14.8 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΡαντάρ Αναπτυσσόμενων ΧωρώνΣουρινάμ (Μέρος Β’): Τι μας δείχνουν τα οικονομικά δεδομένα για την ευημερία...

Σουρινάμ (Μέρος Β’): Τι μας δείχνουν τα οικονομικά δεδομένα για την ευημερία των πολιτών;


Της Σοφίας Χρηστακίδου,

Στο προηγούμενο μέρος είδαμε την ιστορία του Σουρινάμ και πως αυτή επηρέασε την πορεία των πραγμάτων στη χώρα. Συγκεκριμένα είδαμε πως από το 1980 και έπειτα η πολιτική κατάσταση είναι τεταμένη με την άνοδο και την πτώση απολυταρχικών καθεστώτων να αποτελεί συχνό φαινόμενο. Επιπλέον, κάτι που προβλημάτισε ιδιαίτερα τους εξωτερικούς παρατηρητές είναι το γεγονός, ότι πολλά από τα καθεστώτα αυτά ήταν δημοφιλή στο λαό του Σουρινάμ, ακόμα και αν υπονόμευαν την ευημερία των πολιτών σε πολύ μεγάλο βαθμό. Βέβαια το Σουρινάμ δεν είναι η πρώτη περίπτωση, που ένα τέτοιο καθεστώς χαίρει της συμπάθειας του κόσμου και σίγουρα δεν είναι ούτε και η τελευταία.

Το παράδοξο, όμως, στην υπόθεση αυτή είναι ότι ο κόσμος συνέχισε να υποστηρίζει ανθρώπους, που βρίσκονταν στην εξουσία και είχαν καταδικαστεί για εγκλήματα πολέμου και πολλές άλλες αθέμιτες πρακτικές, ανθρώπους δηλαδή που ήταν αποδεδειγμένα διεφθαρμένοι και δεν δρούσαν προς το συμφέρον των πολιτών, για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Το 2020 όμως, μετά την επίσημη καταδίκη του προέδρου Dési Bouterse μία τεράστια μερίδα ανθρώπων, επιτέλους, βγήκε στους δρόμους και άρχισε να εναντιώνεται στο καθεστώς, η δημοτικότητα του οποίου έπεσε για πρώτη φορά μετά από χρόνια. Πώς επηρέασαν όμως όλα αυτά την μέχρι τώρα αναπτυξιακή πορεία της χώρας; Τι συνέβη στο εισόδημα των πολιτών και πως κυμάνθηκαν οι βασικοί δείκτες ευημερίας;

Τα οικονομικά δεδομένα αποτελούν έναν από τους πιο αξιόπιστους δείκτες για την ποιότητα μίας κοινωνίας και είναι αυτά τα οποία θα κρίνουν την ικανότητα της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας. Είναι ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να «ποσοτικοποιήσουμε» την πορεία ενός κοινωνικού συστήματος. Για το λόγο αυτό λοιπόν στο παρόν θα διερευνήσουμε τέτοιου είδους δεδομένα, προκειμένου να μπορέσουμε να δούμε την πραγματική εικόνα όσων συνέβησαν στο Σουρινάμ.

Το κατά Κεφαλήν ΑΕΠ

Τα δεδομένα που έχουμε στην διάθεσή μας ξεκινούν από το 1960. Εκείνη την εποχή το Σουρινάμ είχε μόλις διευθετήσει τις βασικές εσωτερικές του υποθέσεις και στην εξουσία είχε ανέλθει κυβέρνηση συνασπισμού. Η χώρα είχε κλείσει μόλις συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, από την οποία λάμβανε –μεταξύ άλλων πραγμάτων– αναπτυξιακά κονδύλια. Αναπτυξιακή βοήθεια λάμβανε επίσης και από την Ολλανδία. Όμως σημαντική διαφορά στο κατά Κεφαλήν ΑΕΠ βλέπουμε μετά το 1966. Αυτό πιθανότατα οφείλεται στην ανάπτυξη των ορυχείων της χώρας και στην αύξηση των εξαγωγών πολύτιμων ορυκτών. Όπως περιγράψαμε όμως και στο πρώτο μέρος, τα πολιτικά πράγματα δεν είχαν ξεκαθαρίσει τελείως και υπήρχαν πολλές ομάδες πίεσης με διαφορετικά συμφέροντα η κάθε μία. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι το Σουρινάμ δεν είχε αποκτήσει ακόμη την ανεξαρτησία του, περιόρισαν την οποιαδήποτε θετική επίδραση μπορεί να είχε η αναπτυξιακή βοήθεια από τρίτες χώρες.

Το κατά Κεφαλήν ΑΕΠ του Σουρινάμ. Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα.

Έχοντας υπόψη μας τα παραπάνω, βλέπουμε από το διάγραμμα ότι το κατά Κεφαλήν ΑΕΠ αυξάνεται αρκετά, για τα δεδομένα της εποχής, από το 1976 και έπειτα. Αυτό μπορεί να οφείλεται σε δύο λόγους. Από τη μία υπάρχει το ενδεχόμενο η απόκτηση της ανεξαρτησίας να επέφερε πραγματική ανάπτυξη, καθώς πλέον οι αποφάσεις μπορούσαν να υλοποιούνται πιο άμεσα και να αφορούν πραγματικά το συμφέρον της χώρας. Αν κοιτάξουμε όμως λίγο πιο προσεκτικά τα ιστορικά γεγονότα του Σουρινάμ, θα δούμε ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Η δεκαετία του 1970 προς το τέλος της, δηλαδή ακριβώς η περίοδος που μας ενδιαφέρει (1976 και έπειτα) είναι ιδιαίτερα ταραχώδης και δεν υπήρξε υλοποίηση κάποιου συγκεκριμένου αναπτυξιακού πλάνου. Ο δεύτερος και πιθανότερος λόγος, λοιπόν, αύξησης του κατά Κεφαλήν ΑΕΠ είναι το γεγονός, ότι μετά την απόκτηση της ανεξαρτησίας του Σουρινάμ το ένα τρίτο του πληθυσμού μετανάστευσε στην Ολλανδία. Οι άνθρωποι που εγκατέλειψαν τη χώρα ανήκαν σε ομάδες, οι οποίες φοβόντουσαν ότι οι Κρεολοί θα αποκτούσαν υπερβολική εξουσία, εάν δεν υπήρχε η Ολλανδική κυβέρνηση να τους «ανακόπτει» και ότι θα έκαναν κατάχρηση της εξουσίας αυτής σε βάρος τους. Το κατά Κεφαλήν ΑΕΠ, λοιπόν, αποτελεί τον λόγο του ΑΕΠ ως προς τον πληθυσμό. Εάν λοιπόν ο παρονομαστής του κλάσματος αυτού μειωθεί κατά ένα τρίτο, τότε είναι λογικό ότι το κλάσμα θα αυξηθεί αναλόγως. Για να το πούμε πιο απλά «η ίδια πίτα μοιράζεται σε λιγότερα άτομα, επομένως αναλογεί μεγαλύτερο κομμάτι σε όλους». H «καθίζηση» αυτή του πληθυσμού συνεχίστηκε μέχρι και το 1984.

Ο πληθυσμός του Σουρινάμ. Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα.

Παρατηρούμε μία απότομη πτώση του κατά Κεφαλήν Εισοδήματος κατά το 1989. Εκείνη την περίοδο η χώρα ήταν γεμάτη από ένοπλες συγκρούσεις ομάδων που ήθελαν να καταλάβουν την εξουσία. Μάλιστα το 1990 έλαβε χώρα ένα ακόμη πραξικόπημα. Κατά τα πρώτα χρόνια διακυβέρνησης του καθεστώτος (1990-1993), το εισόδημα έπεσε στα επίπεδα που βρισκόταν σχεδόν 20 χρόνια πριν.

Από το 1993 μέχρι και το 2000 βλέπουμε ότι οι περισσότερες απώλειες εισοδήματος αποκαταστάθηκαν με πολλές όμως διακυμάνσεις. Αυτό είναι πολύ πιθανό να οφείλεται στο γεγονός ότι η οικονομία της χώρας βασίζεται στις εξαγωγές ορυκτών και ειδικά στον βωξίτη. Τα εμπορεύματα αυτά είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα σε μεταβολές των τιμών. Τα έσοδα της χώρας λοιπόν είναι εξίσου ευάλωτα με τις τιμές των εμπορευμάτων που εξάγονται.

Το γεγονός αυτό όμως λειτούργησε θετικά κατά την περίοδο 2000-2013. Οι τιμές των διαφόρων εμπορευμάτων, κατά την περίοδο αυτή, αυξήθηκαν κατακόρυφα, αυξάνοντας με τον τρόπο αυτό και τα έσοδα του Σουρινάμ από τις εξαγωγές. Η εξάρτηση της οικονομίας από τα διάφορα εμπορεύματα είναι ένα γενικότερο χαρακτηριστικό των χωρών της Λατινικής Αμερικής. Η αύξηση των τιμών τους, λοιπόν, έφερε ανάπτυξη σε όλη την περιοχή. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από το διάγραμμα, όπου το κατά Κεφαλήν ΑΕΠ αυξάνεται κατακόρυφα κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής. Βέβαια εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η πραγματική αγοραστική δύναμη των πολιτών δεν αυξήθηκε τόσο πολύ, διότι οι εκάστοτε κυβερνήσεις προχώρησαν σε αυξήσεις των τιμών διαφόρων αγαθών στο εσωτερικό της χώρας. Ο λόγος που συνέβη αυτό σχετίζεται με τον πληθωρισμό και οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η Νομισματική Πολιτική ασκείται τόσο από τον Υπουργό Οικονομικών όσο και από τον Πρόεδρο της Κεντρικής Τράπεζας. Η κατακόρυφη αύξηση του κατά Κεφαλήν ΑΕΠ όμως αποτελεί γεγονός.

Μετά το 2014 βλέπουμε ότι το κατά κεφαλήν ΑΕΠ αρχίζει να μειώνεται και το 2016 πέφτει στα επίπεδα που βρισκόταν περίπου 10 χρόνια πριν. Σύμφωνα με το ΔΝΤ το γεγονός αυτό οφείλεται στο ότι «κατά τη διάρκεια της άνθησης δεν υπήρξε κρατική μέριμνα προκειμένου να εξοικονομηθούν πόροι, οι οποίοι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για μελλοντική διόρθωση των τιμών, ενώ η εφαρμογή των συμβουλών του ΔΝΤ προκειμένου να ενδυναμωθεί το πλαίσιο πολιτικής ήταν περιορισμένη. Έτσι λοιπόν το Σουρινάμ είχε μία πολύ απότομη οικονομική κρίση, μεγαλύτερη πτώση των συναλλαγματικών ισοτιμιών και μεγαλύτερη αύξηση στον πληθωρισμό και το κρατικό χρέος σε σχέση με τις περισσότερες χώρες-εξαγωγείς (πηγή στο τέλος  του παρόντος)». Αυτό που λένε στην ουσία οι μελετητές του ΔΝΤ είναι πως αν μία χώρα βασίζεται στις τιμές των εμπορευμάτων προκειμένου να αναπτυχθεί, τότε θα πρέπει κατά την διάρκεια των περιόδων που οι τιμές είναι υψηλές να αποταμιεύει ένα ποσοστό των κερδών της. Στη συνέχεια οι αποταμιεύσεις αυτές θα πρέπει να επενδύονται κατάλληλα και όταν οι τιμές των εμπορευμάτων πέφτουν, το έλλειμμα που δημιουργείται να καλύπτεται από τα κέρδη των επενδυμένων αποταμιεύσεων. Οι κυβερνώντες του Σουρινάμ δεν έπραξαν κάτι τέτοιο και αγνόησαν τις συμβουλές των ειδικών με αποτέλεσμα η πτώση των τιμών να έχει ολέθριες επιπτώσεις στο εισόδημα της χώρας. Το γεγονός αυτό προκάλεσε δυσαρέσκεια σε μεγάλη μερίδα του λαού, όχι όμως αρκετή για να αλλάξει κάτι ουσιαστικό.

Από εκεί και πέρα έγιναν προσπάθειες προκειμένου η οικονομία της χώρας να διαφοροποιηθεί και να μην υπάρχει τόσο μεγάλη εξάρτηση από τις τιμές των εξαγόμενων εμπορευμάτων. Συγκεκριμένα το Σουρινάμ πήρε δάνεια από την Διαμερικανική Τράπεζα Ανάπτυξης, προκειμένου να προχωρήσει σε επενδύσεις για την ανάπτυξη του τουρισμού. Από το 2016 μέχρι και το 2019 υπήρξε μία συγκρατημένη ανάπτυξη, όμως υπάρχουν ακόμη στοιχειώδεις ελλείψεις σε υποδομές βασικών τομέων της οικονομίας, όπως είναι για παράδειγμα οι εναέριες μεταφορές και η ηλεκτροδότηση. Συνδυάζοντας το γεγονός ότι δεν υπάρχει ένας ανταγωνιστικός και εύρωστος ιδιωτικός τομέας, καταλαβαίνουμε ότι ο τουρισμός δεν μπορεί να αναπτυχθεί σε αυτό το πλαίσιο. Το 2020 έλαβε χώρα η πανδημία του κορωνοϊού, η οποία έπληξε τόσο τις μεταφορές εμπορευμάτων όσο και τον τουρισμό, πράγμα το οποίο οδήγησε τη χώρα ξανά σε ύφεση.

Η υγεία

Κοιτώντας κανείς τις δαπάνες του Σουρινάμ για την Υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ, βλέπει ότι υπάρχει μία αστάθεια. Άλλοτε οι τιμές θυμίζουν ανεπτυγμένη χώρα, ενώ κάποιες άλλες φορές η κυβέρνηση αρκείται σε μία ελάχιστη δαπάνη για το σύστημα υγείας. Βέβαια από το 2012 και έπειτα οι δαπάνες για την Υγεία αυξάνονται όλο και περισσότερο, όμως αυτή η αυξητική τους πορεία δεν είναι ομαλή. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι για έξι περίπου χρόνια, από το 2006 μέχρι και το 2012, το ποσοστό του ΑΕΠ που δαπανιούνταν για την Υγεία μειωνόταν συνεχώς. Το γεγονός αυτό μας δείχνει ότι η ευημερία του λαού του Σουρινάμ δεν ήταν στις προτεραιότητες των κυβερνώντων. Μάλιστα η μείωση αυτή των δαπανών πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια μίας περιόδου που υπήρξε σημαντική ανάπτυξη, λόγω της αύξησης των τιμών των εισαγόμενων εμπορευμάτων, όπως αναφέραμε και πιο επάνω.

Οι δαπάνες για την Υγεία ως ποσοστό του ΑΕΠ του Σουρινάμ. Πηγή: Παγκόσμια Τράπεζα.

Μαζί με τις κρατικές δαπάνες όμως θα πρέπει να δούμε και κάποια άλλα δεδομένα. Το προσδόκιμο ζωής της χώρας ανέρχεται στα 69 έτη για τους άντρες και στα 75 έτη για τις γυναίκες. Είναι αρκετά χαμηλότερο από τις υπόλοιπες χώρες της Λατινικής Αμερικής και σημαντικά χαμηλότερο από τις υπόλοιπες δυτικές χώρες.

Στο Σουρινάμ λειτουργούν συνολικά πέντε νοσοκομεία, από τα οποία δύο είναι ιδιωτικά και τρία δημόσια. Το Ακαδημαϊκό Νοσοκομείο του Paramaribo είχε πραγματοποιήσει ανακαίνιση και επέκτεινε τις εγκαταστάσεις του. Επίσης επένδυσε σε εξοπλισμό και σε εξειδικευμένο προσωπικό στους τομείς της γαστρεντερολογίας, της ογκολογίας, της εντατικής θεραπείας, της νεφρικής κάθαρσης και άλλα. Το 2013 κρατικά και εξωτερικά ταμεία βοήθησαν και τα υπόλοιπα νοσοκομεία της χώρας να επενδύσουν σε νέες εγκαταστάσεις και προγράμματα κατάρτισης εργαζομένων στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης. Όλα τα παραπάνω είναι εμφανή στο διάγραμμα των δημοσίων δαπανών για την υγεία, όπου από το 2013 και μετά βλέπουμε να αυξάνονται κατακόρυφα.

Σχολείο στο Σουρινάμ. Πηγή εικόνας εδώ.

Συμπερασματικά λοιπόν τα οικονομικά δεδομένα καθιστούν σαφές ότι οι έχοντες την εξουσία δεν μερίμνησαν για την αύξηση της ευημερίας των πολιτών του Σουρινάμ, αλλά για την προάσπιση των δικών τους συμφερόντων. Θα είχαμε μία πληρέστερη εικόνα εάν εξετάζαμε και τον τομέα της εκπαίδευσης, όμως δεν υπάρχουν αξιόπιστα δεδομένα για τον τομέα αυτό. Από εδώ και στο εξής ο νέος πρόεδρος της χώρας είναι επιφορτισμένος με ένα πολύ δύσκολο έργο, καθότι θα πρέπει να προχωρήσει σε βαθιές μεταρρυθμίσεις και να διαχειριστεί τις λεπτές ισορροπίες στο εσωτερικό της χώρας. Εισοδηματικά το Σουρινάμ δεν απέχει πολύ από το να περάσει στην κατηγορία των ανεπτυγμένων χωρών. Ουσιαστικά όμως έχει να διανύσει πολύ δρόμο ακόμη μέχρι να βελτιώσει σε ένα ικανοποιητικό επίπεδο τους βασικούς δείκτες ευημερίας του. Μένει μονάχα να δούμε όσα πρόκειται να συμβούν μετά την πρόσφατη εκλογή του νέου προέδρου.


 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • After the Boom–Commodity Prices and Economic Growth in Latin America and the Caribbean, Bertrand Gruss, IMF Working Paper, 2014, Retrieved from here
  • Suriname Economic Indicators, Moody’s Analytics, Retrieved from here
  • IMF Executive Board Concludes 2016 Article IV Consultation with Suriname, January 2017, International Monetary Fund, Retrieved from here
  • Suriname’s Economic Crisis, Scott B. MacDonald, Center for Strategic and International Studies, Retrieved from here
  • Suriname profile – Timeline, BBC News, Retrieved from here
  • 8 Facts about healthcare in Suriname, Anuja Kumari, The Borgen Project, Retrieved from here

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Σοφία Χρηστακίδου
Σοφία Χρηστακίδου
Προέρχεται από το τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΔΠΘ. Ασχολείται ενεργά με την επιχειρηματικότητα και την τεχνολογία. Έχει συμμετάσχει σε πολλές πρωτοβουλίες που υποστηρίζουν νεοφυείς επιχειρήσεις στα πρώτα τους βήματα, ενώ έχει εργαστεί στον τομέα της Συμβουλευτικής. Από την 1η Οκτωβρίου 2020 είναι αρχισυντάκτρια του project «Ραντάρ Αναπτυσσόμενων Χωρών».