Της Χριστίνας Γιαμούζη,
Η αγάπη μου για τον παλιό ελληνικό κινηματογράφο σίγουρα δεν θα σβήσει ποτέ, καθώς πάντα μέσα στην καθημερινότητά μου θέλω να βλέπω παλιές ελληνικές ταινίες, επειδή με χαλαρώνουν και με ταξιδεύουν. Στα προηγούμενα άρθρα είχα αναφέρει ότι ο ελληνικός κινηματογράφος είναι ένα ταξίδι μέσα στο χρόνο και ότι οι γυναίκες ηθοποιοί έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και στην επιτυχία του. Φυσικά, πέρα από τις γυναίκες ηθοποιούς, που είδαμε σε προηγούμενη σειρά άρθρων, σπουδαίο ρόλο έπαιξαν και οι άνδρες ηθοποιοί που με το ταλέντο τους, το χιούμορ τους και την ενέργειά τους έκαναν τον κόσμο να γελάει και να τους θαυμάζει μέχρι και σήμερα. Για τον λόγο ότι είναι πολλοί είναι δύσκολο να βρουν τη θέση τους σε ένα μόνο άρθρο οπότε σίγουρα θα υπάρξει και δεύτερο μέρος.
ΑΛΕΚΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑΚΗΣ
Γεννημένος την Αθήνα στις 27 Νοεμβρίου 1928, καταγόταν από καλή οικογένεια και πήγε στα καλυτέρα σχολεία της Ελλάδας. Σε μικρή ηλικία και ενώ είχε αποφασίσει να μπει στη Σχόλη των Δοκίμων, το θέατρο του χτύπησε την πόρτα. Μία παράσταση του Καρόλου Κουν με την Έλλη Λαμπέτη τον έκανε να αλλάξει γνώμη και να μπει στη σχολή του Βασιλικού Θεάτρου. Η επιτυχία του Αλεξανδράκη ήταν σίγουρη στο ελληνικό θέατρο και στον κινηματογράφο, καθώς όχι μόνο κατάφερε να μπει στη σχολή, αλλά μπήκε και πρώτος. Ο Δημήτρης Χορν τον είχε ήδη ξεχωρίσει και πίστευε στην επιτυχία του.
Το 1949, έκανε τα πρώτα του βήματα στο θέατρο μέσα από την παράσταση «Φθινοπωρινή Παλίρροια». Παράλληλα, ο Φίνος την ίδια χρονιά τον πήρε να συμμετέχει στην ταινία «Δύο κόσμοι», σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Γρηγορίου. Έτσι ξεκίνησε η καλλιτεχνική πορεία του Αλέκου Αλεξανδράκη και στο θέατρο αλλά και πιο έντονα στον κινηματογράφο. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο Αλεξανδράκης ήταν ο γόης της εποχής κάνοντας πολλές γυναίκες να θέλουν να τον κατακτήσουν και να τον θαυμάζουν. Παντρεύτηκε 4 φόρες και από τον τελευταίο γάμο απέκτησε δύο παιδιά ενώ η μεγάλη του αγάπη ήταν η Νόνικα Γαληνέα, με την όποια έμειναν μαζί 21 χρόνια χωρίς όμως να παντρευτούν.
Συνολικά, πρωταγωνίστησε σε περισσότερες από 75 κινηματογραφικές ταινίες, από τις οποίες ξεχωρίζουν: «Στέλλα» (1955), «Σοφερίνα» (1964), «Ραντεβού στην Κέρκυρα» (1960), «Το Δόλωμα» (1964) «Δεσποινίς Διευθυντής» (1964), «Το αγοροκόριτσο» (1959), «Η κόμισσα της Κέρκυρας» (1972), «Η Μαρία της σιωπής» (1973), «Μια τρελή… τρελή οικογένεια» (1965) και πολλές ακόμα. Όσον αφορά το θέατρο οι πιο διάσημες παραστάσεις ήταν : «Παράξενο Ιντερμέτζο», «Ταξίδι της μέρας μέσα στην νύχτα», «Ήταν όλοι τους παιδιά μου», «Μαντάμ Μπάτερφλαΐ», «Η γυναίκα με τα μαύρα», «Τέσσερα δωμάτια με κήπο», «Έγκλημα και τιμωρία», «Τα μεγάλα χρόνια», «Ο γλάρος».
ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑΣ
Για εμένα αλλά και για πολλούς άλλους ο Κωνσταντάρας είναι ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς του ελληνικού κινηματογράφου. Οι πιο γνωστές παλιές ελληνικές ταινίες έχουν πρωταγωνιστή τον ίδιο και αυτό πιστεύω ότι δεν είναι καθόλου τυχαίο. Ο τρόπος που υποδυόταν τους ρόλους του και οι ατάκες που έλεγε με απόλυτα φυσικό τρόπο ήταν ο λόγος να τον αγαπήσει ο κόσμος.
Γεννήθηκε στις 13 Μαρτίου του 1913 στην Αθήνα, αλλά έχοντας ρίζες και από την Κωνσταντινούπολη. Ως γιος χρυσοχόου είχε αγάπη για το επάγγελμα και περνούσε αρκετές ώρες δίπλα στον πάτερα του. Το 1931, αποφάσισε να πάει στο Παρίσι και να σπουδάσει χρυσοχοΐα. Ενώ βρισκόταν στη Γαλλία έτυχε να παίξει ως κομπάρσος σε μία ταινία του Λουί Ζουβέ. Δεν χρειαζόταν κάτι παραπάνω για να ερωτευτεί την υποκριτική και να ασχοληθεί με αυτή. Έτσι ξεκάνει η καριέρα του στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Η πρώτη του εμφάνιση στο θέατρο θα γίνει το 1937 στη Γαλλία στην παράσταση «Σχολείο Γυναικών» ενώ θα συνεχίσει την καριέρα του στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αθήνα συμμετέχοντας σε παραστάσεις όπως: «Τα παράσημα της γριούλας», «Το στραβόξυλο» του Δημήτρη Ψαθά, «Ο μισάνθρωπος» του Μολιέρου, «Ο παίχτης» του Ντοστογιέφσκι. Η εμφάνιση του στον κινηματογράφο θα γίνει περίπου το 1940 όταν θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Το τραγούδι του χωρισμού» σε σκηνοθεσία του Φίνου. Εντυπωσιακό φυσικά είναι ότι συμμετείχε σε περίπου 90 ταινίες κρατώντας τον ρόλο του πρωταγωνιστή. Δούλεψε κοντά σε σπουδαίους ηθοποιούς, γυναίκες και άνδρες ενώ έμεινε στην ιστορία του κινηματογράφου ως ο πατέρας της Άλικης Βουγιουκλάκης. Γενικότερα διακρίθηκε και στις κωμικές αλλά και στις δραματικές ταινίες.
Μερικές αγαπημένες ταινίες: «Η Λίζα και η άλλη» (1961), «Η Αλίκη στο ναυτικό» (1961), «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» (1966), «Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι»(1967), «Ο τρελός τα ‘χει 400»(1968),«Καπετάν φάντης μπαστούνι» (1968),«Ο άνθρωπος που έσπαγε πλάκα» (1972), «Ο άνθρωπος που γύρισε από τη ζέστη» (1972).
ΝΤΙΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
Από τους σπουδαιότερους κωμικούς της γενιάς του, γεμάτος ενέργεια κα αγάπη για την ηθοποιία αλλά και για τον χορό καθώς είχε σπουδάσει στην Αμερική και γι’ αυτό τον λόγο τον βλέπουμε συχνά στις ελληνικές ταινίες να χορεύει και να τραγουδάει.
Ο Ηλιόπουλος γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου του 1915 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και ο πατέρας του καταγόταν από την Πελοπόννησο ενώ η μητέρα του από την Υεμένη. Το 1929 με το οικονομικό κραχ έφυγαν και πήγαν να ζήσουν στη Μασσαλία όπου μετά από έξι χρόνια ο Ηλιόπουλος αποφάσισε να πάει στην Αθήνα ακολουθώντας τις εμπορικές σπουδές. Το 1939 έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή και ενώ δεν κατάφερε να μπει αυτό ήταν κάτι που τον πείσμωσε και τον οδήγησε τελικά στη σχολή του Γιαννούλη Σαραντίδη. Το 1944, πριν τη λήξη της Κατοχής, έπαιξε στον θίασο της γνωστής Κατερίνας Ανδρεάδη στο έργο του Λέο Λεντς «Κυρία, σας αγαπώ». Αργότερα συνεργάστηκε και με τους θιάσους της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Μαίρης Αρώνη, του Δημήτρη Χορν και πολλών άλλων.
Η εμφάνισή του στον κινηματογράφο γίνεται το 1948, συμμετέχοντας σε πάνω από 90 ταινίες και έχοντας στις περισσότερες τον πρωταγωνιστικό ρολό. Οι περισσότερες από αυτές τις ταινίες ήταν κωμικές και άνηκαν στην Χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου. Η ταινία «Δράκος» (1956) ήταν αυτή που τον έκανε σπουδαίο καθώς υποδυόταν με καταπληκτικό τρόπο τον Θωμά, έναν απλό υπάλληλο που καταλήγει να φαίνεται ως ένας αρχηγός του υποκόσμου. Η ταινία ήταν σε σενάριο του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
Μερικές αγαπημένες ταινίες: «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες» (1960), «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (1960), «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1963), «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης» (1963), «Το Δόλωμα» (1964), «Η Κοροϊδάρα» (1967), «Ο Στρατής παραστράτησε» (1969).
ΘΑΝΑΣΗΣ ΒΕΓΓΟΣ
Τι μπορεί πει κανείς για αυτόν τον άνθρωπο; Εγώ προσωπικά θα τον χαρακτήριζα ως έναν άνθρωπο γεμάτο ενέργεια, με μία γλυκιά δόση τρέλας και πάντα χαμογελαστό σε όλες του τις ταινίες. Πώς να μην τον αγαπήσει ο κόσμος και πώς να μην γελάσει με τις ατάκες του; Οι δε ατάκες του έχουν αφήσει ιστορία όπως το: «Καλέ μου άνθρωπε!» ή το «τρέχω σαν τον Βέγγο».
Ο Θανάσης Βέγγος γεννήθηκε στις 29 Μαΐου του 1927 και ήταν μοναχοπαίδι. Από μικρός ανέλαβε τα οικονομικά της οικογενείας του, καθώς ο πατέρας του ήταν υπάλληλος στην Εταιρεία Ηλεκτρισμού, αλλά όντας ήρωας της επανάστασης και λόγω πολιτικών φρονημάτων εκδιώχτηκε από τη δουλεία του μετά τον πόλεμο. Για χρόνια ασχολήθηκε με την επεξεργασία δερμάτων αλλά στα ταραγμένα χρόνια του εμφύλιου εξορίστηκε στη Μακρόνησο. Εκεί πάνω στην ατυχία γνώρισε τον Νίκο Κούνδουρο όπου ήταν ο άνθρωπος που του άλλαξε τη ζωή. Του έμαθε τον χώρο της υποκριτικής και το 1945 συμμετείχε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο στην ταινία «Μαγική Πόλις». Από κει και υστέρα ξεκίνησε η καριέρα του έχοντας για αρχή μικρούς ρόλους οι οποίοι ήταν αρκετοί για να φανεί το ταλέντο του. Το εντυπωσιακό στην περίπτωση του Βέγγου ήταν ότι δεν πήρε ποτέ πτυχίο υποκριτικής αλλά το 1959 περνώντας από ειδική επιτροπή απέκτησε άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Την περίοδο του 1960 έκανε την εμφάνιση του στις πιο γνωστές ταινίες της εποχής όπως: «Ο Δράκος», «Διακοπές στην Αίγινα», «Μανταλένα», «Ο Ηλίας του 16ου», «Ποτέ την Κυριακή». Ταινίες που έμειναν επίσης στην ιστορία ήταν: «Ψηλά τα χέρια», «Χίτλερ», «Μην είδατε τον Παναή», «Ζήτω η τρέλα», «Πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης».
Η μεγάλη του αγάπη για τον κινηματογράφο τον οδήγησε στο να ιδρύσει το 1964 τη δικιά του εταιρία παράγωγης ΘΒ – Ταινίες Γέλιου. Παράλληλα συνεργάστηκε για λίγο διάστημα έως το 1969, με τον Πάνο Γλυκοφρύδη και τον Ερρίκο Θαλασσινό ενώ σκηνοθετούσε και ο ίδιος. Αυτές οι ταινίες που αναμφισβήτητα έμειναν στην ιστορία για τις ατάκες και το χιούμορ τους ήταν: «Τις Φανερός πράκτωρ 000», «Τρελός, παλαβός και Βέγγος», «Ποιος Θανάσης;». Δυστυχώς παρά την μεγάλη επιτυχία των ταινιών η εταιρία οδηγήθηκε σε πτώχευση.
Τα επόμενα χρόνια συνεργάστηκε με τον Παντελή Βούλγαρη, αλλά και με τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο, συμμετέχοντας σε γνωστές ταινίες τους. Πρέπει να αναφερθεί ότι έκανε την εμφάνισή του και στην τηλεόραση σε σειρές, όπως Βεγγαλικά (ΕΡΤ, 1988), Αστυνόμος Θανάσης Παπαθανάσης (ΑΝΤ1, 1990), Περί ανέμων και υδάτων (Mega, 2002), Έρωτας, όπως έρημος (ΝΕΤ, 2003), Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου (ΑΝΤ1, 2006) και Η Θεσσαλονίκη της νοσταλγίας μας (ΕΤ3, 2009).
Ο ίδιος είχε πει σε σπάνια συνέντευξή του: «Είμαι δύσκολος στις σχέσεις μου. Δεν είμαι κοινωνικός τύπος. Ούτε μπορώ να ζω όπως η Λάσκαρη με δυο δημοσιογράφους στο κατόπι. Είναι η πρώτη συνέντευξη που δίνω, ας πούμε, γύρω από τη δουλειά μου κι αυτό φανερώνει πως δεν μπορώ να συνεννοηθώ εύκολα με τους ανθρώπους αν δε μου εμπνέουν εμπιστοσύνη».
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Θανάσης Βέγγος, Βιογραφία, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Οι δύο σπάνιες συνεντεύξεις που έδωσε στη ζωή του ο Θανάσης Βέγγος, lifo.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Ντίνος Ηλιόπουλος, Βιογραφία, sansimera.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Αλέκος Αλεξανδράκης: Ο μεγαλύτερος γυναικοκατακτητής του θεάτρου, in.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Λάμπρος Κωνσταντάρας: Φωτογραφία από την πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, in.gr, διαθέσιμο εδώ.