Του Τιμολέοντος Παλαιολόγου,
Η αρχή της δεύτερης δεκαετίας του 20ου αιώνα βρήκε το ελληνικό κράτος στο απόγειο της πολιτικής του ισχύος. Μόλις 100 χρόνια από την έκρηξη της Επανάστασης, ο ελληνικός στρατός είχε εγκαθιδρύσει την παρουσία του στη Μικρά Ασία, με τους εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες, και είχε οργανώσει γραμμή άμυνας στις περιοχές Δορύλαιο (Eskisehir)–Κοτύαιο (Kutahya)– Ακροϊνόν (Afyonkarahisar). Παράλληλα, είχε πλήρως ενσωματώσει την Ανατολική Θράκη -πλην της Κωνσταντινούπολης και των περιχώρων της- στην οποία το ελληνικό στοιχείο ήταν υπεράριθμο του τουρκικού (βάσει των oθωμανικών στατιστικών). Παρόλα αυτά, ένα μόλις έτος από την προώθηση στα ενδότερα της Μικράς Ασίας και τη μάχη στον Σαγγάριο ποταμό, ο ελληνικός στρατός θα δεχθεί την αντεπίθεση των επαναστατικών δυνάμεων του Μουσταφά Κεμάλ και το ελληνικό μέτωπο θα διασπαστεί πλήρως, τρέποντας τον ισχνά οπλισμένο και εξαιρετικά εξουθενωμένο ελληνικό στρατό σε φυγή. Αυτή η εξέλιξη στη «Μεγάλη Ιδέα» των Ελλήνων, τον κατεξοχήν πολιτικό και συνειδησιακό φορέα, που μεγάλωσε γενεές πολιτικών, αλλά και το σύνολο του ελληνικού έθνους από το 1844, όποτε και πρωτοεκφράστηκε από τον Ιωάννη Κωλέττη, ακόμη και σήμερα αποτελεί τη μεγαλύτερη ήττα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
Άλλη μία «Επανάστασις»
Η εγκατάλειψη της Μικράς Ασίας από τον ελληνικό στρατό ολοκληρώνεται και οι εναπομείνασες δυνάμεις που δεν αιχμαλωτίσθηκαν, αποβιβάσθηκαν στη Λέσβο και στη Χίο. Από εκεί, τις περιοχές πιο εγγύς στο άπιαστο, πλέον, όνειρο της Μεγάλης Ελλάδος, ξεσπά στρατιωτικό κίνημα για την ανατροπή της Κυβέρνησης και του Βασιλέως, υπό τους συνταγματάρχες Στυλιανό Γονατά και Νικόλαο Πλαστήρα, την 11η Σεπτεμβρίου 1922. Τα επαναστατημένα στρατιωτικά τμήματα κατέφθασαν στο Λαύριο, στις 13 Σεπτεμβρίου, και αμέσως απεστάλη τηλεγράφημα στον Βασιλιά Κωνσταντίνο, με το οποίο αξιωνόταν η παραίτησή του υπέρ του υιού και διαδόχου του, Γεωργίου Β’. Πράγματι, ο Κωνσταντίνος, δίχως να εναντιωθεί, εγκατέλειψε τη χώρα και κατέφυγε στο Παλέρμο, όπου και πέθανε λίγο αργότερα, στις 11 Ιανουαρίου του 1923. Αυτή ήταν η τύχη του Στρατάρχη Κωνσταντίνου «ΙΒ’», του «Διαδόχου» του Κωνσταντίνου ΙΑ’ Παλαιολόγου, ενός ανθρώπου που οι προσδοκίες του ελληνικού έθνους τον ακολουθούσαν από την ημέρα που γεννήθηκε.
Άμεσα ανέλαβε την Πρωθυπουργία ο Σωτήριος Κροκιδάς και συστάθηκε έκτακτο στρατοδικείο, προκειμένου να δικάσει τους πρωταίτιους, πολιτικούς και στρατιωτικούς ιθύνοντες, της καταστροφής. Οι έξι: Δημήτριος Γούναρης, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, Νικόλαος Στράτος, Γεώργιος Μπαλτατζής, Νικόλαος Θεοτόκης και Γεώργιος Χατζηανέστης, καταδικάστηκαν εις θάνατο στην ομώνυμη «Δίκη των Έξι» και εκτελέστηκαν, ενώ οι Ξενοφών Στρατηγός και Μιχαήλ Γούδας καταδικάστηκαν, αλλά δεν τους επιβλήθηκε η εσχάτη των ποινών. Μάλιστα, και ο ίδιος ο Πρίγκιπας Ανδρέας καταδικάστηκε, αρχικά, σε θάνατο, απόφαση η οποία κατόπιν τροποποιήθηκε, έπειτα και από ηχηρή παρέμβαση των Άγγλων και έτσι ο πρίγκιπας εγκατέλειψε την Ελλάδα. Ο Πρωθυπουργός Κροκιδάς, μάλιστα, όντας αντίθετος με την εκτέλεση, που επιδίκασε το δικαστήριο ως ποινή, παραιτήθηκε στις 14 Νοεμβρίου 1922, μία μέρα πριν την εκτέλεση της απόφασης, και άμεσα πρωθυπουργός διορίσθηκε ο ίδιος ο Γονατάς.
Η κυβέρνηση Γονατά επανέφερε στη διπλωματική σκηνή τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος ορίστηκε αρχηγός της Ελληνικής Διπλωματικής Αποστολής στη συνδιάσκεψη ειρήνης που έλαβε χώρα στη Λωζάνη και οδήγησε στην υπογραφή της ομώνυμης συνθήκης στις 24 Ιουλίου 1923.
Η κυβέρνηση Στυλιανού Γονατά ήταν εκείνη η οποία πρώτη ανέλαβε το δύσκολο πολιτικό έργο της ανοικοδόμησης μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και της εφαρμογής της Συνθήκης της Λωζάνης, καθώς και το δυσχερές έργο της αποκατάστασης των προσφύγων. Εν τούτοις, μόλις έναν περίπου χρόνο αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1923, και αφότου εκδιώχθηκε και ο Βασιλιάς Γεώργιος Β’, προκηρύχθηκαν εκλογές, στις οποίες εξελέγη ο Βενιζέλος, ο οποίος σχημάτισε κυβέρνηση και ανέλαβε την Πρωθυπουργία τον Ιανουάριο του 1924. Η εν λόγω Κυβέρνηση υπήρξε βραχύβια. Λίγο αργότερα, στις 25 Μαρτίου 1924, κηρύχθηκε η κατάργηση της Βασιλείας και η μεταβολή του πολιτεύματος σε αβασίλευτη δημοκρατία, ενώ πρώτος Πρόεδρος της Δημοκρατίας διετέλεσε ο Παύλος Κουντουριώτης.
Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί ότι το Ζ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, με την υπ’ αριθμόν 1675/2010 απόφασή του, απεφάνθη ότι η απόφαση του Έκτακτου Επαναστατικού Στρατοδικείου Αθηνών της 15ης Νοεμβρίου 1922 ακυρώνεται.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Διαμαντόπουλος, Θ. (2017), 10 και μία δεκαετίες πολιτικών διαιρέσεων: Οι διαιρετικές τομές στην Ελλάδα την περίοδο 1910-2017, 2ο τεύχος, 1η έκδοση, Θεσσαλονίκη: Εκδ. Επίκεντρο
- Μαρκεζίνης, Σ. (1968), ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΑΣ ΕΛΛΑΔΟΣ 1828-1964 – Η νέα εποχή 1922-1964, 4ος τόμος, Αθήνα: Εκδ. Πάπυρος.