Της Ιωάννας Γιαβρούτας,
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που γίναμε μάρτυρες για ένα ακόμη καλοκαίρι μεγάλων πυρκαγιών στην Ελλάδα και μπορεί να μην χάθηκαν ανθρώπινες ζωές, αλλά η καταστροφή που υπέστη το φυσικό περιβάλλον είναι τεράστια. Είναι, επίσης, και ζημιογόνα τόσο για τις περιουσίες των ανθρώπων που χάθηκαν σε μία στιγμή, όσο και για τις ζωτικές συνέπειες που θα επιφέρει στο εγγύς μέλλον αυτή η καταστροφή στο οικοσύστημα και, κατ’ επέκταση, στην υγεία των ανθρώπων, κάτι το οποίο χρήζει περαιτέρω μελέτης και διερεύνησης από τους ειδήμονες.
Στο παρόν κείμενο θα επικεντρωθούμε, ως επί το πλείστον, στις ελλείψεις και τα λάθη που έλαβαν χώρα κατά την προσπάθεια κατάσβεσης των μεγάλων πυρκαγιών. Αξίζει να τονιστεί ότι σε δήλωσή του ο Πρωθυπουργός, κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, αναφέρθηκε στην προετοιμασία που είχε πραγματοποιηθεί ενόψει της αντιπυρικής περιόδου, αλλά παραδέχεται ότι αυτή αποδείχθηκε ανεπαρκής με δεδομένο ότι η χώρα αντιμετωπίζει, πλέον, και την υπαρκτή απειλή της κλιματικής κρίσης. Δήλωσε, επιπρόσθετα, ότι αντιλαμβάνεται τις ελλείψεις, οι οποίες κλυδώνισαν για πολλοστή φορά τον κρατικό μηχανισμό και ανέδειξαν τη μη ετοιμότητά του σε ζητήματα πρόληψης και καταστολής. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης φαίνεται να έχει πλήρη επίγνωση της κατάστασης, των αστοχιών και της άνισης μάχης που δόθηκε σε πλήθος ταυτοχρόνων πύρινων μετώπων, τα οποία έπληξαν τη χώρα.
Βαρυμπόμπη, Αδάμες, Κρυονέρι, Θρακομακεδόνες, Εύβοια είναι οι μεγαλύτερης έκτασης πληγείσες περιοχές, τις οποίες η πύρινη λαίλαπα «τύλιξε». Οι πυρόπληκτοι πολίτες βρίσκονται σε μία εξαιρετικά δυσμενή θέση, ψάχνοντας να βρουν τα αίτια και να αποδώσουν τις ευθύνες για την καταστροφή την οποία βίωσαν και τους στέρησε όχι μόνο την περιουσία τους, αλλά και από το περιβάλλον τη χλωρίδα και την πανίδα που στόλιζε και έδινε ζωή σε αυτές τις περιοχές. Εμπειρογνώμονες, Τοπική Αυτοδιοίκηση και κάτοικοι αναφέρουν και καταγγέλλουν πως «η καύσιμη ύλη σε ποικίλα σημεία αυτών των περιοχών πυροδότησε την πυρκαγιά, με αποτέλεσμα να κινηθεί ανεξέλεγκτα με καταστροφικά αποτελέσματα».
Παράλληλα, μπορεί οι εκπρόσωποι της Κυβέρνησης να μιλούν για επιτυχή αντιμετώπιση της φωτιάς στη Βαρυμπόμπη, ωστόσο, πλήθος ειδημόνων στον τομέα της πυρόσβεσης κάνουν λόγο για μία αποτυχημένη επιχείρηση. Συγκεκριμένα, στο πύρινο μέτωπο της Βαρυμπόμπης καθίσταται εμφανές ότι η πυρκαγιά, περίπου δύο εικοσιτετράωρα μετά την εκδήλωσή της, τέθηκε υπό μερικό έλεγχο. Την επόμενη ημέρα, όμως, υπήρξε αναζωπύρωση, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν εκεί ισχυρές δυνάμεις της Πυροσβεστικής, με αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν ακόμη περισσότερες, ώστε να περιοριστεί η φωτιά στην Αττική. Η εξέλιξη αυτή συνεπάγετο την στέρηση ενός διόλου ευκαταφρόνητου αριθμού πυροσβεστών και εναέριων μέσων στη φλεγόμενη Εύβοια, δημιουργώντας δυσαρέσκεια, αμφισβήτηση και οργή στο Πυροσβεστικό Σώμα, το οποίο δεν κατόρθωσε να ελέγξει εγκαίρως τα αναζωπυρώσεις. Εντός ολίγου χρόνου, στο πλαίσιο των εκτάκτων ενημερώσεων στους πολίτες για τις πυρκαγιές, ο -τότε- Υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων, κ. Νίκος Χαρδαλιάς, έκανε λόγο για «νέα πυρκαγιά στη Βαρυμπόμπη», δήλωση αμφιβόλου εγκυρότητας, εξαιτίας του ότι αποτελεί «κοινό μυστικό» εντός των πυροσβεστικών κόλπων ότι «η φωτιά δεν προστατεύτηκε σωστά, με αποτέλεσμα να αναζωπυρωθεί και να χαθεί εκ νέου ο έλεγχός της».
Επιπροσθέτως, ένα κρίσιμο λάθος εντοπίζεται στο ότι δεν υπήρχε το μεσημέρι της 3ης Αυγούστου, στην περιοχή της Αττικής, εναέρια επιτήρηση. Εάν τα αεροσκάφη πετούσαν, και μάλιστα, έμφορτα, εντοπίζοντας την πυρκαγιά εγκαίρως, σίγουρα η κατάσταση δε θα είχε εξελιχθεί κατά αυτόν τον τρόπο. Είναι απορίας άξιο πώς και γιατί, ενώ ο κίνδυνος για εκδήλωση πυρκαγιάς βρισκόταν στο μέγιστο βαθμό, δε δόθηκε εντολή για εναέρια επιτήρηση καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Ακόμη, προβληματισμό προκαλούν τα ερωτήματα που τέθηκαν για την επιχείρηση της πυροσβεστικής στη φωτιά στη Βαρυμπόμπη. Αρνητικό αντίκτυπο είχε το γεγονός ότι ενώ υπήρχαν εναέρια μέσα, σταθμευμένα στο στρατιωτικό αεροδρόμιο στο Τατόι, εκείνα δεν πέταξαν εγκαίρως. Το αποτέλεσμα θα ήταν τελείως διαφορετικό, αν τα δυο αεροσκάφη Air Tractor, που βρίσκονταν στην Αεροπορική Βάση Δεκελείας πετούσαν έμφορτα και επενέβαιναν για να σβήσουν τη φωτιά, από την πρώτη στιγμή που εκδηλώθηκε, κάτι το οποίο παραδέχθηκε και ο ίδιος ο Νίκος Χαρδαλιάς.
Αξιοσημείωτη είναι και η δήλωση του Αντιστράτηγου εν αποστρατεία, πρώην Υπαρχηγού του Πυροσβεστικού Σώματος και νυν ειδικού ερευνητή και πραγματογνώμονα, κ. Ανδριανού Γκουρμπάτση, ο οποίος έκανε λόγο για καθυστερημένη αντίδραση, με συνέπεια την εξάπλωση της πυρκαγιάς, αλλά και για έλλειψη οργάνωσης κατά την εκκενωτική διαδικασία. Διεξοδικότερα, ανέφερε ότι: «Εκτιμώ ότι δεν υπήρξε εναέρια επιτήρηση, γιατί εάν υπήρχε, μέσα σε δέκα λεπτά θα παρέμβαιναν τα δύο έμφορτα με νερό αεροσκάφη που θα επιτηρούσαν και θα την έσβηναν. Το ένα πετά από Γραμματικό, Νέα Μάκρη, Σούνιο και το άλλο από Γεράνεια μέχρι το Σοφικό. Λόγω του ότι ο κίνδυνος πυρκαγιάς ήταν κατηγορίας 4, είναι υποχρεωμένοι να ήταν εν πτήσει. Το γεγονός ότι καθυστέρησαν να την αντιμετωπίσουν άμεσα πιστεύω ότι ήταν η αιτία της καταστροφής που συνέβη. Όσο για την εκκένωση, πιστεύω ότι έγινε χωρίς σχεδιασμό και οργάνωση».
Συγχρόνως, σε έγκριτο ηλεκτρονικό Τύπο, καταγγέλθηκε ότι «υπάρχουν διαμαρτυρίες από στελέχη της Πυροσβεστικής για το γεγονός ότι οι αποφάσεις για την κατανομή των πυροσβεστικών αεροπλάνων δεν πάρθηκαν από τους αρμόδιους αξιωματικούς, αλλά από την πολιτική ηγεσία, οδηγώντας σε επιχειρησιακά λάθη», με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα. Αναλυτικότερα, όπως γράφει, χαρακτηριστικά, ο αστυνομικός συντάκτης, κ. Γιάννης Σουλιώτης: «επί δύο ημέρες πυροσβεστικά αεροσκάφη είχαν πάρει εντολή να παραμένουν στο αεροδρόμιο της Αγχιάλου, μήπως τυχόν καταφέρουν να επιχειρήσουν στο μέτωπο της Εύβοιας, κάτι που τελικά δε συνέβη, παρά αρκετά 24ωρα αργότερα».
Οι καταστροφικές συνέπειες των πυρκαγιών στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 2021 στιγμάτισαν και εξακολουθούν να στοιχειώνουν τη μνήμη μας, προκαλώντας τεράστια υλική και οικολογική καταστροφή. Έτσι, λοιπόν, για να μην επαναληφθεί μία τέτοιου είδους τραγωδία μελλοντικά, ο Πρωθυπουργός εξήγγειλε σειρά νέων μέτρων στο πεδίο της πυρόσβεσης, τα οποία έχει σημασία να παραθέσουμε αυτολεξεί, ώστε να γίνει αντιληπτός ο έντονος μεταρρυθμιστικός και εξελικτικός χαρακτήρας προς όφελος τόσο της Πυροσβεστικής, ως διοικητική και επιχειρησιακή δομή, όσο και των πολιτών και της ασφάλειας αυτών:
- Δημιουργία σώματος 500 ειδικά εκπαιδευμένων πυροσβεστών, που θα μπορούν να επιχειρούν μέσα στο δάσος και να αντιμετωπίζουν την πυρκαγιά πριν φθάσει στο οδικό δίκτυο. Η προκήρυξη για τις σχετικές προσλήψεις θα γίνει το φθινόπωρο, ώστε από τον Ιανουάριο να αναλάβουν υπηρεσία, αρχικά στους καθαρισμούς δασών.
- Τερματισμός του κατακερματισμού αρμοδιοτήτων, με τις δασικές υπηρεσίες να περνούν στο υπουργείο Περιβάλλοντος –υπό τη Γενική Διεύθυνση Δασών– και να φεύγουν από τις αποκεντρωμένες διοικήσεις που αναφέρονταν στο υπουργείο Εσωτερικών.
- Εισαγωγή της μεθόδου της ελεγχόμενης καύσης –«αντιπύρ»– μέσω της οποίας οριοθετείται μια πυρκαγιά με φωτιά που βάζουν οι ίδιοι οι πυροσβέστες. Η ελληνική Πυροσβεστική δε διαθέτει τη σχετική τεχνογνωσία και θα ζητηθεί η βοήθεια της Αυστραλίας.
- Δημιουργία περιφερειακών κέντρων πολιτικής προστασίας, που θα έχουν καλύτερη εικόνα για τις ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής.
- Διεύρυνση του στόλου της Πυροσβεστικής με εναέρια μέσα πρώτης προσβολής (τράκτορες), που μπορούν να παρέμβουν πριν η φωτιά πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
- Εκπαίδευση στελεχών της Πυροσβεστικής στη χρήση σύγχρονων μέσων επιτήρησης των δασών και άμεσου εντοπισμού πυρκαγιών, κυρίως μέσω drones.
- «Τολμηρότερη» χάραξη αντιπυρικών ζωνών σε δήμους που «συνορεύουν» με δάση.
- Αλλαγές στην ηγεσία της Πυροσβεστικής, που θα πρέπει να αναμένονται πριν από τη μετάβαση του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ (Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης), στις 11 Σεπτεμβρίου.
Εν κατακλείδι, σημειώνουμε πως καίριας σημασίας συνιστά το γεγονός ότι θα πρέπει να συσταθεί ένα σχέδιο οργανωμένης εκκένωσης, πέραν της έγκαιρης ειδοποίησης του αριθμού 112, ώστε οι κάτοικοι μίας περιοχής, που έρχεται αντιμέτωπη με τον πύρινο εχθρό, να γνωρίζουν εκ των προτέρων σε ποιο σημείο θα συγκεντρωθούν και πώς θα μεταφερθούν σε άλλη περιοχή εκτός κινδύνου με ασφάλεια, για να εξαλειφθεί η πιθανότητα κάποιοι να οδηγηθούν προς λάθος κατεύθυνση ή να εγκλωβιστούν, είτε να εγκαταλείψουν έγκαιρα, κατόπιν της ειδοποίησης, είτε όχι. Σε κάθε περίπτωση, συμπεραίνει κανείς ότι μία μεγάλη κρίση πυροδοτεί και μεγάλη δράση, αλλά το πραγματικό όφελος δεν εντοπίζεται τόσο στην αποκατάσταση κάθε είδους ζημιών, όσο στην αποφυγή δημιουργίας τους. Συνεπώς, η ελληνική πολιτική οφείλει να εκπαιδευτεί το ταχύτερο δυνατόν στην κουλτούρα της πρόληψης παρά της καταστολής, προτού κάποια απειλή γίνει αναπόφευκτη και τα αποτελέσματά της ανεπανόρθωτα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ο Μητσοτάκης τα αλλάζει όλα στον τομέα της πυρόσβεσης, Κωστής Π. Παπαδιόχος, kathimerini.gr, διαθέσιμο εδώ
- Τα λάθη της Πυροσβεστικής στις φωτιές του Αυγούστου – Πώς και πού “στράβωσε” το σχέδιο πυρόσβεσης, Ευάγγελος Μητρούσης, thetoc.gr, διαθέσιμο εδώ
- Το φιάσκο της Πυροσβεστικής στις φωτιές του Αυγούστου – Πώς και πού “στράβωσε” το σχέδιο πυρόσβεσης, capital.gr, διαθέσιμο εδώ