Της Θεοδώρας Αγγελοπούλου,
«Πρόληψη και αντιμετώπιση περιστατικών κακοποίησης και παραμέλησης ανηλίκων, Πρόγραμμα «Κυψέλη» για την αναβάθμιση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών σε βρεφικούς, βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, διατάξεις για την προώθηση της αναδοχής και της υιοθεσίας, «Προσωπικός Βοηθός για τα Άτομα με Αναπηρία» και άλλες διατάξεις» είναι ο τίτλος του νέου σχεδίου νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, το οποίο βρίσκεται σε φάση επεξεργασίας από την καθ’ ύλην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή, δηλαδή τη Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων. Η επιτροπή συνεδρίασε πρώτη φορά για το εν λόγω νομοσχέδιο την 24η Σεπτεμβρίου με κύριους εισηγητές τους βουλευτές Αθανάσιο Λιούπη και Θεανώ Φωτίου.
Το αξιοσημείωτο στη συγκεκριμένη εκτελεστική πρόταση έγκειται στο γεγονός ότι πρόκειται για ένα πολυνομοσχέδιο προερχόμενο από μία αμιγώς υπουργική δομή, το οποίο ρυθμίζει πληθώρα ζητημάτων σε ένα ενιαίο κείμενο νόμου, όπου σε έκταση 43 άρθρων κωδικοποιεί μέτρα που αφορούν σε πέντε διαφορετικούς τομείς της κοινωνικής πολιτικής της Κυβέρνησης: την προστασία από φαινόμενα κακοποίησης, παραμέλησης και εκμετάλλευσης ανηλίκων στις ειδικά διαμορφωμένες δομές για αυτά, την υιοθέτηση ρυθμιστικών μέτρων για τις υπηρεσίες βρεφικών, βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών για την αποτελεσματικότερη ανάπτυξη αυτών των ηλικιακών ομάδων με το πρόγραμμα «Κυψέλη», τη βελτιστοποίηση των θεσμών της αναδοχής και της υιοθεσίας, ώστε να επιτυγχάνεται το δυσχερές και σπάνιο έργο της αποϊδρυματοποίησης των παιδιών και εφήβων από τις δομές προστασίας τους και η πρόβλεψη περαιτέρω στήριξης των Ατόμων με Αναπηρία (ΑμεΑ) μέσω του «Προσωπικού Βοηθού» για αυτήν την κοινωνικά ευάλωτη ομάδα ατόμων.
Η σύμπτυξη της νομοθέτησης τεσσάρων διακριτών πολιτικών υπό την σκέπη, όμως, μίας κοινής συνισταμένης ως δημόσια πολιτική, την κοινωνική, θέτει τα θεμέλια για την εξάλειψη των φαινομένων πολυνομίας, αλλά διεγείρει προβληματισμούς ως προς την επίτευξη των τιθέμενων στόχων, όπως αναλύονται τόσο εντός του νομοθετήματος όσο και στην ανάλυση των συνεπειών της ρύθμισης. Η ενιαία κωδικοποίηση μίας ανομοιογενούς περιεχομενικότητας, από τη μία πλευρά, επιτυγχάνει την αρχή της απλότητας, ωστόσο, αυτή η ποικιλομορφία δύναται να θέσει φραγμούς στην υλοποίηση της αρχής της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας, δημιουργώντας σύγχυση ως προς την υλοποίηση των αρχών καλής νομοθέτησης.
Καθίσταται σαφές ότι, βάσει του άρθρου 58 του νόμου για το επιτελικό κράτος, οι αρχές αυτές αποσκοπούν στη διασφάλιση της ποιότητας της ρύθμισης και κατατάσσονται ως εξής: «η αναλογικότητα (καταλληλότητα, αναγκαιότητα, εύλογη σχέση μέσου και σκοπού), η απλότητα και η σαφήνεια του περιεχομένου των ρυθμίσεων, η αποφυγή αντιφατικών ρυθμίσεων ή ρυθμίσεων που αποκλίνουν από τη γενική πολιτική, η αποτελεσματικότητα και αποδοτικότητα της ρύθμισης, η διαφάνεια μέσω της προσβασιμότητας στις ρυθμίσεις και της δυνατότητας υποβολής προτάσεων σχετικών με αυτές, κατά το στάδιο της κατάρτισης και της αξιολόγησης της εφαρμογής τους (ανοιχτή διαδικασία), η επικουρικότητα και λογοδοσία μέσω του σαφούς προσδιορισμού των αρμόδιων οργάνων εφαρμογής των ρυθμίσεων, η ασφάλεια δικαίου, η ισότητα των φύλων και η δημοκρατική νομιμοποίηση».
Η πρόκληση στην κατάρτιση της νομοθεσίας, λοιπόν, τίθεται όταν οι παραπάνω αρχές δεν μπορούν να ισχύσουν όλες ταυτοχρόνως, επί ίσοις όροις, και πρέπει να ιεραρχηθούν. Στην περίπτωση του νομοσχεδίου, συμβαίνει ακριβώς αυτό. Η αξιολόγηση, επομένως, αφορά στο αν ικανοποιούνται οι αρχές στον κατάλληλο και όχι στον έπακρο βαθμό. Οι τέσσερις ρυθμιστικοί άξονες τού υπό επεξεργασία σχεδίου οφείλουν να εκτιμηθούν υπό των πολλαπλών πρισμάτων που οι ίδιοι εντάσσονται στο κοινωνικό πεδίο πολιτικής και να ιδωθούν ως ένα σημαντικό βήμα στην εξάλειψη των κοινωνικών προβλημάτων που επιδιώκουν να αντιμετωπίσουν, ώστε η μετα-αξιολογική διαδικασία να αναδείξει τις προκύπτουσες ανάγκες, οι οποίες θα συνεπάγονται την εξειδίκευση των μέτρων.
Το προ-νομοθετικό στάδιο της ανάλυσης των συνεπειών ρύθμισης, επειδή πρόκειται ακριβώς για μία ex ante αξιολόγηση, προφανώς και έχει ενέχει τον ουσιαστικό χαρακτήρα του προλαμβάνειν, αλλά δεν μπορεί να ικανοποιήσει πλήρως το προβλέπειν. Συνεπώς, ενυπάρχει η επιφύλαξη για τις ελλείψεις του νομοσχεδίου, αλλά βαρύνουσα σημασία έχει το τι όντως ρυθμίζει και πώς προφυλάσσει τις ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες, που είναι οι έφηβοι, τα παιδιά, τα βρέφη, τα νήπια και τα ΑμεΑ. Το αντικείμενο και ο σκοπός αναγράφονται ξεκάθαρα, και εισάγονται για πρώτη φορά στην ελληνική νομοθεσία τα κωλύματα απασχόλησης σε Φορείς Παιδικής Προστασίας, τα οποία απαγορεύουν την πρόσληψη ατόμων που έχουν καταδικασθεί αμετάκλητα ή κατά τον χρόνο της πρόσληψης ή της έναρξης απασχόλησης, εκκρεμεί ποινική δίωξη ή βρίσκεται σε ισχύ οριστική ή τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση, η οποία δεν έχει καταστεί αμετάκλητη για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, και τα εγκλήματα σχετικά με την οικογένεια, εγκλήματα για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, εμπορία ανθρώπων και εμπορία ναρκωτικών.
Επιπρόσθετα, τα ίδια κωλύματα ισχύουν και για την χορήγηση αδειών σε φυσικά πρόσωπα, τα οποία επιθυμούν να ιδρύσουν τέτοιου είδους μονάδες. Τα αδικήματα αυτά προστίθενται ως κωλύματα και σε όσους επιθυμούν να αναλάβουν χρέη αναδόχου γονέα, με την ταυτόχρονη αλλαγή και των ηλικιακών τους ορίων τα οποία καθορίζονται ως εξής: να έχουν συμπληρώσει τα εικοσιπέντε (25) έτη και να μην έχουν υπερβεί τα εβδομήντα πέντε (75), να έχουν δε διαφορά ηλικίας από το αναδεχόμενο άτομο από δεκαοκτώ (18), έως εξήντα (60) έτη, αλλά και να έχουν οι ίδιοι και οι συνοικούντες τους καλή ψυχική, διανοητική και σωματική υγεία, και ιδίως να μην πάσχουν από χρόνια μεταδοτικά νοσήματα. Ιδιαίτερη σημασία στον τομέα της αναδοχής παρουσιάζουν τα προγράμματα επιμόρφωσης υποψηφίων αναδόχων γονέων, καθώς και η υποχρεωτική καταγραφή των εγκεκρικμένων, κάτι το οποίο συνιστά διοικητική και ψηφιακή μεταρρύθμιση, στο Εθνικό Μητρώο Υποψήφιων Αναδόχων Γονέων, ενώ η αναμόρφωση του εποπτικού καθεστώτος αναδοχής αυστηροποιείται.
Επιστρέφοντας σε ό,τι αφορά τους Φορείς Παιδικής Προστασίας, εισάγεται για πρώτη φορά ο θεσμός του Υπευθύνου Προστασίας Ανηλίκων, ο οποίος υποχρεούται να υποβάλλει αναφορές και να γνωστοποιεί περιστατικά κακοποίησης ανηλίκων στο νεοκαταρτιζόμενο «Εθνικό Σύστημα Καταγραφής και Παρακολούθησης Αναφορών περιστατικών κακοποίησης ανηλίκων», παράλληλη ενίσχυση των δεξιοτήτων του ήδη υπάρχοντος προσωπικού και την επιβολή των ανάλογων κυρώσεων σε αυτό ανά περίπτωση ποινικού ή πειθαρχικού παραπτώματος, τα οποία θα διαπιστώνονται και θα καταγράφονται από τον αντιστοιχιζόμενο κοινωνικό σύμβουλο σε κάθε μονάδα Φορέα Παιδικής Προστασίας. Εν γένει, όμως, το νομοθετικό κείμενο περιλαμβάνει και διάταξη η οποία εναρμονίζεται με το ενωσιακό δίκαιο που αφορά στην εφαρμογή της Σύστασης ΕΕ 2021/1004 για την Ευρωπαϊκή Εγγύηση για τα Παιδιά, όπως υλοποιείται στην ελληνική έννομη τάξη από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ε.Κ.Κ.Α.), το οποίο ορίζεται ως ο Εθνικός Συντονιστής της Εγγύησης για τα Παιδιά.
Επιπλέον, καινοτομία του νομοσχεδίου αποτελεί το πρόγραμμα «Κυψέλη» το οποίο, σε συνδυασμό με το συμβουλευτικό-γνωμοδοτικό όργανο του Εθνικού Συμβουλίου Προσχολικής Αγωγής και Διαπαιδαγώγησης, αποσκοπεί, βάσει του άρθρου 13, πρώτον στην «ανάπτυξη και ενίσχυση των δυνατοτήτων και δεξιοτήτων των βρεφών και των νηπίων μέσω, ιδίως, του παιχνιδιού και με σεβασμό στη μοναδικότητα και στον ατομικό ρυθμό ανάπτυξης κάθε βρέφους και νηπίου, καθώς και την ενδυνάμωση της σχέσης μεταξύ οικογένειας και σταθμού» και δεύτερον στην «τακτική παρακολούθηση και αξιολόγηση της ανάπτυξης και της προόδου των βρεφών και των νηπίων, προκειμένου να επιτευχθούν η έγκαιρη ανίχνευση δυνατοτήτων και αναγκών, όπως και η παραπομπή για περαιτέρω διερεύνηση τυχόν μαθησιακών δυσκολιών, αναπηριών ή άλλων διαταραχών» με πιλοτική, αρχικά, εφαρμογή.
Εν κατακλείδι, βάσει των άρθρων 33 και 34 του νομοσχεδίου, έπειτα από την πάροδο των δύο επόμενων χρόνων πιλοτικής εφαρμογής, «εισάγεται ο θεσμός του Προσωπικού Βοηθού για τα άτομα με αναπηρία και ρυθμίζονται οι όροι παροχής της σχετικής υπηρεσίας. Η υπηρεσία εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο ενός συστήματος κοινωνικής υποστήριξης για τα άτομα με αναπηρία, με στόχο τη βελτίωση της ποιότητας ζωής αυτών και των οικογενειών τους, συνδέεται με το δικαίωμά τους στην ανεξάρτητη διαβίωση και τη συμπερίληψή τους στην κοινωνία και συμβάλλει στην αποτροπή της περιθωριοποίησης και ιδρυματοποίησής τους. Διεξοδικότερα, ο «Προσωπικός Βοηθός είναι το φυσικό πρόσωπο το οποίο υποστηρίζει τα άτομα με αναπηρία. Η υπηρεσία του παρέχεται στη βάση των εξατομικευμένων αναγκών και συνθηκών ζωής των ατόμων με αναπηρία και σύμφωνα με τις ατομικές επιλογές και τα ενδιαφέροντά τους, προς διευκόλυνση, ιδίως, των καθημερινών δραστηριοτήτων τους, για την ενίσχυση της ανεξάρτητης διαβίωσης και τη συμπερίληψή τους στην κοινωνία. Σημασία έχει το γεγονός ότι η παροχή της υπηρεσίας δεν αποστερεί τον ωφελούμενο αυτής από τη λήψη τυχόν προνοιακών παροχών σε χρήμα, οικονομικών και εισοδηματικών ενισχύσεων και κοινωνικών υπηρεσιών για την οικονομική στήριξη–ενίσχυση ατόμων με αναπηρία, που χορηγεί ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Ο.Π.Ε.Κ.Α.)».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΕΡΓΟ, hellenicparliament.gr, διαθέσιμο εδώ
- ΦΕΚ A 133/2019, ΝΟΜΟΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜΟΝ 4622/2019, Επιτελικό Κράτος: οργάνωση, λειτουργία και διαφάνεια της Κυβέρνησης, των κυβερνητικών οργάνων και της κεντρικής δημόσιας διοίκησης.