Tης Δήμητρας Κούβελα,
Ο Γιώργος Σεφέρης αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές στην ιστορία της ελληνικής ποίησης και έναν από τους δύο που έχουν τιμηθεί στη χώρα μας με Νόμπελ Λογοτεχνίας. Επίσης ήταν δοκιμιογράφος, μεταφραστής και διπλωμάτης.
Το πραγματικό του όνομα ήταν Γεώργιος Σεφεριάδης. Γεννήθηκε στις 29 Φεβρουαρίου του 1900 στη Σμύρνη. Ο πατέρας του, εκτός από δικηγόρος με σημαντική επιρροή στην κοινωνία της Σμύρνης, είχε και λογοτεχνικές ανησυχίες. Αφότου τελείωσε τις σπουδές του στη Σμύρνη και μετά στην Αθήνα, όπου είχε εγκατασταθεί η οικογένειά του, εγγράφτηκε στη Nομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, όπου αποφοίτησε με διδακτορικό το 1924. Όσο διέμενε στο Παρίσι διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την σχέση του με την ποίηση, επηρεασμένος από το κίνημα του μοντερνισμού. Όταν γύρισε στην Ελλάδα, ανέλαβε τη θέση του υπαλλήλου στο Υπουργείο Εξωτερικών το 1926 και διέσχισε μια θαυμαστή καριέρα στο διπλωματικό σώμα, με σημαντικότερο σημείο της την ανάληψη της θέσης του πρεσβευτή της Ελλάδας στη Μεγάλη Βρετανία, από το 1957 έως το 1962, όποτε και συνταξιοδοτήθηκε.
Ο Σεφέρης ανήκει στη λεγόμενη «Γενιά του ‘30» και η πρώτη του εμφάνιση στα Ελληνικά Γράμματα έγινε με την ποιητική συλλογή «Στροφή», το 1931. Η δημοσίευση αυτή κίνησε σε μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον της λογοτεχνικής κοινότητας της Αθήνας και προκάλεσε αρνητικές και θετικές κριτικές. Ο Γιώργος Θεοτοκάς (ο οποίος χαρακτήρισε την ποίηση του Σεφέρη μοντέρνα αλλά και με ένα νήμα παράδοσης), ο Γιώργος Κατσίμπαλης, ο Ανδρέας Καραντώνης υποστήριξαν την ποιητική συλλογή του Σεφέρη, σημειώνοντας ότι αποτελεί την έναρξη μιας καινούριας εποχής για την ελληνική ποίηση. Ορισμένοι επικριτές του Σεφέρη, όπως ο κριτικός Άλκης Θρύλος και ο ποιητής Τάκης Παπατσώνης, υποστήριξαν ότι η ποίησή του είναι εγκεφαλική, χωρίς συναισθηματισμούς. Στο πέρασμα του χρόνου, η ποιητική συλλογή «Στροφή», θεωρήθηκε ότι αποτέλεσε μεταβατικό τμήμα της ελληνικής ποίησης από την παραδοσιακή στη μοντέρνα γραφή.
Η καθιέρωσή του, όμως, ως ποιητή έρχεται το 1935 με τη συλλογή «Μυθιστόρημα». Πέραν των ποιημάτων, ο Σεφέρης διακρίθηκε και στον δοκιμιακό λόγο, ο οποίος αντιπροσώπευε μια σειρά κριτικών δοκιμίων, για την αξία της παράδοσης. Όσον αφορά το μεταφραστικό του έργο, αν και μικρό υπήρξε πολύ σημαντικό, με τις μεταφράσεις των έργων του αμερικανού ποιητή Τ.Σ. Έλιοτ «Έρημη Χώρα» και «Φονικό στην Εκκλησιά» και των δύο έργων της Βίβλου «Άσμα Ασμάτων» και «Αποκάλυψη του Ιωάννη». Ο Τ.Σ. Έλιοτ και ο Πωλ Βαλερύ τον επηρέασαν όσο κανένας άλλος ποιητής του 20ου αιώνα. Το έργο του διανθίστηκε με τις ποιητικές συλλογές Ημερολόγιο Καταστρώματος Α’ (1940), Τετράδιο Γυμνασμάτων (1940), Ημερολόγιο Καταστρώματος Β’ (1944), Κίχλη (1947) και Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ’ (1955).
Όσο αφορά την απήχηση του έργου του στο εξωτερικό, αυτή ήταν μεγάλη. Από το 1950 και ύστερα το έργο του μεταφράζεται και εκτιμάται στο εξωτερικό. Αποτέλεσμα όλου αυτού του ρεύματος είναι η βράβευσή του με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963, για το λυρικό του ύφους, εμπνευσμένο από το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες. Το 1964 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και το 1965 του Πανεπιστημίου του Πρίνστον.
Στην εποχή της χούντας, στις 28 Μαρτίου 1969, προχωρά σε δήλωση στο ραδιόφωνο του BBC εναντίον της χούντας, αναφέροντας: «Είναι μια κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης, όπου όσες πνευματικές αξίες κατορθώσαμε να κρατήσουμε ζωντανές, με πόνους και με κόπους, πάνε κι αυτές να καταποντιστούν μέσα στα ελώδη στεκάμενα νερά».
Η εγχείρισή του τον Αύγουστο του 1971 στον δωδεκαδάκτυλο αποδεικνύεται μοιραία για την ζωή του, καθώς θα υποκύψει σε μετεγχειρητικές επιπλοκές την 20η Σεπτεμβρίου 1971. Η κηδεία του έλαβε αντιδικτατορικό χαρακτήρα. Πλήθος κόσμου έφτασε μπροστά από την Πύλη του Αδριανού, ακολουθώντας την νεκρώσιμη πομπή προς το Α’ Νεκροταφείο και τραγουδώντας την «Άρνηση», το απαγορευμένο για την εποχή τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη, σε στίχους Σεφέρη. Το τελευταίο ποίημά του, που αποτελούσε καταγγελία κατά της δικτατορίας δημοσιεύεται στις 23 Σεπτεμβρίου 1971 στην εφημερίδα «Το Βήμα», με ονομασία «Επί Ασπαλάθων», γραμμένο στις 31 Μαρτίου 1971.
Θα ήταν μεγάλη παράλειψη να μην αναφερθεί η τεράστια επιρροή του Σεφέρη στον χώρο του πενταγράμμου, με αρκετούς συνθέτες να μελοποιούν ποιήματά του. Τρανά παραδείγματα αποτελούν ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Ηλίας Ανδριανόπουλος, ο Θεόδωρος Αντωνίου, ο Λεωνίδας Ζώρας, ο Τζον Τάβενερ κ.α.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γιώργος Σεφέρης, Σαν Σήμερα, διαθέσιμο εδώ
- Γιώργος Σεφέρης, Culture Now, διαθέσιμο εδώ
- Γιώργος Σεφέρης: Χρονολόγιο, Greek Language, διαθέσιμο εδώ