17.1 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ σχολή των Annales: Η ιστορική επανάσταση στη Γαλλία

Η σχολή των Annales: Η ιστορική επανάσταση στη Γαλλία


Της Αναστασίας Τράκα,

Στο προηγούμενο άρθρο αναλύθηκε η συμβολή του Leopold von Ranke στην Ιστορική Επιστήμη με τη Γερμανική Σχολή του Ιστορικισμού. Στο παρόν άρθρο θα αναλυθεί η Γαλλική Σχολή των Annales και η σπουδαία κληρονομιά της στους νεότερους ιστορικούς. Η σχολή αυτή διαδραμάτισε κεντρικό ρόλο στην ιστορική επανάσταση της Γαλλίας και συνεχίζει μέχρι τις μέρες μας να καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο γραφής της Ιστορίας. Όπως εξελίσσεται μια κοινωνία σε κάθε έκφανσή της, έτσι εξελίσσεται και η Ιστορική Επιστήμη μέσα σε αυτήν και παράλληλα διαμορφώνεται μια σχέση αλληλεξάρτησης. Η σχολή των Annales αντανακλά τις εξελίξεις της εποχής που δημιουργήθηκε και ιδρύει μια δική της ιστοριογραφική παράδοση που αναδιαμορφώνει τα δεδομένα της ιστοριογραφίας κατά τον 20ο αιώνα.

Στα τέλη του 19ου αιώνα, κυριαρχούσε στη Γαλλία ακόμα το Πατριωτικό Θετικιστικό Μοντέλο, τόσο στην πολιτική όσο και στην ιστοριογραφία. Σε αντίθεση, στις Η.Π.Α., αυτήν την περίοδο αναδύεται η Νέα Ιστορία, δηλαδή η Ιστορία που ανανεώνεται η συγγραφή της από τις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις των ανθρωπολόγων, των ψυχολόγων, των οικονομολόγων, των κοινωνιολόγων κ.α. Αυτή η απόσταση από την πολιτική ιστορία και τα κατορθώματα των μεγάλων ανδρών, αλλά και η αυξανόμενη κριτική που επιδέχεται λαμβάνει χώρα και στη Γερμανία, κυρίως στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Η ίδρυση της Σχολής των Annales πηγάζει από την ανάγκη να αναθεωρηθούν οι υπάρχουσες μέθοδοι και στόχοι της Γερμανικής Σχολής. Το γεγονός αυτό εντάσσεται στο ευρύτερο κλίμα ανταγωνισμού των δύο χωρών πριν τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Υπήρξαν αρκετοί εκπρόσωποι, κυρίως βοηθητικών επιστημών της Ιστορίας, που επηρέασαν τη Γαλλική Σχολή, αλλά τα δύο πιο σημαντικά πρόσωπα αυτής είναι ο Marc Bloch και ο Lucien Febvre. O Bloch υπήρξε Γάλλος ιστορικός με ειδίκευση στη Μεσαιωνική Ιστορία, ενώ ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα για την Κοινωνική Ιστορία. Το ιστορικό του έργο τού έδωσε τη δυνατότητα να ακολουθήσει σπουδαία ακαδημαϊκή καριέρα. Ο Febvre ήταν και αυτός Γάλλος ιστορικός, με ερευνητικό ενδιαφέρον για τους Νεότερους Χρόνους, ενδιαφέρθηκε περισσότερο για την Οικονομική Ιστορία και δίδαξε σε μεγάλα πανεπιστήμια της Γαλλίας. Και οι δύο ιστορικοί είχαν μια κοινή πεποίθηση, δηλαδή να διευρύνουν την Ιστορία και τη συνεργασία της με τις Κοινωνικές Επιστήμες.

Ο Marc Bloch (1886-1944) και ο Lucien Febvre (1878-1956), απεικονίζονται αριστερά και δεξιά αντίστοιχα. Πηγή εικόνας: cienciashumanasysociales.blogspot.com

Οι δύο τους έκαναν τα πρώτα τους βήματα στο ιστορικό περιοδικό του Henri Berr, υποστηρίζοντας τη Σφαιρική Ιστορία από την αρχή. Το 1920, συνεργάστηκαν εκ νέου στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους, ως ακαδημαϊκοί, συμμετείχαν ενεργά σε απογευματινές συναντήσεις και διεπιστημονικές συζητήσεις. Η ανάγκη για τη δημιουργία ενός νεωτερικού περιοδικού υπήρξε επιτακτική, γι’ αυτό και στις 15 Ιανουαρίου 1929 κυκλοφόρησε το πρώτο τεύχος του περιοδικού τους: Annales d’ histoire economique et sociale. Το νέο αυτό εγχείρημα συνδύαζε την Οικονομική με την Κοινωνική Ιστορία και είχε ως στόχο να διευρύνει τους ορίζοντες για τη συνεργασία μεταξύ της Ιστορίας και των Κοινωνικών Επιστημών. Στην ουσία, επιδίωκαν μια διεπιστημονική συνεργασία, στοιχείο που εκείνη την περίοδο ήταν κάτι πρωτότυπο και συνήθως, οι κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες ήταν ανταγωνιστικές μεταξύ τους. Το περιοδικό γνώρισε επιτυχία και εκτός Γαλλίας, καθώς κυκλοφόρησε, καθόλου τυχαία, τη χρονιά της Μεγάλης Οικονομικής Κρίσης (1929). Το κραχ του χρηματιστηρίου και ό,τι αυτό είχε ως αποτέλεσμα αμφισβήτησε τόσο το καπιταλιστικό σύστημα όσο και τη διαρκή πρόοδο. Επομένως, ο Febvre που έγραφε την Ιστορία από την πλευρά της Οικονομίας άδραξε την ευκαιρία, για να επωφεληθεί επιστημονικά από αυτήν την κατάσταση. Από την άλλη πλευρά, ο Bloch εισήγαγε σε μια μελέτη του (1931) την Αναδρομική Μέθοδο. Η μέθοδος προϋπήρχε, απλώς ο Bloch έδωσε μεγαλύτερη έμφαση στον χρόνο, δηλαδή ο ιστορικός κατανοεί πρώτα το παρόν και θέτει ερωτήματα (ιστορία-πρόβλημα) και στη συνέχεια, ανατρέχει στο παρελθόν και το κατανοεί. Με την Αναδρομική Μέθοδο ο ιστορικός δεν πέφτει στην παγίδα να γράψει ιστορία με μια τελεολογική προσέγγιση. Επίσης, η μέθοδος αυτή μάς δείχνει έντονα την ανάγκη για να ξαναγραφτεί η Ιστορία μετά από κάποια χρόνια, καθώς αλλάζει το παρόν και το καθεστώς της ιστορικότητας. Επομένως, είναι απαραίτητο στοιχείο για μια επιστήμη η αμφισβήτηση, η αναθεώρηση και ο επανέλεγχος των βασικών θέσεων της, καθώς και η βελτίωσή της. Όλα τα παραπάνω μπορούν να επιτευχθούν πληρέστερα με την Αναδρομική Μέθοδο.

Οι δύο ιστορικοί με τις νεωτερικές τους ιδέες απέρριπταν τη Γερμανική Ιστορική Σχολή, ενώ, παράλληλα, επηρεάστηκαν σε κάποιο βαθμό από τον Μαρξισμό. Μια σημαντική καινοτομία ακόμη είναι η διεύρυνση της θεματολογίας στην Ιστορία. Πλέον, οι ιστορικοί μπορούν να παρατηρούν το ίδιο φαινόμενο μέσα στον χρόνο και να μην επικεντρώνονται μόνο στην Πολιτική, Οικονομική και Κοινωνική Ιστορία. Η Σχολή των Annales συνδέεται με την «Ιστορία των Νοοτροπιών». Αυτό σημαίνει ότι δίνεται μεγαλύτερη βαρύτητα στα συλλογικά φαινόμενα παρά στα ατομικά. Έρχονται στο προσκήνιο φαινόμενα όπως ο φόβος, το σώμα, η σεξουαλικότητα, ο θάνατος, οι τελετουργίες κ.α. Τα φαινόμενα αυτά μελετώνται ιδιαίτερα από την Ανθρωπολογία, αλλά ο ιστορικός θα τα εξετάσει από μια ιστορική οπτική. Λόγω αυτής της θεματολογίας, το περιοδικό, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετονομάστηκε σε: Annales. Economies, societies, civilisations. H Ιστορία μπορεί να μην εμφανιζόταν στον τίτλο για λόγους στενότερης συνεργασίας των άλλων επιστημών (στο πνεύμα της εποχής), αλλά συνέχιζε να υφίσταται.

Το περιοδικό Annales d’histoire économique et sociale το 1936, αρχείο Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη. Πηγή εικόνας: searchculture.gr

Η ανάδειξη των Κοινωνικών Επιστημών συνδέθηκε στενά με τον Ψυχρό Πόλεμο, γι’ αυτόν τον λόγο η Κοινωνιολογία θεωρήθηκε η βασίλισσα των Κοινωνικών Επιστημών. Οι συνθήκες αυτές ανέδειξαν τη δεύτερη γενιά των Annales, με πιο σημαντικό εκπρόσωπο τον Fernand Braudel, με το σπουδαίο έργο του για τη Μεσόγειο, και τον Ernest Labrousse, ο οποίος ασχολήθηκε με την Οικονομική Ιστορία της κοινωνίας, ενώ προετοιμαζόταν και η τρίτη γενιά, με κυριότερους εκπροσώπους τον Marc Ferro, εκπρόσωπο της Νέας Ιστορίας και τον Jacques Le Goff. Ο κάθε ιστορικός της δεύτερης γενιάς είχε τη δική του θεώρηση για την Ιστορία, γεγονός που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο για την εξέλιξη της ιστοριογραφίας (π.χ. η ανάδειξη των διεθνών σχέσεων). Η ίδια γενιά έδωσε έμφαση στις ποσοτικές μεθόδους ( π.χ. Θεωρία των Πιθανοτήτων) και ανέπτυξε τη Σειραϊκή Ιστορία. Η τρίτη γενιά, που εμφανίζεται από το 1969 και έπειτα, ασχολήθηκε κυρίως με την Εθνική-Γαλλική Ιστορία στο πλαίσιο του μεταπολεμικού κόσμου για τη διατήρηση της συλλογικής μνήμης.

Συμπερασματικά, η Σχολή των Annales είναι καθοριστικής σημασίας για την Ιστορία της Επιστήμης, καθώς χαρακτηρίζεται από συνεχή εξέλιξη και αντοχή στον χρόνο, διεπιστημονικότητα, η οποία ξεπέρασε τους επιστημονικούς φραγμούς, και τέλος, παγκόσμια επιρροή. Ο σημερινός ιστορικός οφείλει να γνωρίζει τη σπουδαία κληρονομία της Σχολής των Annales, διότι καθόρισε την εξέλιξη της Ιστορικής Επιστήμης και δημιούργησε μια μεγάλη βιβλιογραφική παραγωγή γύρω από το όνομά της.

«Αν η ιστορία μάς διδάσκει κάτι, είναι ότι δεν υπάρχουν ιστορικά μαθήματα»

-Lucien Febvre


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Evans Richard (2009), Για την Υπεράσπιση της Ιστορίας, Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλα
  • Βόγλη Κ. Ελπίδα (2015), Τι πρέπει να γνωρίζει ο ιστορικός για την επιστήμη και το επάγγελμά του, kallipos.gr. Διαθέσιμο εδώ
  • Iggers G. (1999), Η Ιστοριογραφία στον εικοστό αιώνα, Αθήνα: Εκδ. Νεφέλη.
  • Μπρέγιαννη Κ. (2008), Γενική Ιστορία της Ευρώπης-Ιστορία και Ιστοριογραφίες-Νεότερες Προσεγγίσεις. Ε.Α.Π, Πάτρα.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αναστασία Τράκα
Αναστασία Τράκα
Είναι απόφοιτη του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ. Έχει συμμετάσχει σε διάφορα συνέδρια και ημερίδες, όπως επίσης σε ευρωπαϊκά προγράμματα κινητικότητας. Παρακολουθεί προγράμματα συμπληρωματικής εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών (e-learning) και παράλληλα είναι σπουδάστρια στο Ι.ΙΕΚ Όμηρος στην ειδικότητα «Φύλακας Μουσείων και Αρχαιολογικών Χώρων». Γνωρίζει την αγγλική και διδάσκεται την γερμανική γλώσσα.