Του Δημήτρη Τόλια,
Την εβδομάδα που μας πέρασε χιλιάδες κάτοικοι ήρθαν αντιμέτωποι με τον πύρινο όλεθρο. Τεράστια μέτωπα πυρκαγιάς απείλησαν ζωές. Θρηνούμε έναν νεκρό εθελοντή πυροσβέστη. Η οικολογική καταστροφή που αφήνουν πίσω τους οι φλόγες είναι ασύλληπτη. Επιπλέον, δεκάδες σπίτια, περιουσίες, επιχειρήσεις κάηκαν ολοσχερώς. Η άποψή μου είναι πως σε τέτοια γεγονότα η αλληλεγγύη είναι αναγκαίο να υπερκερνά την πολιτική επικοινωνία. Τα λάθη και οι αβλεψίες είναι ανήθικο να μετατρέπονται σε πολιτική ευκαιρία για πρόσωπα και ομάδες. Η αξιολόγηση των δημοσίων πολιτικών είναι μια εξαιρετικά αργή διαδικασία και έτσι πρέπει να είναι. Τα συμπεράσματα δεν μπορούν να εξάγονται πριν σβήσει και το τελευταίο μέτωπο. Επιπλέον, δεν είναι δυνατό να στηρίζονται σε φήμες, εντυπώσεις και εικόνες αλλά θα πρέπει να τεκμηριώνονται με έρευνα, με σκοπό την αποφυγή των ίδιων λαθών στο μέλλον.
Στο άρθρο αυτό, λοιπόν, δεν πρόκειται να επιρρίψω ευθύνες, να κριτικάρω ή να μιλήσω για το «πώς θα έπρεπε να γίνουν τα πράγματα». Πολύ απλά διότι ούτε ξέρω πώς θα έπρεπε να γίνουν τα πράγματα, ούτε γνωρίζω τα κριτήρια αξιολόγησης των δημόσιων πολιτικών για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών σε κατάσταση κρίσης. Εκείνο το οποίο αναδεικνύω στο παρόν άρθρο είναι η θεματολογία της πολιτικής συζήτησης για την αντιμετώπιση των πυρκαγιών σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης. Πρόκειται στην ουσία για μια ανάλυση του -μέσω του διαδικτύου- λόγου πολιτικών παραγόντων της τοπικής αυτοδιοίκησης των πληγέντων Δήμων. Μέσα από την ανάλυση αυτή αναζητώ την θεματολογία της επόμενης ημέρας. Τι ξεχωρίζουν οι πολιτικοί παράγοντες των Δήμων μέσα από τα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων.
Για την έρευνα αυτή μελέτησα επτά Δήμους σε Αττική, Εύβοια και Πελοπόννησο και συγκεκριμένα ανακοινώσεις και δηλώσεις Δημάρχων ή αρχηγών της αντιπολίτευσης στους συγκεκριμένους Δήμους σε σχέση με τις καταστροφικές πυρκαγιές. Η έρευνα ανέδειξε μια ποικιλία θεμάτων, εκ των οποίων επιλέγω να σας παρουσιάσω τρία από αυτά τα οποία κρίνω ως σημαντικότερα και πιο συχνά επισημασμένα: α) Αλληλεγγύη β) Ευθύνες γ) Αποζημίωση.
Ξεκινώ με εκείνο που θεωρώ ως σημαντικότερο, την αλληλεγγύη. Η σημασία του φαινομένου αυτού, δεν αφορά το παρόν των πυρκαγιών, όσο το μέλλον. Στα δεδομένα φάνηκε σε μεγάλο βαθμό να αναγνωρίζεται η αξία της αλληλεγγύης καθ’ όλη τη διάρκεια της τραγωδίας. Από την μια αναφέρεται ο ρόλος των εθελοντών πυροσβεστών, οι οποίοι αψηφώντας τον κίνδυνο, δίχως να έχουν να κερδίσουν κάτι και ρισκάροντας πολλά, έσωσαν ανθρώπους, σπίτια και ολόκληρους οικισμούς. Πρόκειται για τους ήρωες, η καθοριστική σημασία των οποίων στην κατάσβεση των πυρκαγιών φανερώνεται μέσα από τα δεδομένα με μεγάλη συχνότητα.
Επιπλέον, τονίζεται σε πολλά σημεία η αλληλεγγύη των πολιτών. Μέσα σε λίγες ώρες, συστάθηκαν δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες ομάδες πολιτών, με σκοπό την προσφορά βοήθειας στους πληγέντες. Το φαινόμενο αυτό της πηγαίας αυτό-οργάνωσης και ανάγκης για προσφορά βοήθειας θα είναι εχέγγυο για το μέλλον. Η δημιουργία δικτύων αλληλεγγύης μέσω διαδικτύου ανέδειξε δύο αλήθειες: πως η αίσθηση της ευθύνης και της αλληλοβοήθειας βρίσκεται μέσα μας και πως εάν τα social media μετατραπούν σε αγωγούς κοινωνικών και όχι ατομικών εκροών, η δύναμη της πληροφορίας δύναται να παράξει από το μηδέν έναν κόσμο αλληλεγγύης.
Ένα δεύτερο θέμα, το οποίο αναδεικνύεται από τα δεδομένα της έρευνας, είναι η κριτική στην κυβερνητική πολιτική διαχείρισης. Υπάρχουν σοβαρές καταγγελίες απουσίας εναέριων μέσων για την κατάσβεση των πυρκαγιών. Ακόμη, ένα ζήτημα που αναδεικνύεται είναι εκείνο της πολιτικής της εκκένωσης σε σχέση με την προστασία ανθρώπινων ζωών. Ένα μέρος των πολιτικών παραγόντων που μελετήθηκαν κρίνουν ως ορθές τις προληπτικές εκκενώσεις ενώ άλλοι θεωρούν ότι οι εκκενώσεις που συνοδεύονται με έλλειψη εναέριων μέσων αφήνει τους οικισμούς απροστάτευτους, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τεράστια ανεξέλεγκτα μέτωπα πυρκαγιάς. Γενικότερα, έχω την εντύπωση πως διαμορφώνεται ήδη ένα debate για την πολιτική των εκκενώσεων και σε υψηλότερο επίπεδο, το οποίο θα το δούμε να εκτυλίσσεται σύντομα με σημεία αναφοράς το Μάτι και την Εύβοια.
Τέλος, ένα τρίτο θέμα που αναδεικνύουν οι πολιτικοί παράγοντες είναι εκείνο της αποζημίωσης των πληγέντων. Οι περισσότεροι αναφέρονται σε υποσχέσεις στήριξης προς τις πιέσεις των αιτούντων, ενώ σε άλλες περιπτώσεις συναντώνται αόριστες δηλώσεις συμπαράστασης. Παρατηρείται πως σε όλες σχεδόν τις δηλώσεις τα τοπικά πολιτικά πρόσωπα φαίνεται να θέτουν υψηλά στην ατζέντα της επόμενης ημέρας το ζήτημα των αποζημιώσεων των κατοίκων.
Μέσα από τρία θέματα που ανέδειξε ο πολιτικός λόγος των αξιωματούχων στις πληγείσες περιοχές είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε τα τρία επίπεδα των κοινωνικών αντανακλαστικών πάνω στις πυρκαγιές. Από τη μία στο υψηλότερο επίπεδο, είδαμε το κράτος (2ο Θέμα) το οποίο θεσμικά ανέλαβε ορισμένες πολιτικές αντιμετώπισης που μένουν να αξιολογηθούν. Από την άλλη, στο κατώτερο επίπεδο παρατηρούμε τους πολίτες (1ο Θέμα). Μέσω μιας διαδικασίας μη-θεσμικής αυτό-οργάνωσης έλαβαν δράση δημιουργώντας άτυπα δίκτυα αλληλεγγύης. Ελάχιστα πιο ψηλά στην πυραμίδα, μεταξύ θεσμικών και μη θεσμικών δράσεων παρατηρήσαμε τον ρόλο των εθελοντών πυροσβεστών που αναδείχθηκε ως ο σημαντικότερος παράγοντας στην κατάσβεση.
Φτάνουμε, έτσι, στο ενδιάμεσο επίπεδο, εκείνο της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στο 3ο Θέμα που συζητήσαμε, οι εκπρόσωποί της αιτούνταν την αποζημίωση των πληγέντων από το Κράτος. Αναδεικνύεται έτσι πως η πιο ισχυρή θεσμική αρμοδιότητα που διαθέτει η αυτοδιοίκηση στην συγκεκριμένη κατάσταση είναι η άσκηση πιέσεων προς το Κράτος. Αυτό είναι και το οξύμωρο της κατάστασης, το οποίο θεωρώ πως θα τεθεί στις μακρές συζητήσεις της δεκαετίας αυτής. Το ζήτημα των πόρων και των αρμοδιοτήτων των οργανισμών της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Εάν οι αιρετές διοικήσεις των Δήμων λάμβαναν περισσότερους πόρους και διέθεταν την αρμοδιότητα για την οργάνωση σχεδίων κατά των πυρκαγιών (αγορά μηχανημάτων/οχημάτων, εξοπλισμών, δημιουργία υπηρεσιών), στα χωριά τους, στους τόπους τους που τους γνωρίζουν σε έναν καλύτερο βαθμό από ότι οι κεντρικές υπηρεσίες, ίσως η σχέση διάθεσης πόρων και αποτελέσματος να ήταν αποδοτικότερη. Επιπλέον, οι τοπικές αρχές, διαθέτοντας περισσότερες αρμοδιότητες θα ήταν σε θέση να συντονίσουν τις πολλές εντόπιες ομάδες εθελοντών πολιτών, ώστε η βοήθεια να εφάπτεται στις πραγματικές εντόπιες ανάγκες των κοινωνιών.
Επομένως, εάν συμπεραίνει κάτι η παρούσα διερεύνηση, είναι πως ο διάλογος που έπεται αφορά το ενδεχόμενο διάχυσης των κρατικών αρμοδιοτήτων προς τις τοπικές κοινωνίες, ώστε οι τοπικές ανάγκες να διαγιγνώσκονται από τις εντόπιες αρχές και να αποφεύγονται λάθη και αβλεψίες των κεντρικών υπηρεσιών. Με απλά λόγια, σε πολλές περιπτώσεις ένας κοινοτάρχης ή ένας Δήμαρχος διαθέτει περισσότερες πληροφορίες για μια έκταση στον Δήμο του, για τις ανάγκες σε μέσα πυρόσβεσης και για την ύπαρξη ομάδων που χρήζουν συντονισμού, από όσο ένας (μη ειδικευμένος) υπάλληλος πολλά χιλιόμετρα μακριά από την περιοχή (ιδιαίτερα σε κατάσταση κρίσης). Η αποκέντρωση εμπεριέχοντας και τα τρία θέματα τα οποία ανέδειξαν οι πολιτικές δηλώσεις που μελετήθηκαν φαίνεται να είναι η τάση της συζήτησης που ανοίγει σε βάθος χρόνου όσον αφορά τα ζητήματα αντιμετώπισης κινδύνων.