17.6 C
Athens
Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024
Αρχική1821-2021: 200 Χρόνια Ανεξαρτησίας και ΜνήμηςΗ τέχνη της πειθούς κατά την Ελληνική Επανάσταση: Τα παραδείγματα του Παπαφλέσσα...

Η τέχνη της πειθούς κατά την Ελληνική Επανάσταση: Τα παραδείγματα του Παπαφλέσσα και του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη


Του Δημήτρη Βασιλειάδη,

Σε όλο το φάσμα της ανθρώπινης ιστορίας, η πλειονότητα των μακρόχρονων πολεμικών συγκρούσεων έχει ένα κοινό χαρακτηριστικό: η επιτυχία από την αποτυχία δεν απέχουν παρά ελάχιστα. Η Ελληνική Επανάσταση δε θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση, με Έλληνες και Οθωμανούς να σημειώνουν αμφότεροι επιτυχημένες κι αποτυχημένες στρατιωτικές επιχειρήσεις. Πώς, όμως, μπορεί να ανακάμψει ένας επαναστατημένος λαός έπειτα από μια σειρά αποτυχιών; Με τι μέσα μπορεί ένας οπλαρχηγός να αποφύγει τη διάλυση του στρατεύματός του και να αναπτερώσει το ηθικό των στρατιωτών του; Το παρόν άρθρο θα προσπαθήσει να δώσει απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα.

Όπως γίνεται αντιληπτό, η τέχνη της πειθούς υπήρξε καταλυτικός παράγοντας στη διατήρηση της συνοχής του επαναστατικού στρατεύματος, αλλά και της ευρύτερης εξεγερμένης κοινωνίας. Όμως, για να φτάσει ένα άτομο στην επίτευξη της προαναφερθείσας συνοχής δεν ήταν κάτι εύκολο. Αντιθέτως, απαιτούνταν να είναι σπουδαία προσωπικότητα, με σημαντική επιρροή στις επαναστατικές τάξεις. Δύο άνδρες που πληρούσαν τις παραπάνω προϋποθέσεις ήταν ο Παπαφλέσσας και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Πρωταγωνιστές σε ευτυχείς και δραματικές στιγμές του Ελληνικού Αγώνα, χρειάστηκε να καταβάλουν τεράστιες προσπάθειες, προκειμένου να πειθαρχήσουν τον επαναστατημένο λαό.

Ξεκινώντας από τον Παπαφλέσσα, η φλογερή του προσωπικότητα και η δεινή ρητορική του ικανότητα έδωσαν σημαντική ώθηση στο επαναστατικό κίνημα. Ειδικότερα, με την άφιξή του στην Πελοπόννησο, στα τέλη του 1820, κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να κάμψει τους δισταγμούς που υπήρχαν και να αρχίσει η Επανάσταση το συντομότερο δυνατόν. Η προσπάθεια αυτή αποτυπώνεται στη συνέλευση της Βοστίτσας, όπου σε μια ύστατη ενέργεια να κάμψει τις αντιστάσεις προεστών και αρχιερέων παρουσιάζει έγγραφα με πλαστές υπογραφές. Στόχος του ήταν να πιστέψουν οι διστακτικοί ότι ο Δικαίος είχε εξασφαλίσει την έγκριση της Ανώτατης Αρχής να ξεκινήσει τον Αγώνα, με ή χωρίς την υποστήριξη των παρευρισκομένων.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης συναθροίζει στον κάμπο της λίμνης Λέρνης τους νικητές της στρατιάς του Δράμαλη, έργο του Θεόφιλου Χατζημιχαήλ (1933), αρχοντικό Κοντού, Πήλιο. Πηγή εικόνας: sansimera.gr

Ωστόσο, το πάθος και οι «πύρινοι λόγοι» του Παπαφλέσσα δεν κάνουν την εμφάνισή τους μόνο στο παραπάνω περιστατικό. Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση εμπλοκής του πρώην Αρχιμανδρίτη έρχεται σε μια εξαιρετικά δύσκολη περίοδο για το ελληνικό κίνημα. Συγκεκριμένα, την άνοιξη του 1825 ο Ελληνικός Αγώνας έρχεται αντιμέτωπος με τον πλέον δυσκατάβλητο αντίπαλο, τον Ιμπραήμ Πασά και τα αιγυπτιακά του στρατεύματα. Η αδυναμία των, αποδυναμωμένων από τους εμφύλιους σπαραγμούς, επαναστατικών δυνάμεων να σταματήσουν την προέλαση του Ιμπραήμ, ώθησε τον, Υπουργό Στρατιωτικών εκείνη την περίοδο, Παπαφλέσσα να αναλάβει στρατιωτικά καθήκοντα.

Όμως, η επιστροφή του παθιασμένου επαναστάτη στο ελληνικό στράτευμα δεν αρκούσε από μόνη της για να αντιστραφεί το κάκιστο κλίμα του επαναστατικού στρατοπέδου. Χρειάστηκε, λοιπόν, να δώσει τις δικές του προσωπικές «μάχες», προκειμένου να αυξηθούν οι πιθανότητες επιβίωσης του κινήματος. Αρχικά, συνέβαλε τα μέγιστα, για να πειστούν και οι μεγαλύτεροι αντίπαλοι του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ώστε ο τελευταίος να αποφυλακιστεί και να επιστρέψει στα στρατιωτικά του καθήκοντα.

Η εκστρατεία που ανέλαβε να φέρει εις πέρας ο πρώην Αρχιμανδρίτης, δεν εξελίχθηκε όπως θα ήλπιζε, καθώς λίγο πριν τη σύγκρουση με τα στρατεύματα του Ιμπραήμ, στο Μανιάκι, δεν είχαν συγκεντρωθεί οι απαραίτητες δυνάμεις. Κι όμως, παρά το γεγονός ότι το σύνολο των οπλαρχηγών γνώριζε ότι η συντριβή τους ήταν αναπόφευκτη, η πλειονότητα των επαναστατικών στρατευμάτων δεν εγκατέλειψε το πεδίο της σύγκρουσης μέχρι τη στιγμή της μάχης. Σ’ αυτό συνέβαλαν οι φλογεροί λόγοι του Δικαίου, αλλά και το σκιώδες ιστορικό του τελευταίου, το οποίο ήταν γεμάτο από εκρήξεις θυμού και αποδείξεις ότι θα μπορούσε να κάνει οτιδήποτε χρειαστεί, προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο σκοπός του. Ο θάνατός του στη σύγκρουση που ακολούθησε, στέρησε από το ελληνικό κίνημα έναν ένθερμο αγωνιστή, ένα σημαντικό κεφάλαιο του ελληνικού κινήματος.

Ο Ιμπραήμ ασπάζεται το νεκρό Παπαφλέσσα μετά τη μάχη στο Μανιάκι, ως ένδειξη αναγνώρισης του αντιπάλου. Ελαιογραφία του Ανδρέα Γεωργιάδη, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αθήνα. Πηγή εικόνας: ellinoistorin.gr

Παρά το γεγονός ότι, όπως είδαμε παραπάνω, ο Παπαφλέσσας επιθυμούσε διακαώς την αποφυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, αξίζει να επισημανθεί ότι οι σχέσεις των δύο ανδρών μόνο φιλικές δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν. Ωστόσο, παρά τις σημαντικές διαφορές τους, είχαν ένα αξιοσημείωτο κοινό στοιχείο: γνώριζαν να χειραγωγούν τη μάζα και να την οδηγούν σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες, σύμφωνα με αυτό που θεωρούσαν ότι εξυπηρετεί τα επαναστατικά συμφέροντα.

Όμως, ο τρόπος που πετύχαιναν τον άνωθεν στόχο διέφερε. Συγκεκριμένα, ο Παπαφλέσσας φαίνεται να βασίζεται στη ρητορική του ικανότητα, αξιοποιώντας παράλληλα τη φήμη, που τον ήθελε να λειτουργεί αδίστακτα, ώστε να πετύχει το σκοπό του. Αντιθέτως, ο «Γέρος του Μοριά», χρησιμοποιούσε περισσότερο την ηλικιακή και στρατιωτική εμπειρία, που είχε αποκομίσει με την πάροδο των ετών, χωρίς να λείπουν και ορισμένοι φλογεροί και συναισθηματικά φορτισμένοι λόγοι.

Όντας, ίσως, ο σημαντικότερος παράγοντας του Αγώνα, οι στιγμές κατά τις οποίες η παρουσία του οδήγησε στη συσπείρωση των επαναστατών είναι πάρα πολλές. Μία από τις σημαντικότερες, όμως, χρονολογείται το 1822. Στο δεύτερο μισό αυτού του έτους, η εκστρατεία του Δράμαλη απειλεί σημαντικά την επιβίωση της επανάστασης. Ο οθωμανικός στρατός διασχίζει αστραπιαία τη Ρούμελη, συναντώντας αντίσταση μόνο στην περιοχή της Ακρόπολης των Αθηνών. Το νεοσύστατο κίνημα εμφανίζει εικόνες διάλυσης, με τα ηγετικά του στελέχη να αδυνατούν να συσπειρωθούν, ακόμη κι εκείνη την ύστατη ώρα.

Έλληνας αγωνιστής, έργο του Λουδοβίκου Λιπαρίνι. Πηγή εικόνας: lifo.gr

Σε εκείνη την κρίσιμη καμπή, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης εκμεταλλεύεται τον σεβασμό που του έτρεφε ο ελληνικός λαός μετά την Άλωση της Τριπολιτσάς και, παρά τις κακές σχέσεις που διατηρούσε με τα κυβερνητικά στελέχη, αναλαμβάνει την αρχηγία του στρατού. Μία μέρα πριν τη σύγκρουση με το στράτευμα του Δράμαλη, ο Κολοκοτρώνης επιχείρησε να εμψυχώσει τους στρατιώτες του μέσω ενός παθιασμένου λόγου, προκειμένου να τους ανυψώσει το ηθικό. Είναι χαρακτηριστικά τα εναρκτήρια λόγια του: «Έλληνες, σήμερα εγεννήθημεν και σήμερα θα πεθάνωμεν δια την σωτηρίαν της πατρίδος μας και δια την εδικήν μας…».

Όπως προαναφέρθηκε, ο γηραιός οπλαρχηγός δε χρησιμοποιούσε μόνο ομιλίες, όπως η παραπάνω, ως μέσα πειθούς. Μάλιστα, όποτε χρειαζόταν δε δίσταζε να δείξει το σκληρό του πρόσωπο στους επαναστατημένους συμπατριώτες του. Μια τέτοια περίπτωση λαμβάνει χώρα το 1825. Η προέλαση του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο συνεχίζεται. Στο διάβα τους, τα αιγυπτιακά στρατεύματα προκαλούν καταστροφές και θανάτους. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, αρκετές περιοχές τάσσονται με το μέρος του Ιμπραήμ και «προσκυνούν» το στρατηγό των Αιγυπτίων, προκειμένου να επιβιώσουν.

Παρατηρώντας ο Κολοκοτρώνης τον κίνδυνο να σιγήσει η επανάσταση, αποφασίζει να αντιμετωπίσει τον φόβο με περισσότερο φόβο. Συγκεκριμένα, συντάσσει επιστολές προς ορισμένα χωριά, ώστε να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις του. Το περιεχόμενο αυτών των επιστολών συνοψίζεται στην ιστορική, πλέον, φράση: «Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους». Έτσι, ξεκίνησε ένα είδος ασύμμετρου πολέμου, με τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα να έχουν τη διάθεση να προχωρήσουν σε ακρότητες, προκειμένου να εξασφαλίσουν την υποστήριξη των ελληνικών πληθυσμών. Η ρηξικέλευθη τακτική του Κολοκοτρώνη απέδωσε καρπούς, καθώς οι προσχωρήσεις στο αιγυπτιακό στρατόπεδο σταμάτησαν σε σύντομο χρονικό διάστημα και το επαναστατικό κίνημα μπόρεσε να συνεχίσει τη δράση του.

Εύλογα μπορούμε να αντιληφθούμε ότι ορισμένες από τις σημαντικότερες ενέργειες των δύο προαναφερθέντων ανδρών δε σχετίζονταν με κάποια πολεμική ενέργεια. Παρόλα αυτά, η σημασία αυτών των πράξεων βοήθησε εξίσου το επαναστατικό κίνημα να επιβιώσει και, τελικά, να θριαμβεύσει. Το παράδειγμά τους ακολούθησαν και άλλοι οπλαρχηγοί στη διάρκεια του Αγώνα, συμβάλλοντας με τη σειρά τους στο άνωθεν αποτέλεσμα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Κόκκινος, Α. Διονύσιος (1974), Η ελληνική επανάστασις, τόμοι Α΄, Β΄, Δ΄, Ε΄, 6η έκδοση, Αθήνα: Εκδ. Μέλισσα
  • Τρικούπης, Σπυρίδων (1853), Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως,τόμοι Α΄, Β΄, Γ΄, 2η έκδοση, Λονδίνο: Εκ της εν τη Αυλή του Ερυθρού Λέοντος Τυπογραφίας Ταϋλόρου και Φραγκίσκου
  • Hertzberg, Gustav (1916), Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμοι Α΄, Β΄, Γ΄, Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου Δ. Φέξη

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Δημήτρης Βασιλειάδης
Δημήτρης Βασιλειάδης
Γεννήθηκε το 2001 στη Θεσσαλονίκη. Βρίσκεται στο τέταρτο έτος των σπουδών του στη σχολή Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Συμμετέχει σε συνέδρια και σεμινάρια που αφορούν το αντικείμενο σπουδών του. Ενδιαφέρεται για τη μελέτη της Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας και την εξωτερική πολιτική των κρατών σε αυτά τα χρόνια.