Της Κωνσταντίνας Αυγερινού,
Εν αναμονή της έναρξης της σχολικής χρονιάς βρίσκονται χιλιάδες εκπαιδευτικοί, γονείς αλλά… κατά βάθος και μαθητές, περιμένοντας πότε θα μπουν στις σχολικές αίθουσες, μετά από μια πολύ δύσκολη σχολική χρονιά για όλους. Κάτι που συχνά απασχολεί τους γονείς είναι η κακή «επαφή» των παιδιών με το σχολείο, η άρνηση της εμπλοκής με ό,τι συνδέεται με αυτό στον εξωσχολικό χρόνο (όπως με την ανάγνωση και τη γραφή), η γρήγορη κόπωση κατά το διάβασμα και η μη αιτιολογημένη χαμηλή απόδοση στα σχολικά μαθήματα, σημεία, δηλαδή, που τους κινητοποιούν να διερευνήσουν αν το παιδί τους έχει, αυτό που πολύ ακούγεται αλλά λίγο επεξηγείται, μαθησιακές δυσκολίες.
Η επίσημη ονομασία των μαθησιακών «δυσκολιών» κατά την 5η έκδοση του Διαγνωστικού και Στατιστικού Εγχειριδίου των Ψυχικών Διαταραχών (DSM-IV), είναι η «Ειδική Διαταραχή Μάθησης» (Specific Learning Disability). Ο όρος «μαθησιακές δυσκολίες» είναι πολύ γενικός και συχνά απροσδιόριστος, όμως χρησιμοποιείται, καθώς η λέξη διαταραχή είναι συνδεδεμένη με μια βαριά κατάσταση ή αναπηρία, πράγμα το οποίο «τρομάζει» τους γονείς, ειδικά στην αξιολογητική φάση όπου και δυσκολεύονται να δεχτούν οποιαδήποτε διάγνωση φτάσει στα χέρια τους.
Οι δυσκολίες στη μάθηση, με την ευρύτερή τους έννοια, χωρίζονται σε γενικευμένες, οι οποίες επηρεάζουν και άλλους τομείς της λειτουργικότητας του παιδιού/εφήβου, και τις ειδικές, που αφορούν συγκεκριμένη δυσχέρεια σε μια πολύ προσδιορισμένη λειτουργία. Αυτές στις οποίες συχνότερα αναφερόμαστε, είναι οι ειδικές. Οι ειδικές μαθησιακές διαταραχές σε ένα παιδί ή έφηβο, χαρακτηρίζονται από ακαδημαϊκή υστέρηση σε ένα από τα τρία σημεία: στην ανάγνωση, στη γραφή, και στα μαθηματικά, η οποία γίνεται αντιληπτή από τη μειωμένη του επίδοση σε σχέση με τις νοητικές του λειτουργίες και τη γενικότερη απόδοσή του στους τομείς παιχνίδι και επικοινωνία. Άτυπα, οι μαθησιακές δυσκολίες «διαγιγνώσκονται» από τους γονείς σε μια «σύγκριση» της απόδοσης των παιδιών τους με τα παιδιά του ίδιου ηλικιακού φάσματος με τα οποία συναναστρέφονται. Τα κριτήρια του DSMV, προϋποθέτουν μια σημαντική διαφορά μεταξύ του IQ του παιδιού και της επίδοσής του σε έναν από τους τρεις παραπάνω τομείς. Ταυτόχρονα, χρειάζεται να έχει εξακριβωθεί πως δεν οφείλεται η αδυναμία του παιδιού σε απώλεια όρασης ή ακοής. Πιο συγκεκριμένα έχουμε: την Ειδική Μαθησιακή δυσκολία στην Ανάγνωση (Διαταραχή Ανάγνωσης), την Ειδική Μαθησιακή δυσκολία στη Γραπτή Έκφραση (Διαταραχή Γραπτής Έκφρασης), και την Ειδική Μαθησιακή δυσκολία στα Μαθηματικά (Διαταραχή Μαθηματικών).
Στη Διαταραχή της Ανάγνωσης, τα κύρια χαρακτηριστικά είναι η ανάκληση και η ανάδυση πληροφοριών, η δυσκολία στην επεξεργασία εκλεπτυσμένων γραμματικών ή συντακτικών φαινομένων, αλλά και στην αλληλοδιαδοχή τυπωμένων γραμμάτων και λέξεων και η έντονη δυσκολία στην εξαγωγή συμπερασμάτων. Πρόκειται για διαταραχή που θα έχει σχεδόν με βεβαιότητα ταυτοποιηθεί μέχρι τη δεύτερη τάξη του δημοτικού. Η Διαταραχή Μαθηματικών, εμφανίζεται με δυσκολία στη μάθηση των ονομάτων των αριθμών, στην ανάκληση των μαθηματικών συμβόλων ως προς τι αντιπροσωπεύουν, στην επεξεργασία προβλημάτων, και στη μετατροπή ενός προβλήματος σε πράξη και διαδοχική διαδικασία βημάτων. Η κακή ορθογραφία, τα λάθη σημείων στίξης και ο δυσανάγνωστος γραφικός χαρακτήρας, είναι τα κύρια προβλήματα που δημιουργεί η Διαταραχή της Γραπτής Έκφρασης.
Οι μαθησιακές δυσκολίες, λόγω της ποικιλομορφίας τους, ίσως και να μην διαγνωστούν ποτέ κατά τη διάρκεια της ζωής του ατόμου, ακόμη και μετά τη λήξη της ακαδημαϊκής του πορείας, με αποτέλεσμα τη δημιουργία ψυχοκοινωνικών προβλημάτων, όπως η αδυναμία ένταξης σε παρέες συνομηλίκων, η χαμηλή αυτοπεποίθηση, η μειωμένη ανάγκη για συνδιαλλαγή και το κοινωνικό άγχος. Σε άλλες περιπτώσεις, όταν κατά την ενηλικίωση τα προβλήματα εμμένουν, τότε το άτομο αυτοβούλως αρχίζει να «ψάχνει» τι είναι αυτό που του προκαλεί τα προβλήματα αυτά. Συνοψίζοντας, οι Μαθησιακές Δυσκολίες είναι διαταραχή νευροβιολογικής φύσεως, εμφανιζόμενη ως δυσλειτουργία του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος με τα άτομα που έχουν να χρειάζονται ειδική εκπαιδευτική υποστήριξη, για να ανταπεξέλθουν στα κολλήματα που ανακύπτουν στην εκπαιδευτική τους πορεία. Οι γονείς, σε πρώτη φάση, είναι αυτοί που πρώτοι διαπιστώνουν μικρά δυσλειτουργικά χαρακτηριστικά του παιδιού ακόμη και πριν την έναρξη του προνηπίου, με τους δασκάλους να τα επιβεβαιώνουν και να ζητούν αξιολόγηση από παιδοψυχολόγο. Οι γονείς που ανησυχούν για το πόσο οι δυσκολίες των παιδιών τους και η μειωμένη τους σχολική απόδοση θα επηρεάσουν την σταδιοδρομία τους, ας μην ξεχνούν πως: ο Leonardo da Vinci, ο Mozart, ο Albert Einstein και ο Graham Bell ήταν σπουδαίες προσωπικότητες με έντονα εκδηλωμένες μαθησιακές δυσκολίες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Sadock, B. & Sadock, V. (2013). Επίτομη Ψυχιατρική Παιδιών και Εφήβων. Αθήνα: Ιατρικές Εκδόσεις Λίτσας.
- Πολεμικός, Ν., Καίλα, Μ., Θεοδωροπούλου, Ε. & Στρόγγυλος, Β. (2010). Εκπαίδευση παιδιών με ειδικές ανάγκες: Μια πολυπρισματική προσέγγιση. Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο
- Τζιβινίκου Σ. (2015). Μαθησιακές Δυσκολίες- Διδακτικές Παρεμβάσεις. Διαθέσιμο εδώ