Της Ραφαέλας Χρυσοστόμου,
Η συγκλονιστική ταινία του Roman Polanski παρουσιάζει την πραγματική ιστορία για τη ζωή του Πολωνού Εβραίου μουσικού–πιανίστα Wladyslaw Szpilman, κατά τα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ταινία, η οποία είναι βασισμένη στην αυτοβιογραφία του καλλιτέχνη, έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ των Καννών το 2002, όπου κέρδισε Χρυσό Φοίνικα, ενώ κέρδισε και τρία βραβεία Όσκαρ. Το ρόλο του πρωταγωνιστή είχε ο Αμερικανός ηθοποιός Adrien Brody, ο οποίος βραβεύτηκε με Όσκαρ Α΄ Ανδρικού Ρόλου για τη σπαραχτική ερμηνεία του.
Προτού προχωρήσουμε στην περίληψη της ταινίας, να αναφέρω μερικές ενδιαφέρουσες πληροφορίες. Αρχικά, ο ηθοποιός Adrien Brody έχασε 14 κιλά για το ρόλο του, ενώ τα έσοδα από την πρεμιέρα της ταινίας στην Ολλανδία έγιναν δωρεά στο σπίτι της Άννας Φρανκ. Σημαντική η αναφορά είναι ότι στην ταινία εμφανίστηκε ο εγγονός του πραγματικού Szpilman. Ο ίδιος ο Polanski είναι επιζών του Ολοκαυτώματος, αφού τον έσωσε ο πατέρας του, σπρώχνοντάς τον έξω από τα κάγκελα του στρατοπέδου.
Το έργο αρχίζει στη Βαρσοβία, 1939 και εξελίσσεται μέχρι το 1945, γι’ αυτό, ας παρακολουθήσουμε την πλοκή της ταινίας σαν ένα χρονικό που εκτυλίσσεται παράλληλα με τον πόλεμο. Ο γαλήνιος ήχος του πιάνου που παίζει ο Szpilman στο ραδιοφωνικό σταθμό διακόπτεται αναπάντεχα από τον ήχο βομβαρδισμών, σπασμένων τζαμιών και σειρήνων. Στο ραδιόφωνο ανακοινώνουν ότι οι Ναζί εισέβαλαν στην πόλη και οι πολίτες καλούνται να την εκκενώσουν. Στο σπίτι, μαζί με την οικογένειά του, διαβάζουν εφημερίδα. Μερικά από τα νέα μέτρα που επέβαλαν οι Γερμανοί κατά των Εβραίων είναι ανώτατο πλαφόν χρημάτων που πρέπει να υπάρχει σε κάθε οικία, ακριβείς οδηγίες για το πώς να ράψουν οι ίδιοι τα αστέρια που θα φορούν, προκειμένου να επιτρέπεται να κυκλοφορούν και περιορισμός σε συγκεκριμένη περιοχή της πόλης–γκέτο. Η οικογένεια αποφασίζει αρχικά να κρύψει τα χρήματά της στο βιολί του Szpilman, ενώ όταν άρχισαν οι οικονομικές δυσκολίες πούλησαν το πιάνο του με βαριά καρδιά.
Βαρσοβία, 1940: Ο πρωταγωνιστής αποχαιρετά την κοπέλα του, αφού μαζί με την οικογένεια του και τους λοιπούς Εβραίους υποχρεώνονται να μετακομίσουν σε μία περιοχή, στην οποία οι Ναζί κτίζουν τείχος για να τους αποκλείσουν από την υπόλοιπη πόλη. Στις επόμενες σκηνές παρακολουθούμε συγκλονιστικά γεγονότα κοινωνικού εξευτελισμού και κακοποίησης. Παράλληλα, ο Szpilman γίνεται μέλος αντιστασιακής εβραϊκής ομάδας.
Βαρσοβία, 1942: Οι Εβραίοι εξαναγκάζονται να επιβιβαστούν σε τρένα μη γνωρίζοντας ότι τελικός προορισμός ήταν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Εδώ είναι που ο πρωταγωνιστής αποκόπτεται από την οικογένειά του, αφού πριν την επιβίβασή του σώζεται την τελευταία στιγμή από έναν αστυνομικό του Εβραϊκού Γκέτο, που τυγχάνει να είναι οικογενειακός φίλος. Μακριά πλέον από την οικογένειά του, ο πρωταγωνιστής θα παραμείνει στο γκέτο ως εργάτης-σκλάβος στις γερμανικές μονάδες κατασκευής. Η θέση του όμως, του επιτρέπει να βοηθά στο έργο των αντιστασιακών, φυλάσσοντας τα όπλα τους που μεταφέρονταν κρυφά στα σακιά με τις πατάτες. Αργότερα, αποδρά και ψάχνει να βρει την, παντρεμένη πλέον κοπέλα του, στην πλούσια πλευρά της πόλης.
Βαρσοβία, 1943: Εν τέλει τον κρύβουν σε μία σοφίτα, που στο βάθος υπάρχει ένα παλιό πιάνο. Μπαίνοντας στον πειρασμό, κάθεται στο σκαμπό και προσποιείται ότι παίζει τα πλήκτρα, αυτή τη φορά όμως στον αέρα χωρίς να τα αγγίζει, αφού ο παραμικρός θόρυβος θα τον πρόδιδε στους γείτονες. Περνώντας αρκετούς μήνες έγκλειστος, του ανακοινώνουν ότι σύντομα καταφτάνουν οι Μεγάλες Δυνάμεις για να καταλύσουν τη γερμανική κατοχή.
Βαρσοβία, 1944: Τα τανκς εισβάλλουν στην πόλη και βομβαρδίζουν τα κτίρια των Γερμανών. Ωστόσο, ο πρωταγωνιστής εγκλωβίστηκε στη σοφίτα, χωρίς τρόπο διαφυγής. Μετά από αρκετές απόπειρες διαφεύγει και καταφέρνει να κρυφτεί σε ένα εγκαταλελειμμένο νοσοκομείο. Το πάθος του για τη μουσική και η φαντασία του, του κρατούν συντροφιά, αφού στο μυαλό του συνεχώς παίζουν σονάτες. Κατά τη διαδικασία αναζήτησης τροφής, τον ανακαλύπτει ένας Γερμανός αξιωματικός, ο οποίος μόλις έμαθε ότι είναι πιανίστας τον οδηγεί σε ένα δωμάτιο με πιάνο και του ζητά να παίξει [σύντομη προειδοποίηση για αποκάλυψη της πλοκής, αν δεν έχετε δει ακόμη την ταινία!]. Ο Szpilman χωρίς αμφιβολία πιστεύει ότι κάθεται στο πιάνο για τελευταία φορά. Η σκηνή είναι άκρως συγκινητική καθώς, ενώ παίζει τη μπαλάντα του Σοπέν σε Σολ Μινόρε, ο Γερμανός αξιωματικός καταβάλλεται από συναισθήματα και στο τέλος αντί να τον εκτελέσει, όπως περίμενε, τον αφήνει να κρυφτεί στη σοφίτα και ανά τακτά χρονικά διαστήματα τον προμηθεύει με φαγητό.
Βαρσοβία, 1945: Οι Γερμανοί εγκαταλείπουν την πόλη, ενώ οι Πολωνοί επιστρέφουν στα ερειπωμένα σπίτια τους. Στους τίτλους τέλους μαθαίνουμε πως Szpilman όταν έμαθε ότι ο Γερμανός ευεργέτης του ήταν κρατούμενος σε Σοβιετικό στρατόπεδο, τον έψαχνε για έναν χρόνο με σκοπό να τον απελευθερώσει, χωρίς όμως επιτυχία, αφού το 1952 πέθανε μετά από βασανιστήρια. Το 1957, μάλιστα, πήγε επίσκεψη στην οικογένειά του στη Δυτική Γερμανία. Η ταινία τελειώνει όπως άρχισε, με τον πρωταγωνιστή να παίζει πιάνο στο ραδιοφωνικό σταθμό. Μόνο που αυτή τη φορά, τις μελωδίες του συνοδεύουν τα δάκρυα από τα οδυνηρά βιώματά του και ο πόνος της απώλειας των αγαπημένων του προσώπων.
Ο Wladyslaw Szpilman συνέχισε να ζει στη Βαρσοβία μέχρι το θάνατό του, 6 Ιουλίου 2000, σε ηλικία 88 ετών. Η ταινία για τη ζωή του θεωρείται μια από τις κορυφαίες κινηματογραφικές παραγωγές για τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ αναφορικά με τη μουσική επενδύεται αριστοτεχνικά με τις κλασικές συνθέσεις του Φρεντερίκ Σοπέν για πιάνο. Κατατάσσεται στη θέση #36 του IMDb στις διαχρονικά καλύτερες 100 ταινίες, και σίγουρα είναι μία ταινία που πρέπει κανείς να δει!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η συγκλονιστική σκηνή της ταινίας «Ο Πιανίστας», mixanitouxronou.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Η ταινία-γροθιά κατά του Φασισμού: Ο Πιανίστας του Ρομάν Πολάνσκι, in.gr, διαθέσιμο εδώ.
- The Pianist, theguardian.com, διαθέσιμο εδώ.
- Surviving the Warsaw Ghetto against steep odds, nytimes.com, διαθέσιμο εδώ.