Της Μαρίας Τζανοπούλου,
Αν ρίξουμε μία καλύτερη ματιά στον κόσμο που μας περιβάλλει, συνειδητοποιούμε ότι σχεδόν καθετί γύρω μας πλαισιώνεται από την πολιτική. Ως επιλογή, ως τρόπος και ως στάση ζωής. Όχι επειδή συνιστά κοινωνική επιταγή, αλλά επειδή είναι, εδώ και αιώνες, βαθιά συνδεδεμένη με τη ζωή των ανθρώπων. Κανείς δεν το έχει διατυπώσει επαρκέστερα από τον Αριστοτέλη στα Πολιτικά, όπου αναλύει ότι «ο άνθρωπος είναι από την φύση του ζώο πολιτικό», με την έννοια ότι μόνο μέσα στην οργανωμένη πολιτική κοινότητα μπορεί κανείς να ζήσει και να επιτύχει τον «ευδαίμονα βίο». Συνιστά μία βαρυσήμαντη έννοια, ένα μείζον κεφάλαιο της ανθρωπότητας και βάση οργάνωσης της ζωής κάθε χώρας. Έχει σταθεί αιτία σύνθεσης τραγουδιών, ποιημάτων, αλλά και θέμα συζήτησης και κριτικής μεταξύ αγνώστων και παρεών κάθε ηλικίας.
Ήδη από την αρχαιότητα, έχει γίνει αισθητή η σύνδεση της πολιτικής με την τέχνη: ήταν τρόπος συμμετοχής στα κοινά, «εργαλείο» έκφρασης, μέσω της αισθητικής μετάπλασης των μύθων, των στοχασμών και των ερωτήσεων, που διατύπωνε η αρχαία κοινωνία για την πραγματικότητα με κυριότερα θέματα τον πόλεμο, την ειρήνη, το δίκαιο, την εξουσία, τον έρωτα. Άρρηκτα συνδεδεμένα, αποτελούσαν την αποτύπωση του ανθρώπου, χωρίς να απομονώνουν ή να αντιπαραθέτουν την μια πλευρά της ύπαρξής του από την άλλη. Αυτή ακριβώς η αντίληψη έδωσε το έναυσμα για τα μεγάλα έργα, που, ακόμη και σήμερα, συγκινούν το κοινό.
Ορισμένα πολιτιστικά ερωτήματα είναι κοινά σε όλη την Ευρώπη, παρά τις ιδιομορφίες της ελληνικής πολιτιστικής πραγματικότητας. Πρόκειται για ερωτήματα που έγιναν επιτακτικά μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και αφορούν το πλέγμα των σχέσεων κράτους, οικονομίας και πολιτισμού. Επεξηγηματικά, σε κοινωνίες που θέλουν να υπερασπιστούν το κοινωνικό κράτος, με τις απαιτήσεις μίας ολοένα και περισσότερο ανταγωνιστικής οικονομίας να αυξάνονται, πόσο εφικτή και επιθυμητή μπορεί να είναι η πολιτιστική παρέμβαση του κράτους; Μπορεί να καταστεί ο πολιτισμός έρμαιο της μαζικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, με το κράτος να υποχωρεί, αφήνοντάς τον στο έλεος των αγορών; Το ζήτημα αποτελεί αντικείμενο θεωρητικού προβληματισμού και ενδιαφέρει τόσο τα εγχώρια όσο και τα ευρωπαϊκά εν γένει κόμματα, των οποίων η πολιτική παράδοση τα συνδέει με έναν καίριο ρόλο του κράτους στα πολιτιστικά δρώμενα.
Σήμερα, κάθε κυβέρνηση σε παγκόσμιο -και όχι μόνο σε τοπικό- επίπεδο οφείλει να μεριμνά ιδιαιτέρως για θέματα πολιτισμού, συντάσσοντας την κατάλληλη πολιτική σε συνεργασία με το αντίστοιχο υπουργικό επιτελείο. Το έργο αυτό καθίσταται καίριας σημασίας για την Ελλάδα, η οποία είναι μία χώρα με ανεκτίμητο ιστορικό υπόβαθρο, συνιστά πηγή πολιτισμού και διανόησης. Ο πολιτισμός είναι συνάμα το πιο ευαίσθητο, επικίνδυνο αλλά και πρόσφορο πεδίο άσκησης της πολιτικής. Μάλιστα, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο πολιτισμός συνδέεται με την αισθητική και την ιδεολογία, τις νοοτροπίες και τα κοινωνικά πρότυπα. Ενέχει βαθύτατα πολιτικά στοιχεία, καθώς συνδέονται, τελικώς, με τις κοινωνικές σχέσεις, την ίδια την οικονομία του χρόνου, τη διαχείριση συμβόλων και συμβολισμών, αλλά και με τη στάση του καθενός απέναντι στα συλλογικά υποκείμενα.
Ακόμη και ο ίδιος ο λόγος του εκάστοτε Υπουργού Πολιτισμού είναι επίσημος και συνιστά από μόνος του μια πολιτική πράξη. Είναι πρακτικός, διότι συχνά συνδέεται με νομοθετικές, οργανωτικές και πολιτικές πρωτοβουλίες. Ως εκ τούτου, πρέπει να επιδεικνύεται διαρκής σεβασμός, χωρίς να παρεκκλίνει από τις αρχές του πολιτιστικού πλουραλισμού, δηλαδή τις αρχές του κράτους δικαίου στο πεδίο του πολιτισμού. Στόχος ιδιαίτερα δύσκολος, από τη στιγμή που η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς συνιστά θεμελιώδη και σχεδόν αποκλειστική υποχρέωση της πολιτείας. Ωστόσο, επαφίεται στην ευχέρεια κάθε Υπουργού να δώσει το προσωπικό του στίγμα σε οποιοδήποτε εγχείρημα με τις εμπειρίες του, την πολιτική του αίσθηση, το μορφωτικό του εξοπλισμό, τις ιδιότητές του.
Καθήκον του πολίτη είναι, από την άλλη πλευρά, να ανατρέχει σε πολιτιστικές διαδικασίες: να τοποθετείται κριτικά απέναντι στη ροή των πολιτιστικών εξελίξεων, να εξετάζει την πρόοδό τους στην πάροδο των ετών και να κάνει εικασίες για το μέλλοντα χρόνο. Μία τέτοια κριτική αναδρομή όχι μόνο βοηθά στην κατανόηση των πολιτιστικών φαινομένων, αλλά είναι και ένας τρόπος αντίστασης στην αισθητική της ταχύτητας που μας έχει επιβάλει η τεχνολογική εποχή.
Στον αντίποδα, η τέχνη ενίοτε μετατρέπεται σε «όπλο» αφύπνισης των μαζών. Κάθε δημιουργός χειρίζεται το βήμα που του δίνεται για να εκφραστεί, επιδιώκοντας μέσα από τα έργα του να συγκινήσει, να αφυπνίσει, να κινητοποιήσει, να αναδείξει μία άλλη οπτική της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Αρκεί να δώσουμε και εμείς την κατάλληλη προσοχή και τον πρέποντα σεβασμό στα τραγούδια, τα ποιήματα, ακόμη και τη ζωγραφική. Τα λόγια, οι στίχοι και η μουσική εκφράζουν τα τεκταινόμενα, ενώ οι εικόνες, οι πίνακες, τα σχέδια και τα χρώματα από μόνα τους είναι ικανά να περιγράψουν όσα με λόγια δεν μπορούν να ειπωθούν…
Κατά αυτόν τον τρόπο, λοιπόν, η τέχνη και ο πολιτισμός οφείλουν να είναι πρωτεύουσες ενότητες πολιτικού ενδιαφέροντος κάθε κυβέρνησης και, για τον λόγο αυτό, απαιτείται η ανάλογη κρατική μέριμνα και στήριξη. Συχνά παρατηρείται κρατική παρέμβαση στα πεδία του πολιτισμού, αφενός γιατί διασφαλίζει τον αισθητικό πλουραλισμό και την άρση ανισοτήτων, αφετέρου κάποιες προδιαγραφές αισθητικής ποιότητας με όσους κινδύνους, εγγενώς, υπάρχουν. Το Υπουργείο Πολιτισμού είναι κι αυτό υπεύθυνο να επιχορηγεί αποτελεσματικά σε εύλογα χρονοδιαγράμματα την τέχνη σε όλες τις μορφές της: τις συναυλίες, τα θέατρα, τις εικαστικές παρουσιάσεις, τις φιλοσοφικές συζητήσεις, τα μουσεία, τις ξεναγήσεις, τη φιλοξενία ξένων καλλιτεχνών, δράσεις οι οποίες προωθούνται και γνωστοποιούνται μέσω της αντίστοιχης ιστοσελίδας του Υπουργείου, που εναρμονίζεται με τα νέα μέσα και δεδομένα.
Σε κάθε περίπτωση, η κρατική μέριμνα για τον πολιτισμό ξεκινά από το πιο απλό γεγονός, όπως η διεξαγωγή ενός ευρωπαϊκού διαγωνισμού τραγουδιού -κοινώς η «Eurovision»-, μέχρι τη φιλοξενία έργων καλλιτεχνών διεθνούς βεληνεκούς, τη διοργάνωση παραστάσεων σε θεατρικούς χώρους, όπως η Επίδαυρος, συναυλιών, όπερας και τα συναφή. Κλείνοντας, αξιομνημόνευτο είναι για όλους μας το γεγονός πως η πολιτική είναι παρούσα σε κάθε πτυχή της ζωής μας. Παράλληλα, ο πολιτισμός και η τέχνη είναι εντυπωμένα στο γενετικό υλικό μας ως άκρως συνυφασμένα με την πολιτική δραστηριότητα. Σε καιρούς, λοιπόν, όπου η βαθιά πολιτική σκέψη εξασθενεί, επηρεάζεται μοιραία και η τέχνη, ο σκοπός και ο λόγος των δημιουργών της, οι επιλογές του κοινού της. Ας κρατήσουμε, ωστόσο, υψηλά τον ελληνικό αλλά και τον οικουμενικό πολιτισμό και ας μην επιτρέψουμε το εκμαυλισμό των πιστεύω μας και της καλλιτεχνικής μας έκφρασης, τα οποία συνδέονται με την πολιτική μας ταυτότητα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γιατί ο πολιτισμός είναι πολιτική, Βενιζέλος Ευάγγελος, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ
- Το πλέγμα κράτους, οικονομίας και πολιτισμού, Βαροπούλου Ελένη, tovima.gr, διαθέσιμο εδώ
- Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, διαθέσιμο εδώ