Της Νικολέττας Ανδρεοπούλου,
H Βάντα Λαντόφσκα ήταν μεγάλη Πολωνή μουσικός, που μέσα από τις παραστάσεις, τη μουσική και τα γραπτά της έδωσε μία νέα πνοή στο τσέμπαλο.
Η Βάντα γεννήθηκε στη Βαρσοβία και από πολύ μικρή ηλικία ασχολήθηκε με τη μουσική αρχικά με το πιάνο κι έπειτα στο Βερολίνο. Σύμφωνα με τους καθηγητές της, αλλά και την ίδια, ήταν αδύνατο να ακολουθήσει κανόνες και νόρμες, καθώς ήταν ένα ανήσυχο καλλιτεχνικό πνεύμα. Μετά τον γάμο της με τον Πολωνό λαογράφο, Χένρυ Λεβ, στο Παρίσι, δίδαξε πιάνο στη Schola Cantorum. Αργότερα, άρχισε την καριέρα στη διδασκαλία του τσέμπαλο στην Hochschule für Musik του Βερολίνου. Είχε μεγάλο ενδιαφέρον να ασχοληθεί με τα έργα των Μπαχ, Κουπρέν και Ραμώ και εξαιτίας αυτής της ανησυχίας της, περιόδευσε στα μουσεία της Ευρώπης, για να εξετάσει αυθεντικά πληκτροφόρα όργανα.
Η αγάπη της για τη μουσική την οδήγησε στο να λάβει στην κατοχή της κάποια παλιά πληκτροφόρα. Επιπλέον, πολλά από τα όργανα που κατέκτησε ήταν μεγάλα τσέμπαλα 16 ποδών με πολλά στοιχεία του πιάνου. Τα όργανα αυτά δεν ενδιέφεραν πολύ τον μουσικό χώρο τις τελευταίες δεκαετίες. Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Βάντα αποτέλεσε την πρώτη που αναβίωσε τη χρήση του τσέμπαλο, παίζοντας στα «Κατά Ματθαίον Πάθη» του Μπαχ, στην Ελβετία.
Μετά από αρκετά χρόνια, η Βάντα ίδρυσε τη Σχολή Παλαιάς Μουσικής, όπου έγινε κέντρο μελέτης και ερμηνείας της παλιάς μουσικής. Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στη Γαλλία, η Λαντόβσκα εξαιτίας του ναζιστικού καθεστώτος και λόγω της εβραϊκής της καταγωγής αναγκάστηκε να διαφύγει. Το 1940, άρχισε περιοδείες στη νότια Γαλλία, ενώ αργότερα πήγε στη Νέα Υόρκη, ενώ όλη της η περιουσία λεηλατήθηκε. Το 1949, εγκαταστάθηκε στην πόλη Λέικβιλ ως καθηγήτρια μουσικής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η σύντροφός της, Ντενίζ Ρεστού, ήταν εκδότρια, μεταφράστρια των μουσικών γραπτών της και την ακολούθησε σε κάθε της βήμα.
Παρά τις έντονες κριτικές, η Βάντα αποτέλεσε μία από τις σημαντικότερες μουσικούς που αναβίωσε το τσέμπαλο και έδωσε μία νέα πνοή στη μουσική του 20ού αιώνα. Τελικά, κατέληξε στις 16 Αυγούστου του 1959 από φυσικά αίτια.