Του Κυριάκου Ζαχαράκη,
Στα ιδεολογικά ρεύματα του φιλελευθερισμού εντάσσεται ο ορντοφιλελευθερισμός, μία θεωρία που σχηματοποίησαν τις δεκαετίες 1930-1950 Γερμανοί Οικονομολόγοι και Νομικοί της Σχολής του Φράιμπουργκ, με κύριο εκπρόσωπο τον Walter Eucken. Η νέα φιλελεύθερη τάση έδωσε σάρκα και οστά στο μοντέλο του κοινωνικού κράτους της αγοράς, το οποίο προσπαθεί να πετύχει τη «σύνδεση της ελεύθερης πρωτοβουλίας με την κοινωνική πρόοδο, μέσα από επιδόσεις βασισμένες στην ανταγωνιστική οικονομία».[1]
Η πολιτική φιλοσοφία των ορντοφιλελεύθερων αντλεί πολύτιμα διδάγματα από τα ακένωτα πνευματικά κεφάλαια των Adam Smith, Georg Wilhelm Friedrich Hegel, Alexis de Tocqueville, Edmund Husserl και Max Weber. Μάλιστα, ο Michel Foucault υπογραμμίζει την ομοιότητα του ορντοφιλελευθερισμού με την κριτική θεωρία της Φρανκφούρτης, λόγω της αξιοποίησης της βεμπεριανής πνευματικής παρακαταθήκης. Και αυτό συμβαίνει, γιατί αφενός αναγνωρίζεται ο «παράλογος ορθολογισμός» του καπιταλιστικού συστήματος, και αφετέρου απορρίπτεται ο διαλεκτικός υλισμός που εισηγήθηκε ο Karl Marx.[2]
Στη θεωρία, ο ορντοφιλελευθερισμός αξιώνει τη συγκρότηση ενός στιβαρού νομικού και οικονομικού οικοδομήματος, το οποίο αποτελεί εχέγγυο για τον υγιή οικονομικό ανταγωνισμό.[3] «Στον πυρήνα της, η ορντοφιλελεύθερη τάση στρέφεται γύρω από την ιδέα ενός οικονομικού συντάγματος. Αναγνωρίζοντας τα οφέλη που προσπορίζει η ελεύθερη αγορά, οι ορντοφιλελεύθεροι δεσμεύονται για ισχυρή κρατική παρέμβαση με τη μορφή ενός συνεκτικού συνόλου κανόνων που κατευθύνουν την κοινωνικοοικονομική δραστηριότητα».[4] Κυρίως, οι ορντοφιλελεύθεροι ανησυχούν μήπως η οικονομική δύναμη υπερακοντίσει την πολιτική εξουσία, καθώς η καπιταλιστική κοινωνία «δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς πολιτική εξουσία».[5]
Πολλοί εκλαμβάνουν τον ορντοφιλελευθερισμό ως μια βιώσιμη εναλλακτική μεταξύ του laissez-faire φιλελευθερισμού και του σοσιαλισμού. Είναι ενδεικτικό ότι οι ορντοφιλελεύθεροι ομνύουν στην ιδέα της κοινωνικής δικαιοσύνης, με αποτέλεσμα να αντιτίθενται -τουλάχιστον ιδεολογικά- στους κλασικούς φιλελευθέρους. Όπως παραθέτει ο Walter Eucken, εισηγητής του μοντέλου της κοινωνικής αγοράς του κράτους, «η κοινωνική ασφάλιση και η κοινωνική δικαιοσύνη είναι οι μεγαλύτερες ανησυχίες της εποχής μας».[6]
Για να καταστεί σαφέστερος ο ιδεολογικός πυρήνας του ορντοφιλελευθερισμού, θεωρείται σκόπιμο να αντιδιασταλεί με το ρεύμα του νεοφιλελευθερισμού, ο οποίος πήρε μεγάλες διαστάσεις αφ’ ης στιγμής «ανεστάλησαν οι Bretton Woods […] και συνακόλουθα απελευθερώθηκαν οι χρηματοπιστωτικές αγορές της Μεγάλης Βρετανίας από τη M. Thatcher».[7] Βέβαια, η εύρεση των διαφορών μεταξύ των δύο τάσεων του φιλελευθερισμού κρίνεται εκ των πραγμάτων δυσχερής, εφόσον κάθε τάση συναρθρώνεται με πλήθος οικονομικών, πολιτικών και κοινωνικών δεδομένων, προκειμένου να χαραχτούν διαφορετικές οικονομικές στρατηγικές, κρατικά σχέδια και ηγεμονικά οράματα.
Σε αδρές γραμμές, ο νεοφιλελευθερισμός ταυτίζεται με ένα συγκεκριμένο καθεστώς συσσώρευσης, που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου έναντι του παραγωγικού κεφαλαίου. Επομένως, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι συνδέεται με ένα κράτος αδύναμο να αντισταθεί στις δυνάμεις της αγοράς.[8] Αντιστοιχεί σε αυτό που ο Weber περιέγραψε ως «πολιτικά προσανατολισμένο καπιταλισμό».[9] Ερχόμενο σε αντίθεση με την εκτεταμένη απορρύθμιση της αγοράς, που ευαγγελίζεται ο νεοφιλελευθερισμός, το ορντοφιλελεύθερο μοντέλο επιστρατεύει τόσο την ιδιωτική πρωτοβουλία όσο και την κυβερνητική παρέμβαση για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ο ορντοφιλελευθερισμός ευθυγραμμίζεται με ένα σύστημα κυριαρχίας του κεφαλαίου που παράγει κέρδη σε συντονισμένες οικονομίες της αγοράς.
Καταληκτικά, το παράδειγμα της ορντοφιλελεύθερης σκέψης αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα σήμερα. Ορισμένοι μελετητές υπογραμμίζουν ότι αποτέλεσε εφαλτήριο για την ανάπτυξη μιας διεξοδικής συζήτησης γύρω από τα μοντέλα αναχαίτισης της ευρωπαϊκής οικονομικής ύφεσης. Σύμφωνα με τον Werner Bonefeld, οι ορντοφιλελεύθεροι υποστηρίζουν ότι για την κρίση της Ευρωζώνης ευθύνονται είτε οι εθνικές κυβερνήσεις, που αδυνατούσαν να προχωρήσουν σε εκτεταμένες αναδιαρθρώσεις, είτε, στην περίπτωση της Ελλάδας, μία προσπάθεια εκβιασμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ίδιοι, μάλιστα, τάσσονταν υπέρ της εξόδου της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση.[10]
[1] Alfred Müller-Armack: Wirtschaftsordnung und Wirtschaftspolitik. Bern 1976.
[2] Foucault, M., Senellart, M., Burchell, G., & Collège de France. (2008). The birth of biopolitics: Lectures at the Collège de France, 1978-79. Palgrave Macmillan.
[3] Megay, Edward N. (1970). Anti-Pluralist Liberalism: The German Neoliberals. Political Science Quarterly. 85 (3).
[4] Dumont, Julien. (2018). The Other Neoliberalism: German ordoliberalism after the Euro crisis. LSE.
[5] Bohm F (2010) [1966] Extracts from F Bohm ‘Private Law Society and Market Economy’. In: Koslowski P (ed) The Theory of capitalism in the German Economic Tradition. Berlin: Springer.
[6] OSO (1999-02-22). Ordoliberalism: A New Intellectual Framework for Competition Law. Oxfordscholarship.com.
[7] Bonefeld, W. (2010). Free economy and the strong state: Some notes on the state. Capital & Class. 34(1):15-24.
[8] Bonefeld, W. (2010), ό.π.
[9] Foucault, ό.π.
[10] Bonefeld, W. (2010), ό.π.