάγεται γενικά κάποιας μεγάλης έκτασης σύγκρουση, που θα απαιτούσε την εμπλοκή πολλών πόλεων.

Πρόβλημα φαίνεται να προκύπτει, επίσης, και με το ζήτημα της πόλης, η συμπεριφορά της οποίας αποτέλεσε την αιτία για την έναρξη των εχθροπραξιών. Πρόκειται για την Κίρρα ή Κρίσα, η οποία επέβαλλε παράνομα φόρο στους προσκυνητές. Σύμφωνα με τις πηγές, οι Αμφικτίονες, δηλαδή οι εκπρόσωποι των πόλεων που συνιστούσαν ένα όργανο ελέγχου του Ιερού, κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον αυτής της ιερόσυλης πόλης, φοβούμενοι προφανώς αύξηση της επιρροής της. Καταρχάς, στη γύρω περιοχή δεν υπάρχουν ισχυρές αρχαιολογικές ενδείξεις για κάποια μεγάλη πόλη με ισχυρό τείχος, η οποία θα μπορούσε να ανταπεξέλθει σε μια πολιορκία κάποιου συνασπισμού στρατιωτικών δυνάμεων, παρά μόνο σε μια θέση δυτικά του ιερού με το σημερινό όνομα Άγιος Γεώργιος. Όμως, τα τείχη της τελευταίας θέσης είναι μυκηναϊκά και μετά την καταστροφή της, γύρω στο 1.200 π.Χ., ενδείξεις ανθρώπινης παρουσίας εντοπίζονται ξανά μόλις στα βυζαντινά χρόνια.

Από την άλλη, μια μικρή παραθαλάσσια πόλη στην πεδιάδα της Ιτέας είναι με βεβαιότητα γνωστή με το όνομα Κίρρα, μόλις από τον 4ο αιώνα και εξής, βάσει των φιλολογικών και επιγραφικών μαρτυριών. Ωστόσο, ο λεγόμενος Ύμνος στον Απόλλωνα, αναφερόμενος στην πρώτη έλευση του θεού στην περιοχή παραθέτει το εξής στοιχείο: «ἵκεο δ’ ἐς Κρίσην ὑπὸ Παρνησὸν νιφόεντα». Οι επωνυμίες Κρίσα και Κίρρα γενικά εναλλάσσονται στις πηγές (σίγουρα αναφέρονται στο ίδιο μέρος, όπως οι λέξεις θράσος/θάρσος/θάρρος αναφέρονται στην ίδια έννοια), ενώ από το παραπάνω χωρίο φαίνεται ότι ο ποιητής του ύμνου μιλά γενικά για την πεδιάδα νότια του Παρνασσού. Έτσι, έμμεσα συνάγεται πως δεν αποκλείεται εντελώς η πιθανότητα η παραπάνω πόλη να ονομαζόταν Κίρρα και πριν από τον 4ο αιώνα. Άλλωστε, αναφέρεται και πολιορκία από τη θάλασσα.

Χάλκινες αναθηματικές περικεφαλαίες κορινθιακού τύπου, 7ος-6ος αιώνας π.Χ., Αρχαιολογικό Μουσείο Δελφών. Από το προσωπικό αρχείο του αρθρογράφου.

Εάν γίνει δεκτό ότι όντως διεξήχθη ο πόλεμος, γεγονός που δεν αποκλείεται, αλλά δε μπορεί και να αποδειχθεί με απόλυτη ασφάλεια, τότε προκύπτουν και άλλα ζητήματα, όπως η δεκαετής διάρκεια του πολέμου. Φυσικά, πρόκειται για υπερβολή, αν ληφθεί υπόψη πως μια μικρή πόλη είχε να αντιμετωπίσει ισχυρά συμμαχικά στρατεύματα. Σύμφωνα με τις πηγές, επικεφαλής των τελευταίων ήταν οι Θεσσαλοί Ευρύλοχος και Ιππίας, καθώς την Αμφικτιονία συγκροτούσαν στην πλειονότητά τους Θεσσαλοί και λαοί που εξαρτιόνταν από αυτούς. Ο τύραννος της Σικυώνας (πόλη βορειοδυτικά της Κορίνθου) Κλεισθένης ανέλαβε τον θαλάσσιο αποκλεισμό, ενώ αναφέρεται και εμπλοκή του Σόλωνα, η οποία, ωστόσο, αμφισβητείται. Λέγεται πάντως πως οι Αθηναίοι έστειλαν ένα σώμα υπό τον Αλκμαίωνα. Η αντίσταση των «ιερόσυλων» βεβαίως κάμφθηκε. Σύμφωνα με τον περιηγητή του 2ου αιώνα μ.Χ. Παυσανία, ο Σόλων «επινόησε και το εξής τέχνασμα: το νερό του (ποταμού) Πλείστου, που κατευθυνόταν με κανάλι στην πόλη, το έστρεψε προς άλλη κατεύθυνση. […] Τότε έριξε στον Πλείστο ρίζες ελλεβόρου, και όταν βεβαιώθηκε ότι το νερό έχει δεχτεί αρκετή ποσότητα φαρμάκου, το έστρεψε πάλι στο αρχικό του κανάλι. Οι Κιρραίοι έπιναν αφρόντιστα το νερό και, εξαιτίας της ακατάπαυστης διάρροιας που τους προκάλεσε, εγκατέλειψαν τη φρούρηση του τείχους» (Φωκικά 37,7). Κάποιοι εναπομείναντες κάτοικοι κατέφυγαν στο ύψωμα της Κίρφης, όπου η αντίστασή τους υποτίθεται ότι κάμφθηκε μόλις μετά από πέντε χρόνια. Η επικράτειά τους μεταβλήθηκε σε ιερή γη αφιερωμένη στον Απόλλωνα και η καλλιέργειά της απαγορεύθηκε.

Έργο του Merry Joseph Blondel (1781-1853), Ο Αθηναίος νομοθέτης και ποιητής Σόλων, 1828, λάδι σε καμβά, Μουσείο Πικαρδίας, Amiens, Γαλλία. Πηγή εικόνας: meistedrucke.uk

Τι θα μπορούσε, όμως, να οδηγήσει συγγραφείς του Β΄ μισού του 4ου αιώνα να επινοήσουν έναν ολόκληρο πόλεμο; Η απάντηση κρύβεται στην εποχή και στο ποιόν αυτών των συγγραφέων. Βρισκόμαστε στα χρόνια μετά τη λήξη του Γ΄ Ιερού Πολέμου το 346 π.Χ. (θα αναλυθεί περαιτέρω στο Β΄ μέρος), στον οποίο είχε παρέμβει ο Μακεδόνας βασιλιάς, Φίλιππος Β΄. Οι πρώτες μνείες στον λεγόμενο Α΄ Ιερό Πόλεμο ή Κρισαϊκό, κατά τις πρωτογενείς πηγές, γίνονται από υποστηρικτές του Φιλίππου και συγκεκριμένα, από τους Σπεύσιππο και Καλλισθένη, οι οποίοι ήθελαν να εφεύρουν ένα προηγούμενο που θα δικαιολογούσε την επέμβαση του Μακεδόνα μονάρχη. Πιστεύω ακράδαντα πως δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι και αυτός ο πόλεμος διήρκεσε δέκα χρόνια (και αυτό το ξέρουμε με βεβαιότητα).

Σχετικά με τον Β΄ Ιερό Πόλεμο, οι λεπτομέρειες που έχουμε στη διάθεσή μας είναι λιγότερες. Το 457 π.Χ., μετά τη μάχη των Οινοφύτων, οι Αθηναίοι, έχοντας αποκτήσει τον έλεγχο της Βοιωτίας και της Φωκίδας, αποφάσισαν να αποσπάσουν την πόλη των Δελφών από τη Δελφική Αμφικτιονία και να την παραδώσουν στους Φωκείς. Ο βασικός λόγος ήταν η επιθυμία των Αθηναίων να ελέγξουν το ιερό, δηλαδή να κατέχουν την προμαντεία, την προτεραιότητα στη χρησμοδότηση. Ως πρόφαση, όμως, χρησιμοποιήθηκε η φιλοπερσική στάση που είχε δείξει η Αμφικτιονία. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντίδραση της Σπάρτης, η οποία, επίσης, ήθελε την προμαντεία, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει το 448 π.Χ. ο δεύτερος Ιερός Πόλεμος μεταξύ Αθηναίων και Σπαρτιατών.

Ο πόλεμος είχε μικρή διάρκεια. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη, οι Σπαρτιάτες έστειλαν στρατό στους Δελφούς και επανέφεραν την πόλη στην προηγούμενη κατάσταση. Αμέσως μετά, ο Περικλής εξεστράτευσε ξανά στους Δελφούς και παρέδωσε την πόλη πάλι στους Φωκείς. Την ίδια πληροφορία δίνει και ο Πλούταρχος στο έργο του για τον βίο του Περικλή (Βίοι Παράλληλοι, Περικλής 21). Οι Φωκείς κράτησαν το ιερό μέχρι το 421 π.Χ.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • delphi.culture.gr, Ιεροί Πόλεμοι. Διαθέσιμο εδώ
  • Lefèvre, Francois (2016), Ιστορία του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου, Αθήνα: Εκδόσεις Καρδαμίτσα
  • McInerney, Jeremy (2010), «Sacred Wars» στο Fantham, E. & Gagarin, M. (επιμ.), The Oxford Encyclopedia of Ancient Greece and Rome, Α΄ τόμος, Oxford University Press.
  • Robertson, Noel (1978), «The Myth of the First Sacred War», The Classical Quarterly (28/1). Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Κουκόπουλος
Θανάσης Κουκόπουλος
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ με ειδίκευση στην αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης. Γνωρίζει πολύ καλά αγγλικά και μαθαίνει γερμανικά και ρωσικά. Αγαπάει πολύ την αρχαιολογία, την ιστορία της τέχνης και την ιστορία γενικότερα και ιδιαίτερα τον βυζαντινό πολιτισμό, αλλά και την μπαρόκ τέχνη. Όνειρό του είναι να γίνει θεράπων της βυζαντινολογίας.