Της Εμμανουέλας Μπουλταδάκη,
Ένα φλέγον ζήτημα των ημερών είναι αυτό των επερχόμενων γερμανικών ομοσπονδιακών εκλογών οι οποίες θα λάβουν χώρα την Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου και θα αναδείξουν τον επόμενο καγκελάριο. Όλες οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο υποψήφιος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) Olaf Scholz θα αναλάβει την καγκελαρία. Για πρώτη φορά η δημοτικότητα του συνασπισμού CDU/CSU (Χριστιανοδημοκρατική Ένωση) του Armin Laschet (ο οποίος διαδέχθηκε την Angela Merkel ως πρόεδρος του CDU) έπεσε κάτω από το 20% στη δημοσκόπηση των Ινστιτούτων Forsa και Kantar. Οι εκλογές αυτές, εκτός από την πιθανή νίκη του Scholz, θα έχουν επιπλέον απότοκο και επισήμως το τέλος της θητείας της Merkel ως καγκελάριος της Γερμανίας. Αυτό σηματοδοτεί, επιπροσθέτως, το τέλος μιας εποχής για τη γερμανική πολιτική, καθώς η Angela Merkel έχει τα ηνία της χώρας από το 2005, όπου ψηφίστηκε για πρώτη φορά καγκελάριος μέχρι και σήμερα.
Η Merkel μετρά 4 συνεχόμενες θητείες. Εξελέγη για πρώτη φορά το 2005 με το μεγάλο συνασπισμό των κομμάτων CDU και SPD, μετά ανανέωσε τη θητεία της το 2009 με το συνασπισμό του CDU με το Ελεύθερο Δημοκρατικό κόμμα, ενώ το 2013 μετρούσε την τρίτη σε σειρά κυβέρνηση της. Το 2017 σχηματίστηκε η κυβέρνηση συνασπισμού των CDU, CSU και SPD με την Merkel ως καγκελάριο για τέταρτη συνεχόμενη φορά. Όλα αυτά τα χρόνια η Merkel και το κόμμα της, εκτός από τη διαμόρφωση της πολιτικής της χώρας της, είχε και ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση της πολιτικής του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο και το γεγονός ότι έχει λάβει και το χαρακτηρισμό του de facto ηγέτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μάλιστα του διασώστη της σε περιόδους κρίσεις. Πώς όμως συνέβαλε το κόμμα της Γερμανίδας καγκελάριου όσο και η ίδια με την πολιτική του στην Ε.Ε.;
Αρχικά, η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση είναι ένα συντηρητικό πολιτικό κόμμα που ιδρύθηκε στη Γερμανία το 1945. Αποτελούσε το κυρίαρχο κόμμα για τις επόμενες δεκαετίες μετά το 1949 με ηγέτη τον Konrad Adenauer ο οποίος παρέμεινε στη θέση του καγκελάριου μέχρι το 1963. Το CDU συνέχισε όντας μέρος της αντιπολίτευσης μέχρι το 1982 που επανάκτησε την εξουσία και καγκελάριος έγινε ο πρόεδρος του CDU, o Helmut Kohl μέχρι το 1998 που τον διαδέχθηκε στην αρχηγία του κόμματος ο Wolfgang Schäuble. Με την παραίτηση του, λόγω οικονομικού σκανδάλου, η αρχηγία του κόμματος ανατέθηκε στη Merkel. Από το 2005 μέχρι και σήμερα το κόμμα της Merkel έχει αναλάβει ενεργό δράση σε διεθνή ζητήματα. Το 2009 συνέβαλε στην αντιμετώπιση της κρίσης χρέους που έπληξε την Ευρωζώνη και διαπραγματεύτηκε σχέδια διάσωσης (γνωστά ως bail out) για τα κράτη μέλη που είχαν πληγεί περισσότερο όπως η Ελλάδα και η Ιρλανδία με προϋπόθεση να λάβουν μέτρα δημοσιονομικής λιτότητας και να προχωρήσουν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.
Ωστόσο, υπάρχει και μια σκοτεινή πλευρά στην πολιτική της Merkel καθώς η ίδια αρνήθηκε ότι οι γερμανικές τράπεζες είχαν ευθύνη για την κρίση λόγω του υπερβολικού δανεισμού τους προς τις χώρες του Νότου. Αυτό είχε ως συνέπεια να ενισχυθούν τα ήδη υπάρχοντα στερεότυπα που υπήρχαν στον Βορρά σχετικά με τις σπατάλες και την ανεύθυνη συμπεριφορά των χωρών του Νότου κι έτσι οξύνθηκαν οι διαφορές μεταξύ των δύο πόλων. Αξίζει επίσης να αναφερθεί η πολιτική προστασία που προσέφερε το κόμμα της Merkel στην αυταρχική κυβέρνηση του Viktor Orban στην Ουγγαρία. Η Merkel προστάτευε τον Orban για πολιτικούς και εμπορικούς λόγους. Η συνεργασία που είχαν αναπτύξει σε ευρωπαϊκό επίπεδο ήταν επωφελής και για τι δυο πλευρές, καθώς «οι ακόλουθοι» του Orban παρείχαν τους ψήφους που χρειάζονταν για να παραμείνει το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (EPP) η κυρίαρχη πολιτική δύναμη της Ε.Ε., κάτι το οποίο επιθυμούσε το κόμμα CDU ως μέλος του EPP. Σε αντάλλαγμα η Merkel δεν σχολίασε ποτέ αρνητικά τις αυταρχικές απόψεις του Orban και προστάτεψε το κόμμα του από τη μομφή που δέχονταν από την Ε.Ε. Η υποστήριξη της αυτή αιτιολογείται και από το γεγονός ότι η Ουγγαρία είναι ένα χαμηλού κόστους κατασκευαστικό κέντρο για τις γερμανικές πολυεθνικές, το οποίο εξυπηρετούσε τα εμπορικά συμφέροντα της Γερμανίας.
Η ηγεσία της Merkel διαδραμάτισε ενεργό ρόλο και στο θέμα της προσφυγικής κρίσης του 2015. Η πρόταση της να ακολουθηθεί μια πολιτική ανοιχτών θυρών προς τον όλο και αυξανόμενο αριθμό μεταναστών που εισέρχονταν στις μεσογειακές χώρες δεν είχε το αντίκρισμα που ήλπιζε. Κατά συνέπεια, καθώς το κόμμα της συνάντησε την αντίθεση των υπολοίπων κομμάτων σχετικά με την ακατάπαυστη είσοδο Σύριων προσφύγων στη Γερμανία, η Merkel αναγκάστηκε να ταξιδέψει στην Άγκυρα για να διαπραγματευτεί την παρεμπόδιση προσφύγων προς τα ευρωπαϊκά σύνορα με αντάλλαγμα τη καταβολή του ποσού των 3 δισεκατομμυρίων ευρώ στην Τουρκία και άλλων παραχωρήσεων. Και ενώ πολλοί επαινούσαν αρχικά την μεγαλοψυχία που επέδειξε η Merkel προς τους πρόσφυγες, υπήρχαν πολλοί που αντιλήφθηκαν ότι δείλιασε μπροστά στην προσπάθεια να οικοδομήσει μια ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική και προτίμησε να πληρώσει τις χώρες διέλευσης ώστε να συγκρατούν τους πρόσφυγες και να μην τους επιτρέπουν την είσοδο στην Ευρώπη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σημειωθούν πολλοί θάνατοι μεταναστών στη Μεσόγειο θάλασσα από το 2015 και μετά.
Τέλος, αξιόλογη ήταν η δράση του CDU κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η Merkel αντέδρασε στο ξέσπασμα της πανδημίας με τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ταμείου ανάκαμψης που θα μετέφερε τις επιχορηγήσεις της Ε.Ε. προς τα κράτη μέλη που το είχαν ανάγκη και επίσης θα πραγματοποιούνταν περαιτέρω αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων στην Ε.Ε. για να διευκολυνθεί η όλη κατάσταση.
Είναι, λοιπόν, φανερό ότι η Angela Merkel αποτέλεσε μια πολιτική προσωπικότητα σταθμό στη χώρα της και θα είχε σίγουρη νίκη στις επερχόμενες εκλογές αν είχε αποφασίσει να συμμετάσχει ως υποψήφια, αφού παραμένει η πιο δημοφιλής πολιτικός στη Γερμανία. Ο διάδοχος της στο κόμμα, Armin Laschet, δεν φαίνεται να έχει την ίδια επιρροή στο γερμανικό λαό η οποία είναι απαραίτητη για να του εξασφαλίσει τη νίκη στις εκλογές. Η επιβεβαίωση αυτή θα έρθει εντός λίγων ημερών όταν θα γίνουν γνωστά τα αποτελέσματα των φετινών εκλογών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- The other side of Angela Merkel. What the world has misunderstood about the German chancellor, Foreign Policy, διαθέσιμο εδώ
- The Merkel administration, Britannica, διαθέσιμο εδώ