Του Θάνου Κουλουβάκη,
Ήταν καλοκαίρι, μήνας Αύγουστος, όταν κάτω από τα μεγάλα δέντρα δροσιζόμασταν και απολαμβάναμε το θρόισμα των φύλων. Τότε που -λίγο πριν το χορό και το τραγούδι- κοίταξα τον απογευματινό ουρανό και παρατήρησα τα παράξενα μοτίβα που δημιουργούσαν τα κλαδιά· μοτίβα που σε κάνουν να αισθάνεσαι τη στοργή της φύσης. Ανήμερα δεκαπενταύγουστου ήταν τότε που τα δέντρα μάς κρατούσαν συντροφιά στην πλατεία του χωριού. Εκεί που οι φωνές μας ενώθηκαν και έγιναν μία φωνή· εκεί που οι άνθρωποι ενώνονταν για ένα κοινό σκοπό -για να υπάρχουν αρμονικά μαζί.
Ήταν φθινόπωρο όταν είχαμε καθίσει κοντά στο ποτάμι. Θυμάμαι είχες βγάλει τα παπούτσια σου γιατί ήθελες να βουτήξεις τα πόδια σου στο δροσερό νερό. Κι εγώ χάζευα τα πορτοκαλοκόκκινα φύλλα και σκεφτόμουν πόσο ερωτευμένα πρέπει να είναι για να μπορούν να μεταλλαχθούν και να πάρουν αυτή την απόχρωση. Έβγαλα τη φωτογραφική μηχανή, λοιπόν, και εστίαζα το φακό μου μία σε σένα και μία στα φύλλα. Έπειτα, θυμάμαι είχες ξαπλώσει πάνω τους, πάνω στο μαλακό στρώμα που η φύση έφτιαξε για εμάς, και απορούσα ποιος είναι εν τέλει πιο ερωτευμένος -εσύ ή αυτά.
Ήταν χειμώνας και η παγωνιά είχε καλύψει ολόκληρο τον τόπο. Εμείς βρισκόμασταν μέσα στο ξύλινο σαλέ και απολαμβάναμε ζεστό, πράσινο τσάι με κονιάκ. Έξω, το χιόνι είχε καταλάβει για τα καλά την περιοχή και την είχε κάνει δική του. Είχε εξαπλωθεί μέχρι την πόρτα κάθε σπιτιού, κάθε κτιρίου, λες και προσπαθούσε να εισβάλει μέσα για να προστατευθεί από το κρύο. Τότε παρατήρησες τα κλαδιά· «σαν τεράστια χέρια μοιάζουν…» μου είπες. Κι εγώ έκανα ένα συνειρμό αλλόκοτο· σκέφτηκα πως χάρη σε αυτά τα κλαδιά τώρα είμαστε ζεστοί αυτή τη στιγμή και μπορούμε να τα παρατηρούμε από απόσταση.
Ήταν άνοιξη. Είχαμε μαζευτεί στην μεγάλη πεδιάδα και είχαμε τοποθετήσει στο έδαφος μεγάλα υφάσματα, τα οποία θα φιλοξενούσαν πάνω τους αρχικά εμάς και έπειτα τα φαγητά που θα απολαμβάναμε. Τα παιδιά έτρεχαν τριγύρω και μάζευαν λουλούδια προκειμένου να φτιάξουν στεφάνια, σε όλα τα μεγέθη και σχέδια. Το καθένα από αυτά ήταν ένα συλλογικό δημιούργημα· μία συνεργασία της φύσης και του ανθρώπου για να επιτευχθεί ένα κοινό αποτέλεσμα. Η φύση σίγουρα δεν συνεργάζεται συνειδητά, αλλά και ο άνθρωπος φαίνεται να μαγεύεται και να σταματά να συνειδητοποιεί τι ακριβώς κάνει. Έτσι, απλώς επιτρέπει στη φύση να τον κατευθύνει.
Αυτές είναι τέσσερις μικρές ιστορίες. Προφανώς, μπορείς να καταλάβεις ποιο είναι το κοινό τους χαρακτηριστικό. Αν τις διαβάσεις εμπεριέχουν βιώματα που χωρίς αυτό το χαρακτηριστικό δεν θα υπήρχαν· θα ήταν αδύνατο να υπάρξουν. Βλέπεις, η φύση δεν είναι σπουδαία μονάχα για την κάλυψη των βοιωτικών μας αναγκών, είναι σπουδαία και για τη ψυχοσύνθεσή μας. Αυτό είναι κάτι που αρκετοί άνθρωποι αδυνατούν να συνειδητοποιήσουν.
Αυτό δεν είναι ένα άρθρο που απλώς καταγγέλλει όσους σκοτώνουν τα δέντρα, τα ζώα, τα πουλιά· που καταστρέφουν το φυσικό μας περιβάλλον και τις αναμνήσεις μας. Αυτό είναι ένα άρθρο που ελπίζω να τους πείσει να μην το ξανακάνουν.