Της Άννας Τσεκάνι,
Η Λορίν Μπάκολ ήταν Αμερικανίδα ηθοποιός του κινηματογράφου και θεάτρου, η οποία συνδύαζε την απαράμιλλη ομορφιά και μία άκρως ιδιαίτερη φωνή. Αποτέλεσε ίνδαλμα της μόδας την εποχή του 1940, ενώ θεωρήθηκε μια από τις πιο κορυφαίες ηθοποιούς που ανέδειξε το Χόλυγουντ.
Η Λορίν Μπάκολ (Μπέτυ Τζόαν Πέρσκε) γεννήθηκε στις 16 Σεπτεμβρίου του 1924 στη Νέα Υόρκη, από οικογένεια Εβραίων μεταναστών. Η Λορίν ήταν το μοναδικό παιδί που απέκτησαν η Νάταλι και ο Ουίλιαμ Πέρσκε, ωστόσο οι γονείς της αποφάσισαν να πάρουν διαζύγιο, όταν η ίδια ήταν 6 ετών. Ύστερα από αυτό, η Λορίν έλαβε το επίθετο της μητέρας της.
Η Λορίν Μπάκολ σπούδασε υποκριτική στην Αμερικανική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης για 13 χρόνια. Ωστόσο, στον χώρο του θεάματος εισήλθε μέσα από το μόντελινγκ.
Αργότερα, ο Χάουαρντ Χοκς ( ο μετέπειτα σύζυγος της) την διέκρινε μέσα από ένα εξώφυλλο που είχε κάνει σε ένα περιοδικό και την πρότεινε σε έναν σπουδαίο σκηνοθέτη. Από εκεί η Λορίν έκανε μερικά πρώτα δειλά βήματα για να εισέλθει ολοκληρωτικά στον χώρο του θεάματος.
Η πρώτη της συμμετοχή σε ταινία ήταν μέσα από το έργο «Να έχεις και να μην έχεις» ή «To have and havenot» το 1944.
Το 1945, η Λορίν παντρεύτηκε και το σπουδαίο σκηνοθέτη Χάουαρντ Χοκς με τον οποίο έμειναν μαζί μέχρι τον θάνατο του δεύτερου, το 1957, ενώ απέκτησαν και 2 παιδία. Το 1961, η ίδια ξανά παντρεύτηκε με τον Τζάισον Ρόμπαρντς και με τον οποίο απέκτησαν ένα παιδί.
Συνολικά η ίδια συμμετείχε σε 30 παραγωγές, μερικές εκ των οποίων ήταν τα φιλμ νουάρ «Πάθος και αίμα», «Ο μεγάλος ύπνος», το «Πώς να παντρευτείτε έναν εκατομμυριούχο» και πολλές άλλες.
Μάλιστα, το 1996, προτάθηκε και για βραβείο Όσκαρ για την συμμετοχή της στην ρομαντική κωμωδία «Ο καθρέφτης που είχε δυο πρόσωπα», ενώ το 2009 της απονεμήθηκε τιμητικό βραβείο Όσκαρ για την συνολική της προσφορά στον χώρο του κινηματογράφου και του θεάματος.
Η Λορίν Μπάκολ πέθανε στις 12 Αυγούστου του 2014 σε ηλικία 89 ετών στην Νέα Υόρκη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της πέρα από την ενασχόληση της με τον χώρο του θεάματος έλαβε και ενεργό συμμέτοχη στην πολιτική, λόγω του διωγμού που είχαν εξαπολύσει κατά των μελών της κινηματογραφικής κοινότητας, οι οποίοι έφεραν ποικίλες κομμουνιστικές πεποιθήσεις.