14.6 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΡαντάρ Αναπτυσσόμενων ΧωρώνΚούβα: Μια οικονομία μπροστά σε ένα σταυροδρόμι

Κούβα: Μια οικονομία μπροστά σε ένα σταυροδρόμι


Της Δέσποινας Βλάχου,

Η Κούβα, επίσημα Δημοκρατία της Κούβας, είναι νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής. Αποτελεί το μεγαλύτερο μεμονωμένο νησί του αρχιπελάγους και ένα από τα κράτη με τη μεγαλύτερη επιρροή στην περιοχή της Καραϊβικής. Βρίσκεται στη βόρεια Καραϊβική, ανάμεσα στην Καραϊβική Θάλασσα, τον Κόλπο του Μεξικού και τον Ατλαντικό Ωκεανό. Η Κούβα, βρίσκεται νότια των Η.Π.Α. και των νήσων Μπαχάμες, δυτικά των Turks & Caicos και της Αϊτής, και ανατολικά του Μεξικού. Αποτελείται από την Κούβα, την Isla de la Juventud, καθώς και άλλα νησιά. Έχει έκταση 109.884 τετρ. χιλιόμετρα και περίπου 11,2 εκατομμύρια κατοίκους. Η πρωτεύουσα και αστικό κέντρο της Κούβας, είναι η Αβάνα. Ως κράτος συμμετέχει σε διάφορους παγκόσμιους και περιφερειακούς οργανισμούς: είναι μέλος του Ο.Η.Ε. και συμμετέχει σε πολλές από τις εξειδικευμένες  υπηρεσίες του, μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (Π.Ο.Ε.), μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του Κινήματος των Αδεσμεύτων, ενώ συμμετέχει ως μέλος και στους εξής περιφερειακούς οργανισμούς: African, Caribbean, and Pacific Group of States (ACP), Latin American Integration Association (LAIA), Latin American Economic System (LAES).

Ο χάρτης της Κούβας. Πηγή: Encyclopedia Britannica

Η Κούβα είναι η πολυπληθέστερη χώρα στην Καραϊβική. Ο πολιτισμός και τα έθιμά της αντλούνται από διάφορες πηγές, συμπεριλαμβανομένων της περιόδου της ισπανικής αποικιοκρατίας, της μεταφοράς σκλάβων από την Αφρική και, σε μικρότερο βαθμό, της γειτνίασης με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Είναι ένα πολυπολιτισμικό, σε μεγάλο βαθμό, αστικό έθνος, αν και έχει μόνο μία μεγάλη πόλη: την Αβάνα (La Habana), την πρωτεύουσα και εμπορικό κόμβο της χώρας, στη βορειοδυτική ακτή. Σε εθνοτικό επίπεδο, μέχρι την ισπανική κατάκτηση, η φυλή Taino αποτελούσε τα εννέα δέκατα των κατοίκων της Κούβας. Οι εκτιμήσεις του συνολικού αυτόχθονου πληθυσμού στις αρχές του 16ου αιώνα ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό και κυμαίνονται έως και 600.000. Ωστόσο, οι κοινότητές τους εξαλείφθηκαν από ασθένειες, ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας (ιδίως στα ισπανικά ορυχεία χρυσού) και πείνα, λόγω της χαμηλής γεωργικής παραγωγικότητας.

Λόγω της ισπανικής αποικιοκρατίας, διάφορες εθνοτικές ομάδες εγκαθίστανται στην Κούβα, συμπεριλαμβανομένων Ισπανών, Αφρικανών και Εβραίων, δημιουργώντας μία ετερογενή κοινωνία. Σήμερα, περίπου το ένα τέταρτο των Κουβανών είναι μεικτής εθνοτικής καταγωγής mestizo και περίπου τα δύο τρίτα είναι απόγονοι Ευρωπαίων, κυρίως από την Ισπανία. Η επίσημη γλώσσα της Κούβας είναι τα Ισπανικά. Αν και δεν υπάρχουν τοπικές διάλεκτοι, οι διαφορετικές εθνοτικές ομάδες της Κούβας έχουν επηρεάσει τα μοτίβα ομιλίας. Στην Κούβα, υπάρχουν πολλές θρησκείες, οι οποίες αντανακλούν τα ποικίλα πολιτισμικά στοιχεία της. Η Κουβανική Επανάσταση κήρυξε σχεδόν αμέσως την Κούβα ως αθεϊστικό κράτος, αλλά το 1992, η αλλαγή του Συντάγματος οδήγησε στη μετατροπή του αθεϊστικού κράτους σε κοσμικό, επιτρέποντας την ελεύθερη λατρεία όλων των θρησκειών στη χώρα. Περίπου το ένα πέμπτο των Κουβανών είναι άθρησκοι. Το κυριότερο θρησκευτικό κίνημα στην Κούβα είναι η Σαντέρια, που περιλαμβάνει πολλές παραδόσεις από την Δυτική Αφρική, αναμεμειγμένες με στοιχεία του καθολικισμού.

H σημερινή Κούβα ανακαλύφθηκε από τον Χριστόφορο Κολόμβο, το 1492. Γρήγορα έγινε αποικία της Ισπανίας και η πιο σημαντική πηγή ακατέργαστης ζάχαρης για την ισπανική αυτοκρατορία. Μεγάλος αριθμός Αφρικανών σκλάβων εισήχθη για να δουλέψει στις φυτείες καφέ και ζάχαρης. Η ισπανική κυριαρχία προκάλεσε τελικά ένα κίνημα ανεξαρτησίας και περιστασιακές εξεγέρσεις που καταστάλθηκαν σκληρά. Η επέμβαση των Η.Π.Α. κατά τον Ισπανο-Αμερικανικό Πόλεμο, το 1898, βοήθησε τους Κουβανούς να ανατρέψουν την ισπανική κυριαρχία. Η Συνθήκη του Παρισιού καθιέρωσε την κουβανική ανεξαρτησία από την Ισπανία το 1898 και, μετά από 3,5 χρόνια επακόλουθου στρατιωτικού καθεστώτος των Η.Π.Α., η Κούβα έγινε ανεξάρτητη δημοκρατία το 1902, μετά την οποία το νησί γνώρισε μια σειρά κυβερνήσεων που κυριαρχούνταν κυρίως από τον στρατό και από διεφθαρμένους πολιτικούς.

Την Πρωτοχρονιά του 1959, οι επαναστατικές δυνάμεις, με επικεφαλής τον Fidel Castro, ανέτρεψαν την κυβέρνηση του δικτάτορα Fulgencio Batista. Δύο χρόνια αργότερα, ο Castro διακήρυξε τη μαρξιστική-λενινιστική φύση της επανάστασης. Αξίζει να σημειωθεί πως οι Η.Π.Α. έχουν επιβάλει εμπάργκο στο εμπόριο με την Κούβα, αμέσως μετά την Κουβανική Επανάσταση, το 1960. Το εμπάργκο αρχικά αφορούσε τρόφιμα και φάρμακα, ενώ τον Φεβρουάριο του 1962 επεκτάθηκε σε όλα σχεδόν τα είδη. Αν και η ανακοίνωση του Δεκεμβρίου 2014 για την επανέναρξη των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών άνοιξαν τον δρόμο για την άρση του εμπάργκο, οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν το οικονομικό εμπάργκο επί δεκαετίες κατά της κυβέρνησης Castro. Ο Fidel Castro παραιτήθηκε από το αξίωμα του Προέδρου και την εξουσία ανέλαβε ο αδελφός του Raul Castro. O Miguel Diaz-Canel Bermundez, επιλέχθηκε από τον Raul Castro για να τον διαδεχθεί, εγκρίθηκε από την Εθνοσυνέλευση και ανέλαβε καθήκοντα στα μέσα Απριλίου του 2019.

Ο πρώην Πρόεδρος της Κούβας Fidel Castro, συνομιλεί με τον αδελφό του και μετέπειτα διάδοχο τους, Raul. Πηγή: Financial Times

Η οικονομία της Κούβας

Ιστορικά, μετά την Κουβανική Επανάσταση, η Κούβα απομονώθηκε οικονομικά από τον βόρειο γείτονά της, καθώς ανέπτυξε στενούς δεσμούς με τη Σοβιετική Ένωση. Κατά τη δεκαετία του 1980, η κουβανική κυβέρνηση αρνήθηκε να αλλάξει το οικονομικό της σχέδιο, ακόμη και όταν η Σοβιετική Ένωση πειραματίστηκε με τους μηχανισμούς της αγοράς. Η οικονομική ανάπτυξη παρέμεινε υποτονική και οι μισθοί ήταν περιορισμένοι. Ωστόσο, η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης στις αρχές της δεκαετίας του 1990, απομόνωσε ακόμη περισσότερο την Κούβα, φέρνοντας σε αυτό που οι Κουβανοί αποκαλούν período especial («ειδική περίοδος»), μια εποχή εκτεταμένων ελλείψεων και οικονομικής αβεβαιότητας. Η Κούβα λάμβανε σημαντική οικονομική βοήθεια από τη Σοβιετική Ένωση πριν από τη διάλυση της τελευταίας το 1991, γεγονός που είχε καταστροφικές επιπτώσεις στην οικονομία του κράτους. Η χώρα αντιμετώπισε σοβαρή οικονομική ύφεση το 1990, μετά την απόσυρση των πρώην σοβιετικών επιδοτήσεων αξίας 4-6 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Η ζάχαρη αντιπροσώπευε περισσότερα από τα 3/4 των εσόδων από εξαγωγές —και τη μεγαλύτερη πηγή συναλλαγματικών αποθεμάτων της κυβέρνησης— μέχρι τη δεκαετία του 1990, όταν ο τουρισμός άρχισε να αποκτά σημασία. Μέχρι το 1997, η ζάχαρη αντιπροσώπευε λιγότερο από το ήμισυ της αξίας των εξαγωγών.

Στις αρχές του 21ου αιώνα, η Κούβα είχε χαλαρώσει ορισμένες από τις πιο περιοριστικές οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές της. Στη σημερινή εποχή, η Κούβα έχει μία κεντρικά προσανατολισμένη οικονομία με αυξανόμενες ευκαιρίες για ιδιωτικές επιχειρήσεις και ξένες επενδύσεις. Η κυβέρνηση της Κούβας ελέγχει αυστηρά τους μισθούς και τις τιμές και επιβάλλει συστήματα ποσοστώσεων από τη δεκαετία του 1960, αλλά το 2008, αφού η εξουσία άλλαξε χέρια από τον παλιό ηγέτη Fidel Castro στον Raul, μερικοί από αυτούς τους περιορισμούς καταργήθηκαν. Τα κύρια οικονομικά ιδρύματα είναι το Κεντρικό Συμβούλιο Σχεδιασμού, με επικεφαλής τον Υπουργό Οικονομικών, τα Υπουργεία και οι Εθνικοί Οργανισμοί που ελέγχουν τους οικονομικούς τομείς και τις βασικές δραστηριότητες, τις διάφορες κρατικές και μεικτές επιχειρήσεις και τις επαρχιακές αντιπροσωπείες που διευθύνουν το έργο των εργοστασίων και των συναφών υπηρεσιών. Ο έλεγχος της κυβέρνησης σε πολλούς βασικούς τομείς της οικονομίας —συμπεριλαμβανομένων των μεταφορών, των κατασκευών, της γεωργίας και των λιανικών πωλήσεων— μειώθηκε σημαντικά τον Αύγουστο του 2011, ως συνέχεια των οικονομικών μεταρρυθμίσεων που ξεκίνησε ο Raul Castro. Αυτό το άνοιγμα της οικονομίας στους παράγοντες της αγοράς, συνοδεύτηκε από ενθάρρυνση για τη δημιουργία μικρών επιχειρήσεων.

O ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ για την περίοδο 1980-2020. Πηγή: World Bank

Η Κούβα συνεχίζει να εξισορροπεί την ανάγκη χαλάρωσης του σοσιαλιστικού οικονομικού συστήματος με την επιθυμία για σταθερό πολιτικό έλεγχο. Η κουβανική οικονομία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την καλλιέργεια ζαχαροκάλαμου από τον 18ο αιώνα. Εκτός από το ζαχαροκάλαμο, οι κύριες καλλιέργειες είναι το ρύζι, τα εσπεριδοειδή, οι πατάτες καθώς και άλλα λαχανικά. Ο καπνός, παραδοσιακά η δεύτερη πιο σημαντική εξαγωγική καλλιέργεια της χώρας, καλλιεργείται κυρίως στα δυτικά και επίσης στο κέντρο του κύριου νησιού. Ο καφές αναπτύσσεται κυρίως στα ανατολικά, όπου η πόλη του Γκουαντάναμο είναι γνωστή ως η «πρωτεύουσα του καφέ» της Κούβας. Από το 2011, η κυβέρνηση έχει εφαρμόσει αργά και σταδιακά  περιορισμένες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένης της άδειας στους Κουβανούς να αγοράζουν ηλεκτρονικές συσκευές και κινητά τηλέφωνα, να μένουν σε ξενοδοχεία και να αγοράζουν και να πωλούν μεταχειρισμένα αυτοκίνητα.

Η κυβέρνηση έκοψε θέσεις εργασίας στον κρατικό τομέα ως μέρος της διαδικασίας μεταρρύθμισης και άνοιξε ορισμένες υπηρεσίες λιανικής στην «αυτοαπασχόληση». Η οικονομική ανάπτυξη της Κούβας κορυφώθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ενώ ακολούθησε μία αργή πτώση κατά το δεύτερο μισό της ίδιας δεκαετίας. Στη συνέχεια, η οικονομία της Κούβας υπέστη μία καταστροφική βουτιά στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η οποία, όπως αναφέρθηκε, αφορούσε τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, με την οποία η Κούβα είχε ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, περίπου το ένα τρίτο της οικονομίας εξαφανίστηκε κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Όπως διαφαίνεται και στο παραπάνω διάγραμμα, ο ρυθμός ανάπτυξης βρέθηκε σε «ελεύθερη πτώση», πέφτοντας από το 3,7% το 1988 στο -2% το 1990, -10,6% το 1991, -11,5% το 1992, και -14,8% το 1993.

Αργότερα ακολούθησε μία αργή ανάκαμψη, κατά τη δεκαετία του 2000, όταν η Βενεζουέλα άρχισε να παρέχει πετρέλαιο στην Κούβα σε πολύ μειωμένες τιμές, μέχρι το 2008, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση. Μετά το 2009, η κουβανική οικονομία δεν ανέκαμψε πραγματικά. Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ το 2006 ο ρυθμός ανάπτυξης είχε φτάσει στο 12%, το 2009 έφτασε το 1,4%, το οποίο, σε γενικές γραμμές, έχει κρατηθεί σταθερό γύρω στο 2%-4% μέχρι και το 2019, που ξέσπασε η υγειονομική κρίση του COVID-19. Επιπρόσθετα, το κατά Κεφαλήν Α.Ε.Π. της Κούβας, το 2015, βρίσκονταν στα ίδια επίπεδα με αυτό του 1985. Το κατά Κεφαλήν Α.Ε.Π., γενικά, ακολούθησε μία ανοδική πορεία κατά την περίοδο 1980-2019, με μικρές υφέσεις κατά καιρούς, όπως στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Για το 2019, το κατά Κεφαλήν Α.Ε.Π. διαμορφώθηκε στα 9.099$, σε σχέση με τα 8.824$ για το 2018, όπως φαίνεται και στο διάγραμμα που ακολουθεί.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην Κούβα, κατά την περίοδο 1980-2020. Πηγή: World Bank

Σε γενικές γραμμές, το σύστημα χρηματοδότησης της Κούβας έχει σχεδιαστεί για να παρέχει σε όλον τον πληθυσμό πρόσβαση ποιοτικές υπηρεσίες και να εγγυάται ότι η χρήση αυτών των υπηρεσιών δεν συνεπάγεται οικονομικές δυσκολίες για τους πολίτες.

Στον τομέα της υγείας, η υψηλής ποιότητας, προσβάσιμη υγειονομική περίθαλψη για όλους τους πολίτες, είναι ένας από τους σημαντικότερους πυλώνες της Κουβανικής Επανάστασης. Από την αρχή της Επανάστασης και καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάπτυξής της, η επέκταση και η βελτίωση της υγειονομικής περίθαλψης, παρέμειναν στις υψηλότερες προτεραιότητες της κυβέρνησης. Πριν την Κουβανική Επανάσταση, η πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη διέφερε ανάλογα την κοινωνική τάξη. Οι ιδιωτικές κλινικές ήταν προσβάσιμες μόνο για εκείνους με πόρους και τα δημόσια νοσοκομεία δεν είχαν επαρκή χρηματοδότηση, απρόσιτα για τους περισσότερους κατοίκους της υπαίθρου και ανεπαρκώς εξοπλισμένα. Το 1961, η κουβανική κυβέρνηση δημιούργησε ένα νέο Εθνικό Σύστημα Υγείας, το οποίο βασίζεται στην προληπτική ιατρική και παρέχει υπηρεσίες όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο, αλλά και σε αναπτυσσόμενες χώρες.

Αξίζει να σημειωθεί ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στη στρατηγική κατάρτισης ανθρώπινου δυναμικού στον τομέα της υγείας: τα Πανεπιστήμια Ιατρικών Επιστημών είναι μέρος του Εθνικού Συστήματος Υγείας και λαμβάνουν παιδαγωγική και μεθοδολογική υποστήριξη από το Υπουργείο Παιδείας. Το κουβανικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης χρησιμοποιεί μια τριπλή δομή για την οργάνωση της πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας περίθαλψης. Οι δημοτικές αρχές εποπτεύουν ένα επίπεδο πρωτοβάθμιας περίθαλψης με βάση την κοινότητα που αποτελείται από τα consultorios (κλινικές για συμβουλευτική με εξειδικευμένους γιατρούς) και περιφερειακές πολυκλινικές. Η δευτεροβάθμια περίθαλψη αποτελείται από μεγαλύτερες κλινικές και κέντρα εξειδίκευσης, ενώ η τριτοβάθμια περίθαλψη περιλαμβάνει εξειδικευμένα νοσοκομεία και κέντρα εθνικής διαχείρισης για τη θεραπεία και τη μελέτη συγκεκριμένων ασθενειών.

Συνολικά, η διαθεσιμότητα των νοσοκομειακών κλινών και των γιατρών έχει αυξηθεί σημαντικά από τη δεκαετία του 1960, όταν οι περισσότεροι γιατροί έφυγαν από τη χώρα, και η βρεφική θνησιμότητα και τα ποσοστά θνησιμότητας συνολικά έχουν μειωθεί. Σε σύγκριση με άλλες χώρες της περιοχής, οι τιμές των δαπανών για την υγεία ως ποσοστό του Α.Ε.Π. στην Κούβα, είναι υψηλές. Μέχρι το 2004, ο δείκτης αυτός είχε σχετικά χαμηλές τιμές, κοντά στο 6%. Στη συνέχεια αυξήθηκε σταθερά στο 12,3% το 2009, έπειτα μειώθηκε στο 10,6% το 2010 και ξανά στο 9,2% το 2012, αναπηδώντας εκ νέου στο 12,1% το 2014 και το 2015. Από το 2016 μέχρι το 2018, παρατηρείται μία μικρή πτώση, όπως διαφαίνεται και στο παρακάτω διάγραμμα (11,1% το 2018). Παρόλες τις αυξομειώσεις, όμως, το ποσοστό του Α.Ε.Π. που δαπανάται για την Υγεία στην Κουβά, ξεπερνά εκείνο των ανεπτυγμένων χωρών. Βέβαια, από την άλλη, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας και τη διαφθορά που διέπει τα κρατικά στελέχη και η οποία ενδεχομένως να συμβάλλει στη διόγκωση των δαπανών. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η Κούβα διαθέτει ένα αξιόλογο σύστημα υγείας, ειδικά αν το συγκρίνουμε με τα συστήματα υγείας άλλων αναπτυσσόμενων χωρών.

Οι τρέχουσες δαπάνες για την υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ. Πηγή: World Bank

Όσον αφορά το ζήτημα της εκπαίδευσης, αυτή είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της χώρας, καθώς και μια ζωτική δέσμευση του κράτους στην κοινωνία του. Το 1961, η κυβέρνηση εθνικοποίησε όλα τα ιδιωτικά σχολεία και εισήγαγε ένα κρατικό εκπαιδευτικό σύστημα. Η εκπαίδευση είναι δωρεάν σε όλα τα επίπεδα, με συμπληρωματικές υποτροφίες για την κάλυψη των εξόδων διαβίωσης και ιατρικής βοήθειας. Οργανώνεται σε τέσσερα τμήματα: προσχολική, κύρια (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, τριτοβάθμια), ειδική και τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση. Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση είναι υποχρεωτική για παιδιά ηλικίας 6 έως 11 ετών. Τα πανεπιστήμια παραμένουν ενεργά σε κάθε επαρχία και, όπως και το υπόλοιπο εκπαιδευτικό σύστημα, είναι δωρεάν. Στην προσπάθεια να καταστεί η εκπαίδευση συμμετοχική και εκτεταμένη, η κυβέρνηση έχει επίσης εφαρμόσει μια ποικιλία άτυπων εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Μέχρι και σήμερα, φαίνεται πως η Κούβα δίνει μεγάλη προτεραιότητα στην εκπαίδευση των πολιτών της. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, για το 2010, οι κρατικές δαπάνες για την παιδεία ως ποσοστό του Α.Ε.Π. στην Κούβα βρίσκονταν στο 12,84%, ποσοστό αρκετά υψηλό ακόμη και για πολλές ανεπτυγμένες χώρες.

Οι δαπάνες για την Εκπαίδευση ως ποσοστό του ΑΕΠ. Πηγή εικόνας: Trading Economics

Τέλος, σημαντική παράμετρος για την ανάπτυξη μίας χώρας είναι και ο Δείκτης Ανθρώπινης Ανάπτυξης (HDI). Για την Κούβα, ο δείκτης HDI για το 2019 βρίσκεται στο 0,783, γεγονός που θέτει τη χώρα στην κατηγορία υψηλής ανθρώπινης ανάπτυξης και στην 70ή θέση από τις 189 χώρες, μαζί με το Ιράν. Μεταξύ 1990 και 2019, η τιμή του HDI της Κούβας αυξήθηκε από 0,680 σε 0,783, αύξηση 15,1%. Μεταξύ 1990 και 2019, το προσδόκιμο ζωής της Κούβας κατά τη γέννηση αυξήθηκε κατά 4,2 χρόνια, τα μέσα έτη σχολικής εκπαίδευσης αυξήθηκαν κατά 3,3 έτη και τα αναμενόμενα έτη σχολικής εκπαίδευσης αυξήθηκαν κατά 2 χρόνια.

Ο δείκτης HDI της Κούβας, έχοντας την τιμή 0,783 για το 2019, είναι πάνω από τον μέσο όρο του 0,753 για τις χώρες της ομάδας υψηλής ανθρώπινης ανάπτυξης και πάνω από τον μέσο όρο των 0,766 για τις χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής. Επιπλέον, ο Δείκτης Ανισότητας Φύλου, για το 2019, για την Κούβα βρίσκεται στο 0,304, τοποθετώντας τη χώρα στην 67η θέση από τις 162 χώρες. Στην Κούβα, το 53,2% των βουλευτικών εδρών κατέχονται από γυναίκες και το 85,8% των ενηλίκων γυναικών έχουν φθάσει σε τουλάχιστον δευτεροβάθμιο επίπεδο εκπαίδευσης, σε σύγκριση με το 89,1% των ανδρών. Η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι 40,7% έναντι 66,8% για τους άνδρες. Τέλος, όσον αφορά το ζήτημα της πολυδιάστατης φτώχειας, η τελευταία διαθέσιμη μελέτη για την Κούβα αφορά το 2017. Στην Κούβα, το 0,4% του πληθυσμού είναι πολυδιάστατα φτωχοί, ενώ επιπλέον 1,6% ταξινομείται ως ευάλωτο στην πολυδιάστατη φτώχεια. Ο Δείκτης Πολυδιάστατης Φτώχειας βρίσκεται στο 0,002, για το 2017.

Ο Δείκτης Ανθρώπινης Ανάπτυξης για την περίοδο 1990-2020. Πηγή: United Nations

Εν κατακλείδι, η Κούβα παραμένει μέχρι και σήμερα μία ανθεκτική οικονομία. Η οικονομική κρίση που προκλήθηκε από την πανδημία COVID-19, αποκάλυψε σαφώς τη μεγάλη ευπάθεια του κουβανικού συστήματος παραγωγής. Αν και ο οικονομικός μετασχηματισμός της Κούβας προχωρά αργά, η μετάβαση αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει τελικά σε μία πιο ανοιχτή κοινωνία. Λόγω της πανδημίας, η οικονομία της Κούβας συρρικνώθηκε κατά 11% το 2020, το μεγαλύτερο ποσοστό συρρίκνωσης μετά την οικονομική κρίση της χώρας, λόγω της κατάρρευσης της Σοβιετική Ένωσης. Επομένως, χρειάζονται σημαντικές μεταρρυθμίσεις που μπορούν να οδηγήσουν στην οικονομική της ανάπτυξη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Bonet M., Ceukelaire W.D., Stuyft P.V.D., Vos P.D., Cuba’s health system: challenges ahead, διαθέσιμο εδώ
  • Cuba profile-Timeline, BBC News, διαθέσιμο εδώ
  • Cuba, Britannica, διαθέσιμο εδώ
  • Cuba, Data, The World Bank, διαθέσιμο εδώ
  • Cuba-Economic Indicators, Moody’s Analytics, διαθέσιμο εδώ
  • Dominguez J.I., What You Might Not Know About the Cuban Economy, Harvard Business Review, διαθέσιμο εδώ
  • Forde K., Cuba protests: The economic woes driving discontent, Aljazeera, διαθέσιμο εδώ
  • Human Development Reports-Cuba, UNDP, διαθέσιμο εδώ
  • Lopez M. Q., Education in Cuba: Foundations and challenges, διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δέσποινα Βλάχου
Δέσποινα Βλάχου
Γεννήθηκε το 1997 στην Αθήνα, όπου διαμένει μέχρι και σήμερα. Είναι απόφοιτη του τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πειραιά. Μιλάει πολύ καλά αγγλικά και γαλλικά. Ασχολείται ενεργά με τον εθελοντισμό, ενώ έχει έντονο ενδιαφέρον για ζητήματα που άπτονται των διεθνών σχέσεων και της διεθνούς ασφάλειας.