Του Μάριου Ντινάκους,
Η Τζαμάικα, είναι μια νησιωτική χώρα, η οποία βρίσκεται στην Καραϊβική θάλασσα και είναι το τρίτο μεγαλύτερο νησί της περιοχής, μετά την Κούβα και την Ισπανιόλα (το νησί που περιλαμβάνει την Αϊτή και την Δομινικανή Δημοκρατία). Έχει πληθυσμό 2,7 εκατομμύρια κατοίκους, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, και έκταση 10.991 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Πρωτεύουσα είναι το Κίνγκστον, με πληθυσμό 584.627 και αποτελεί κέντρο της χώρας.
Μετά την ισπανική αποικιοκρατία, οι ιθαγενείς της περιοχής εκτοπίστηκαν και από το 1655, με την εισβολή των Βρετανών, οι Ισπανοί διέφυγαν από το νησί. Οι Βρετανοί εκμεταλλεύτηκαν Αφρικανούς σκλάβους στα κτήματα ζάχαρης που είχαν δημιουργήσει εκεί. Έτσι, ο σημερινός πληθυσμός αποτελείται κυρίως από τους απογόνους αυτών των σκλάβων, με ένα μικρό ποσοστό κατοίκων με μικτή αφρικανική και ευρωπαϊκή καταγωγή.
Η αγγλική είναι η επίσημη γλώσσα του κράτους, η οποία χρησιμοποιείται συνήθως στις μεγάλες πόλεις και στις προνομιούχες κοινωνικές τάξεις, ενώ ομιλείται, επίσης, και η κρεολική γλώσσα. Οι περισσότεροι κάτοικοι ασπάζονται τον Προτεσταντισμό, ενώ και από το Σύνταγμα διασφαλίζεται η ελευθερία λατρείας οποιασδήποτε θρησκείας.
Σχετικά με τις διεθνείς σχέσεις, η χώρα είναι μέλος της Κοινότητας των Χωρών της Καραϊβικής Θάλασσας και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, ενώ έχει συνάψει αρκετές συμφωνίες ζωνών ελεύθερων συναλλαγών με διάφορες χώρες. Επίσημο νόμισμα είναι το δολάριο Τζαμάικας, το οποίο χρησιμοποιείται από το 1969 και εκδίδεται από την Κεντρική Τράπεζα της Τζαμάικας.
Ιστορικά, η χώρα αποικήθηκε αρχικά από την Ισπανική Αυτοκρατορία το 1494, με την έλευση του Χριστόφορου Κολόμβου, ενώ δημιουργήθηκαν αρκετοί οικισμοί με ισπανικές ονομασίες. Επίσης, μετά τον θάνατο αρκετών ιθαγενών λόγω ασθενειών που έφεραν στην περιοχή οι Ισπανοί με την έλευσή τους, άρχισε η εισαγωγή σκλάβων από την Αφρική, οι οποίοι άρχισαν να δημιουργούν αυτόνομες κοινότητες στο εσωτερικό της χώρας. Η περίοδος από το 1655 μέχρι και το 1962 χαρακτηρίζεται από την Βρετανική κυριαρχία στην περιοχή, όπου μετά από αρκετές νικηφόρες μάχες στη Τζαμάικα, οι Ισπανοί εγκατέλειψαν το νησί. Αυτή η περίοδος χαρακτηρίζεται από έντονη εισαγωγή σκλάβων από τις αφρικανικές περιοχές, οι οποίοι εργάζονταν στην παραγωγή ζάχαρης. Μετά από αρκετά χρόνια καταπίεσης του κοινωνικού ιστού και υψηλών τάσεων με αυτόνομες ομάδες που δημιουργήθηκαν, η Τζαμάικα, το 1962, απέκτησε την πλήρη ανεξαρτησία της. Παρόλα αυτά, παραμένει μέλος της κοινοπολιτείας των Εθνών, της οποίας επικεφαλής του κράτους είναι η Βασίλισσα Ελισάβετ Β’, ενώ το Σύνταγμα που υιοθέτησε η χώρα αποτελεί αντίγραφο του συντάγματος της Μεγάλης Βρετανίας.
Η εποχή μετά την ανεξαρτησία, κυριαρχείται από δύο πολιτικά κόμματα: το JLP (συντηρητικό κόμμα), και το PNP (σοσιαλιστικό κόμμα), τα οποία κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και του Πολέμου των Ναρκωτικών, έρχονταν σε συνεχή σύγκρουση. Τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας, πέρασαν υπό την συντηρητική κυβέρνηση του JLP, το οποίο καθοδηγούνταν από τις Η.Π.Α. Έτσι, παρατηρείται μία ισχυρή οικονομική ανάπτυξη και η διατήρηση ισχυρών δεσμών με τη Δύση, ήταν προτεραιότητα της χώρας.
Ωστόσο, η αυξημένη αισιοδοξία των πρώτων ετών της ανεξαρτησίας μετατράπηκε σε ισχυρή ανισότητα μεταξύ των Αφρο-Τζαμαϊκανών και των προνομιούχων κοινωνικών τάξεων, που στην ουσία οι Αφρο-Τζαμαϊκανοί ζουν σε πόλεις με αρκετή εγκληματικότητα και χαμηλή ανάπτυξη. Έτσι, η κυβέρνηση του Manley, του κόμματος PNP, βρέθηκε στο προσκήνιο. Με την εκλογή του θέσπισε αρκετές οικονομικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της κατάστασης στη χώρα, ενώ γενικότερα βελτίωσε τις σχέσεις με το Κομμουνιστικό Μπλοκ. Γενικότερα, ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο κομμάτων έγινε έντονος, και η πολιτική βία και η βία που σχετίζεται με τις συμμορίες είχε αυξηθεί σημαντικά εκείνη την περίοδο. Από την ανεξαρτησία μέχρι και σήμερα, υπάρχει συνεχής εναλλαγή μεταξύ των δύο κομμάτων (12 εκλογές, 7 φορές νικηφόρες για το JLP και 5 για το PNP) και σύμφωνα με τις τελευταίες εκλογές του 2016, πρωθυπουργός είναι ο αρχηγός του κόμματος JLP, ο Andrew Holness.
Η οικονομία της Τζαμάικας, είναι αναπτυσσόμενη άνω μεσαίου εισοδήματος, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις υπηρεσίες, καθότι οι τελευταίες αποτελούν το 70% του Α.Ε.Π. Διαθέτει αρκετούς φυσικούς πόρους, όπως ο βωξίτης, και έχει ένα ιδανικό κλίμα, ευνοϊκό για τη γεωργία και τον τουρισμό.
Με την ανακάλυψη αρκετών πηγών βωξίτη κατά τη δεκαετία του 1940, η οικονομία προσανατολίστηκε προς τη δημιουργία βιομηχανιών βωξίτη και αλουμινίου (το 1970 αναδείχθηκε σε παγκόσμιο ηγέτη στην εξαγωγή σε αυτόν τον τομέα), και η παραγωγή μετατοπίστηκε από τις μπανάνες και τη ζάχαρη που κυριαρχούσαν μέχρι εκείνη την περίοδο, ως βασικά προϊόντα εξαγωγών και παραγωγής. Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης της Τζαμάικας, ενθαρρύνει τις Άμεσες Ξένες Επενδύσεις, και έτσι δημιουργούνται θέσεις απασχόλησης, ενώ παράγοντα προσέλκυσης ξένων επενδυτών αποτελούν και οι πρώτες ύλες από της τοπικής οικονομίας. Επίσης, παρέχονται και άλλου είδους κίνητρα στους επενδυτές, κυρίως φορολογικά. Ωστόσο, η αδυναμία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η υψηλή κερδοσκοπία, και η αδυναμία εύρεσης αρκετών επενδύσεων, μειώνουν την εμπιστοσύνη στον παραγωγικό και οικονομικό τομέα. Έτσι, η κυβέρνηση προσπαθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της σε δολάρια Η.Π.Α., καθώς το Δημόσιο Χρέος είναι κατά κύριο λόγο εκφρασμένο σε αυτό το νόμισμα και να αυξήσει τη ρευστότητα που έχει στην διάθεσή της, έτσι ώστε να διατηρήσει σταθερή τη συναλλαγματική ισοτιμία και να χρηματοδοτήσει το τρέχον δημοσιονομικό έλλειμμα.
Σχετικά με το κατά Κεφαλήν Α.Ε.Π., όπως παρατηρούμε, η αρχική ισχυρή οικονομική ανάπτυξη της πρώτης δεκαετίας, οφείλεται στην πολιτική σταθεροποίηση και την ισχυρή αύξηση των εξαγωγών του βωξίτη και άλλων προϊόντων.
Ωστόσο, από τα μέσα του 1970 μέχρι και τα μέσα του 1980, παρατηρείται οικονομική ύφεση, η οποία οφείλεται στην πολιτική και κοινωνική αποσταθεροποίηση, την έλλειψη εμπιστοσύνης των επενδυτών και των καταναλωτών προς το κράτος, καθώς και την απόσυρση αρκετών επιχειρήσεων αλουμινίου από την περιοχή, λόγω μείωσης της παραγωγής.
Σημαντική ήταν, επίσης, η μείωση του τουρισμού, ενώ το ολοένα και αυξανόμενο εξωτερικό και τοπικό χρέος, το οποίο συνοδευόταν από υψηλά δημοσιονομικά ελλείμματα, έφερε την οικονομία σε αδιέξοδο. Έτσι, λοιπόν, η κυβέρνηση ζήτησε τη χρηματοδότηση από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το οποίο θα εφάρμοζε διάφορα μέτρα λιτότητας.
Επιπλέον, ο τυφώνας Gilbert, το 1988, κατέστρεψε αρκετές υποδομές, τη στιγμή που η οικονομία άρχιζε να επανέρχεται σε τροχιά ανάπτυξης. Από το 1991-2020, το κατά Κεφαλήν Α.Ε.Π., παραμένει στα επίπεδα 4.500-5.000 δολαρίων Η.Π.Α., με μόνες περιόδους οικονομικής κρίσης το 1991-1992. Οι κρίσεις αυτές οφείλονταν στον πληθωρισμό που υπήρχε εκείνη την περίοδο στη χώρα, λόγω της αύξησης των τιμών βασικών προϊόντων και του βωξίτη. Πτώση της οικονομίας είχαμε, επίσης, κατά το 2008, λόγω της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, η οποία επηρέασε όλους τους τομείς της οικονομίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Για να γίνει μία εκτενέστερη ανάλυση του βιοτικού επιπέδου της χώρας, θα μελετηθούν οι βασικοί δείκτες που αφορούν την εκπαίδευση και την υγεία.
Σχετικά με τον πρώτο τομέα, θα μελετηθεί ο Δείκτης των Δημοσίων Δαπανών για Εκπαίδευση. Παρατηρείται μία σταθερή ανοδική τάση όσον αφορά τις δαπάνες αυτές, οι οποίες ξεπερνούν το 15% του Α.Ε.Π. Αυτό το γεγονός οφείλεται στο πρόγραμμα της κυβέρνησης για αύξηση της μόρφωσης των κατοίκων της χώρας, η οποία λειτουργεί πολλαπλασιαστικά στην οικονομία. Έτσι, υπάρχει αύξηση του τεχνολογικού και εκπαιδευτικού εξοπλισμού και αύξηση της διδακτικής εμπειρίας. Ωστόσο, υπάρχουν κάποια προβλήματα, όπως η υψηλή ανισότητα μεταξύ των διαφόρων περιοχών και των φύλων.
Σχετικά με την υγεία, θα μελετηθούν οι δείκτες της κατά Κεφαλήν Δαπάνης και των Δαπανών για την Υγεία συνολικά ως προς το Α.Ε.Π. Όπως παρατηρούμε, υπάρχει αύξηση και των δύο δεικτών τα τελευταία δέκα χρόνια, και αυτό οφείλεται στην υιοθέτηση κυβερνητικών προγραμμάτων με στόχο την εξάλειψη των επικείμενων προβλημάτων τόσο στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης (αύξηση νοσοκομείων, προσωπικού, φαρμάκων, μηχανολογικού εξοπλισμού), όσο και στην ασφάλιση των κατοίκων, και παρατηρείται ένα μείγμα δημόσιας και ιδιωτικής υγείας, η οποία συνεισφέρει θετικά στο σύστημα υγείας.
Εν κατακλείδι, η χώρα, τα τελευταία χρόνια, μετά από αρκετά έτη συνεχής πολιτικής έντασης, βρίσκεται σε ένα καλό σημείο σχετικά με την κοινωνική ανάπτυξη, καθώς υπάρχει βελτίωση του εκπαιδευτικού και υγειονομικού συστήματος. Παράλληλα, η οικονομία και η πολιτική έχουν σταθεροποιηθεί, ωστόσο πρέπει να παρθούν κάποια σημαντικά μέτρα για να βελτιωθεί περαιτέρω η εικόνα του οικονομικού συστήματος, με τη διαφοροποίηση της παραγωγής και την υιοθέτηση ενός συστήματος που δεν θα τροφοδοτείται από συνεχή δημόσια χρέη. Έτσι, η οικονομία και η κοινωνία θα συμβαδίζουν μαζί για ένα καλύτερο μέλλον.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Jamaica, Encyclopedia Britannica, Retrieved from here
- Jamaica: 40 years of Independence, Redalyc, Retrieved from here
- Update on the Jamaican Economy, Juan Antonio Montecino, January 2012, Retrieved from here
- Jamaica National Development Plan Vision 2030, Sustainable Development, Retrieved from here
- The Road to Sustained Growth in Jamaica, Retrieved from here
- The impact of funding policies on higher education in Jamaica, Jeroen Huisman, May 2008, Retrieved from here