14.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΔιονύσιος Τσόκος: Η πρώτη μας επαφή με τους ήρωες του Αγώνα στον...

Διονύσιος Τσόκος: Η πρώτη μας επαφή με τους ήρωες του Αγώνα στον καμβά


Του Άγγελου Μεταλλίδη,

Ο Διονύσιος Τσόκος ήταν Έλληνας ζωγράφος, από τους πρώτους που ασχοληθήκαν και παρουσίασαν θέματα σχετικά με την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Στον ακαδημαϊκό χώρο υπάρχει διχογνωμία αναφορικά με τη ζωή του. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι γεννήθηκε το 1805 και πέθανε το 1843, ωστόσο ένα τέτοιο ενδεχόμενο παραμένει αδιευκρίνιστο. Η επικρατέστερη άποψη υποστηρίζει ότι ο Τσόκος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, στα τέλη του Φλεβάρη του 1814 ή του 1820, ενώ πέθανε τον Σεπτέμβριο του 1860 στην Αθήνα, όπου και διέμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Η οικογένεια του, ο Νικόλαος και η Κιάρα Καμίλλου, καταγόταν από την Ήπειρο, όμως, μερικά χρόνια πριν την έκρηξη της Επανάστασης, έφυγαν από εκεί και κατέφυγαν στη Ζάκυνθο, την ιδιαίτερη, τελικά, πατρίδα του Τσόκου. Ο ίδιος παντρεύτηκε την Ιωάννα Γουζάρη, με την οποία απέκτησε τρεις κόρες.

Στη Ζάκυνθο, η οικογένειά του ασχολήθηκε με την παραγωγή και το εμπόριο λαδιού, αποκτώντας σταδιακά μια καλή οικονομική κατάσταση, γεγονός που θα επιτρέψει στο νεαρό καλλιτέχνη να ασχοληθεί με το πάθος του, τη ζωγραφική. Αρχικά, θα μαθητεύσει δίπλα στο «φτασμένο» ζωγράφο Νικόλαο Καντούνη, δείχνοντας από μικρή ηλικία την κλίση του στις τέχνες. Η παράδοση, μάλιστα, αναφέρει ότι ο Καντούνης ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και επηρέασε σημαντικά τον ιδεολογικό προσανατολισμό του νεαρού Τσόκου. Ωστόσο, ο Καντούνης θα πεθάνει το 1834, αφήνοντας το δεκατετράχρονο τότε Τσόκο χωρίς την καθοδήγηση ενός μέντορα.

Προσωπογραφία του Διονύσιου Τσόκου (1814/1820-1862). Πηγή εικόνας: el.wikipedia.org

Το 1844, θα ταξιδέψει στη Βενετία, ώστε να λάβει μαθήματα στην Ακαδημία Κάλων Τεχνών, οπού δίδασκε ο διάσημος ζωγράφος Ludovico Lipparini. Κάτω από την επιρροή του προαναφερθέντος, καθώς και από τον Francesco Hayez, ο Τσόκος έγινε πολύ γρήγορα γνωστός, μόλις ένα χρόνο αργότερα, μετά από τις διθυραμβικές κριτικές που έλαβε ένα γυναικείο πορτρέτο που είχε φιλοτεχνήσει στο πλαίσιο της Δημόσιας Έκθεσης της Ακαδημίας της Βενετίας. Στη συνέχεια, έλαβε μέρος και σε άλλες εκθέσεις ζωγραφικής, ενώ αρκετές φορές τα έργα του βραβευτήκαν. Το έργο του είναι επηρεασμένο από την Επτανησιακή Σχολή, με στοιχεία έντονου νατουραλισμού και τη χρήση μιας πιο σκουρόχρωμης χρωματική παλέτας. Πολλά από τα έργα του συνδυάζουν την Επανάσταση με τα Επτάνησα, δημιουργώντας πολύ ωραίες συνθέσεις.

Το 1847, θα μετοικήσει στην Αθήνα και θα βραβευτεί από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο για το έργο του στη δημιουργία πινάκων με θεματικές από την Ελληνική Επανάσταση, αλλά και πορτρέτων μερικών εκ των σημαντικότερων φυσιογνωμιών του Αγώνα. Το 1856, θα ακολουθήσει ακαδημαϊκή σταδιοδρομία και θα γίνει δάσκαλος σχεδίου και ζωγραφικής στο Αρσάκειο Αθηνών.

«Ο αποχαιρετισμός του καπετάνιου», λάδι σε μουσαμά, συλλογή Ιδρύματος Ε. Κουτλίδη. Πηγή εικόνας: hellenicaworld.com

Μέχρι το θάνατό του θα παραμείνει στη θέση αυτή. Μαζί με τον Θεόδωρο Βρυζάκη ήταν οι πρώτοι Έλληνες καλλιτέχνες που ασχολήθηκαν με το συγκεκριμένο θέμα και μέσω της δημιουργίας πινάκων έδωσαν εικόνα στην Επανάσταση. Την επόμενη δεκαετία (1850-1860), θα ασχοληθεί με τη δημιουργία προσωπογραφιών. Μερικά από τα πορτρέτα, μάλιστα, ήταν παραγγελία της Ελληνικής Κυβέρνησης, και σήμερα εκτίθενται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και στο Μουσείο Μπενάκη. Όμως, κάποια από τα έργα του δεν κατάφερε να τα ολοκληρώσει ούτε να τα δημοσιεύσει λόγω του θανάτου του, το 1862, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.

Η απεικόνιση τέτοιων παραστάσεων βοήθησε τα μέγιστα για τη διάδοση της Επανάστασης στα επόμενα χρόνια σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, και όχι μόνο. Μερικά από τα πιο γνωστά και σημαντικά έργα του Τσόκου είναι: «Ο θάνατος του Μάρκου Μπότσαρη», «Η φυγή από την Πάργα» (1849), «Ο όρκος των Φιλικών» (1849), «Αγόρι που οδηγεί τυφλό» (περ. 1860), με το πιο ξακουστό να είναι ίσως «Η δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια» (1850). Το έργο πωλήθηκε στο Μουσείο Μπενάκη στις 20 Ιανουαρίου 1937, από τον Ιωάννη Καζιλάρη, εγγονό του ζωγράφου. Άλλα ξακουστά έργα του είναι «Ο αποχαιρετισμός ενός καπετάνιου», «Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου», «Πανηγυρική έλευση του Όθωνος και Αμαλίας στην Αθήνα», «Η κηδεία του βαρώνου Μιχαήλ Τοσίτσα» κ.α.

Πολλά από τα έργα που έχουν αναφερθεί φυλάσσονται σε διάφορα μουσεία της Ελλάδος, όπως στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, το μουσείο Μπενάκη, τη Εθνική Πινακοθήκη, το Πανεπιστήμιο Αθηνών, τη συλλογή Κουτλίδη και σε διάφορα μέρη του εξωτερικού.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Συλλογικό έργο (1980), Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΒ΄, Αθήνα: Εκδ. Αθηνών
  • Σπετσιέρη, Κατερίνα-Beschi (s.d.), H «δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια» και ο Διονύσιος Τσόκος, περιοδικό Ζυγός. Διαθέσιμο ΕΔΩ
  • Λήμμα «Διονύσιος Τσόκος», από την ιστοσελίδα hellenicaworld.com. Διαθέσιμο ΕΔΩ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Άγγελος Μεταλλίδης
Άγγελος Μεταλλίδης
Είναι προπτυχιακός φοιτητής του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ. Γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1998 και μεγάλωσε στην Καλαμαριά του νομού Θεσσαλονίκης. Τα επιστημονικά του ενδιαφέροντα εντάσσονται στο χώρο της πολιτικής ιστορίας του νέου ελληνικού κράτους και στην διαμόρφωση των πολιτικών θεσμών και ιδεολογιών της νεότερης και σύγχρονης Ελλάδας.