Του Νικόλαου-Νεκτάριου Δημητρά,
787: Άρχισε η Δεύτερη Σύνοδος της Νίκαιας (ή αλλιώς ονομάζεται Έβδομη Οικουμενική Σύνοδος) στο τότε Βυζαντινό έδαφος, στη Νίκαια της Βιθυνίας. Συγκλήθηκε από τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ’ (που ο ίδιος ήταν εικονομάχος) και την Αυτοκράτειρα Ειρήνη, η οποία ήταν αντιβασίλισσα και συμμετείχαν περίπου 350 επίσκοποι. Βασικό θέμα της Συνόδου ήταν η Εικονομαχία, αν και στην πορεία συζητήθηκαν και άλλα θέματα. Η απόφαση της Συνόδου για την Εικονομαχία ήταν: «Ομοφώνως ορίζομεν απόβλητον είναι και αλλότριαν και εβδελυγμένην εκ της των Χριστιανών εκκλησίας πάσαν εικόνα εκ πάσης ύλης και χρωματουργικής των ζωγράφων κακοτεχνίας πεποιημένην». Μάλιστα, απειλούσε με την καθαίρεση (για τους ιερωμένους) και τον αναθεματισμό (για τους πιστούς) για όποιον τολμούσε να προσκυνήσει, να ζωγραφίσει ή να τοποθετήσει εικόνα του Χριστού. Η Σύνοδος διήρκεσε μέχρι το 787. Ανακλήθηκε ξανά από τον επίσης εικονομάχο Λέων Ε’ το 815 και διήρκεσε έως το 842. Οι αποφάσεις της Συνόδου ήταν παρωδικές, εφόσον η εικονόφιλη Θεοδώρα, η σύζυγος του εικονομάχου Θεοδώρου, αποφάσισε ως επίτροπος του Μιχαήλ Γ’ την αναστήλωση των εικόνων με Σύνοδο των εικονόφιλων.
1806: Επανεκλέγεται ο εξόριστος Γρηγόριος Ε’ ως Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης για να διανύσει τη δεύτερη (από τις τρεις) Πατριαρχίες του έως το 1808. Είχε εξοριστεί από τις 19 Δεκεμβρίου του 1798, αρχικά στη Χαλκηδόνα και αφού είχε περάσει μερικούς μήνες στη Δράμα, κατέληξε στο Άγιο Όρος, όπου έζησε μέχρι την ανάκλησή του. Ο Σουλτάνος Σελίμ Γ’ τον είχε εξορίσει, διότι θεωρούταν ως «υποκινητής ταραχών» στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης ομοφώνως αποφάσισε την επιστροφή του, η οποία έγινε πραγματικότητα στις 18 Οκτωβρίου του ίδιου έτους μέσα σε ένα κλίμα ενθουσιασμού. Η δεύτερη Πατριαρχία του Γρηγορίου ήταν στην αρχή επιτυχής, αφού μερίμνησε για τα οικονομικά του Πατριαρχείου, για την κοινωνική φιλανθρωπία, για την οργάνωση των Μοναστηριών, ακόμα και για την ελληνική παιδεία. Ωστόσο, η δεύτερη Πατριαρχία του έληξε άδοξα, αφού εξορίστηκε ξανά, αυτήν τη φορά από τον Μαχμούτ Β’ και με την παρότρυνση του Μουσταφά Μπαϊρακτάρ Πασά, το 1808.
1915: Ορκίζεται η Κυβέρνηση του Αλεξάνδρου Ζαΐμη μετά τη δεύτερη παραίτηση της Κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου. Εν όψει του Εθνικού Διχασμού, ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α’, προσπαθώντας να κατευνάσει τα πνεύματα, αποδέχτηκε τη διακυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη ως Κυβέρνηση ευρύτερης αποδοχής. Η επιλογή του προσώπου αυτού δεν ήταν τυχαία, καθώς ο Ζαΐμης δε συμμετείχε στην ενεργό πολιτική, αλλά ήταν διοικητής της Εθνικής Τράπεζας. Σε αυτήν την Κυβέρνηση, επρόκειτο να συνυπάρχουν πρώην Πρωθυπουργοί (Θεοτόκης, Δραγούμης, Γούναρης, Ράλλης) και ανώτατοι στρατιωτικοί. Η Κυβέρνηση, στην αρχή, είχε την ανοχή του Κόμματος των Φιλελευθέρων, αλλά το επεισόδιο του Ιωάννη Γιαννακίτσα είχε ως συνέπεια η Κυβέρνηση να καταψηφιστεί από τους Φιλελευθέρους (που είχαν την πλειοψηφία των εδρών) και να πέσει. Ο Βασιλιάς διέλυσε τη Βουλή και έγιναν νέες εκλογές. Ο Βασιλιάς κάλεσε τον Στέφανο Σκουλούδη να σχηματίσει Κυβέρνηση, για να διενεργηθούν εκλογές. Σε αυτές τις εκλογές δε συμμετείχαν οι Φιλελεύθεροι ως ένδειξη διαμαρτυρίας και τις κέρδισε ο Γούναρης, ο οποίος έναν χρόνο αργότερα παραιτήθηκε, αφού -κατά τη γνώμη του- η Πρωθυπουργία του ενίσχυε και υποστήριζε τους σκοπούς της πολιτικής του Βασιλιά.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Βασιλέφ Αλεξάντροβιτς Αλεξάντρ, Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (μτφρ. Δ. Σαβράμης), Πελεκάνος, Αθήνα, 2006
- Απ. Βακαλόπουλος, Νέα Ελληνική Ιστορία, 1204-1985, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1987.
- Warren Treattgold, A Concise History of Byzantium, Palgrave, London, 2001
- Βασίλης Παναγιωτόπουλος, «Προσπάθεια αγιοποιήσεως Γρηγορίου Ε’ κατά το 1823», Ελληνική Δημιουργία, τ/χ.125 (15 Απριλίου 1953), σελ. 356-360.
- Ζήση Θεόδωρου, Ιεράρχες εθνάρχες, Γρηγόριος Ε’, Χρυσόστομος Σμύρνης, Τέρτιος, Θεσσαλονίκη, 2003
- Θ. Βερέμης – Ιω. Κολιόπουλος, Ελλάς. Η σύγχρονη συνέχεια. Από το 1821 μέχρι σήμερα, εκδόσεις Καστανιώτης, Αθήνα, 2006
- Β. Δερτιλής, Ιστορία του ελληνικού κράτους 1830-1920, τόμοι 2, εκδόσεις Εστία, Αθήνα, 2006.