Της Δανάης Λυπιρίδη,
Στα τέλη του Ιουλίου 2021, η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες συμφώνησαν να επιτραπεί η ολοκλήρωση του αμφιλεγόμενου ρωσικού αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 χωρίς την επιβολή περαιτέρω αμερικανικών κυρώσεων. Η εν λόγω συμφωνία αναφέρει, εν συντομία, ότι τόσο η Γερμανία όσο και οι Η.Π.Α. δεσμεύονται να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε μελλοντική προσπάθεια εκ μέρους της Ρωσίας για εκμετάλλευση του Nord Stream 2 ως μέσου άσκησης πολιτικής και οικονομικής πίεσης στον ευρωπαϊκό χώρο. Επιπλέον, συμφωνήθηκε ότι θα παράσχουν οικονομική βοήθεια στην Ουκρανία και την Πολωνία, οι οποίες εκλαμβάνουν την ολοκλήρωση του εν λόγω αγωγού ως απειλή για την εθνική τους ασφάλεια, χρηματοδοτώντας επενδύσεις στην επικράτειά τους σχετικές με την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών ενέργειας.
Πιο συγκεκριμένα, η Γερμανία και οι Η.Π.Α. έχουν δεσμευθεί να χρηματοδοτήσουν τη σύσταση ενός «Πράσινου Ταμείου» (αγγλ. Green Fund) ύψους 850 εκατ. ευρώ, το οποίο αποσκοπεί στην ενεργειακή μετάβαση, αποδοτικότητα και ασφάλεια της Ουκρανίας καθώς και στην ανάπτυξη εφαρμογών υδρογόνου στην αγορά της. Επιπρόσθετα, το γερμανικό κράτος θα την αποζημιώσει και για τα τέλη μεταφοράς φυσικού αερίου που θα χάσει έως το 2024 (με πιθανή δεκαετή παράταση), καθώς ο Nord Stream 2 είναι ένας υπεράκτιος αγωγός 1.200 χιλιομέτρων, ο οποίος διέρχεται μέσω της Βαλτικής θάλασσας από την Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας στη βόρεια ακτή της Γερμανίας. Με αυτήν την παράκαμψη, η Ουκρανία χάνει τα ετήσια έσοδα της διαμετακόμισης μέσω του εδάφους της του ρωσικού αερίου που άγγιζαν τα 2 δισ. ευρώ. Η Γερμανία δεσμεύτηκε, επίσης, να συνεχίσει την οικονομική στήριξη για τη μετάβαση της Ουκρανίας σε οικονομία μηδενικού άνθρακα, διορίζοντας μεταξύ άλλων έναν νέο «ειδικό απεσταλμένο», ο οποίος θα λειτουργήσει επικουρικά στην ενεργειακή μετάβαση με δεσμευμένη χρηματοδότηση 59,5 εκατ. ευρώ. Τέλος, αναφορικά με την Πολωνία, η Γερμανία συμφώνησε να συμμετάσχει στην «Πρωτοβουλία Τριών Θαλασσών», ένα φόρουμ που προωθείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Η.Π.Α. και αποσκοπεί, μεταξύ άλλων, στην ενίσχυση της ενεργειακής ασφάλειας μεταξύ των χωρών της Βαλτικής, του Εύξεινου Πόντου και της Αδριατικής θάλασσας. Η γερμανική κυβέρνηση δήλωσε ότι θα συνεισφέρει έως και 1,4 δισ. ευρώ στην εν λόγω πρωτοβουλία έως το 2027.
Αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι με συνδυασμένη ετήσια χωρητικότητα περίπου 110 δισ. κυβικών μέτρων φυσικού αερίου, οι αγωγοί Nord Stream 1 & 2 θα επιτρέψουν στη Ρωσία να παρακάμψει τις παραδοσιακές οδούς διαμετακόμισης φυσικού αερίου προς την ΕΕ, μειώνοντας τη γεωπολιτική και ενεργειακή σημασία της Ουκρανίας και αυξάνοντας ταυτόχρονα τόσο την εξάρτηση της Γερμανίας όσο και της ΕΕ από το ρωσικό φυσικό αέριο. Εντούτοις, η διαφορά μεταξύ των αγωγών Nord Stream και της υπάρχουσας υποδομής αγωγών φυσικού αερίου της Ουκρανίας είναι σημαντική. Μετά από πέντε δεκαετίες –σχεδόν αδιάκοπης– χρήσης, το ουκρανικό σύστημα αγωγών φυσικού αερίου είναι απαρχαιωμένο και με διαρροές που υπολογίζεται ότι θα κοστίσουν περίπου 6 δισ. ευρώ σε επισκευές. Αντίθετα, οι υπερσύγχρονοι αγωγοί Nord Stream, οι οποίοι έχουν συνολικά κοστίσει πάνω από 17,5 δισ. ευρώ, είναι πιο βιώσιμοι οικονομικά καθώς δύνανται να μεταφέρουν το ρωσικό φυσικό αέριο πιο εύκολα, πιο άμεσα και με χαμηλότερο κόστος στη γερμανική ενεργειακή αγορά.
Επιπρόσθετα, λαμβάνοντας υπόψιν τις απαιτήσεις και τις ανάγκες της, η γερμανική βιομηχανία χρειάζεται φθηνές, αποδοτικές και αξιόπιστες πηγές ενέργειας. Το επόμενο έτος, η Γερμανία θα θέσει εκτός λειτουργίας τον τελευταίο πυρηνικό αντιδραστήρα της, ενώ σκοπεύει να απαγορεύσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με καύση άνθρακα μέχρι το 2038. Επιπλέον, η οικονομική βιωσιμότητα του «πράσινου» υδρογόνου είναι ακόμα χαμηλή στην αγορά ενέργειας και παρά το γεγονός ότι το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο γερμανικό μείγμα ηλεκτρικής ενέργειας αυξάνεται, εξακολουθεί να αποτελεί λιγότερο από το 50% του συνόλου. Παράλληλα, η Ολλανδία, η οποία διοχετεύει περίπου το 30% του φυσικού αερίου που χρησιμοποιεί η Γερμανία, σχεδιάζει να σταματήσει την εξόρυξη του έως το 2030, ενώ οι υπόλοιπες διαδρομές φυσικού αερίου που διέρχονται από τα ανατολικά (μέσω Ουκρανίας, Λευκορωσίας και Πολωνίας), από τα νότια μέσω Τουρκίας ή από τα δυτικά, με τη μορφή υγροποιημένου φυσικού αερίου, το οποίο αποστέλλεται σε πλοία από τις Η.Π.Α., φαντάζουν λιγότερο αξιόπιστες. Μέχρι στιγμής η γερμανική εξωτερική πολιτική δεν φαίνεται να προκρίνει την αξιοποίηση πιθανών αξιοποιήσιμων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ελληνική και κυπριακή ΑΟΖ. Επομένως, η Γερμανία χρειάζεται την αδιάκοπη ροή του ρωσικού φυσικού αερίου για να ικανοποιήσει τις ανάγκες της σε ηλεκτρική ενέργεια και σε θέρμανση και φαίνεται να είναι πρόθυμη να παραβλέψει το θέμα της Ουκρανίας –καθώς επίσης και τις σχέσεις της με κρίσιμους δυτικούς συμμάχους– προκειμένου να διασφαλίσει πρόσβαση στο φθηνό φυσικό αέριο.
Το ζήτημα της κατασκευής και λειτουργίας των αμφιλεγόμενων αγωγών Nord Stream είχε απασχολήσει τηνγερμανική καγκελαρία ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 2000. Άλλωστε, είναι γνωστές οι κατηγορίες που προσάπτονται στον πρώην σοσιαλδημοκρατικό καγκελάριο Gerhard Schröder για αποκόμιση περιουσιακού οφέλους από την εμπλοκή του στην έναρξη της συμφωνίας για το Nord Stream 1. Εντούτοις, παρά και τις τότε διαμαρτυρίες της Πολωνίας και της Ουκρανίας για την εν λόγω συμφωνία, η Ρωσία θεωρείτο ακόμη σημαντικός εταίρος για την Ένωση –και για την Δύση εν γένει– καθώς ήταν αποδυναμωμένη και δεν ενέπνεε ανησυχία μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1991. Η Δυτική Γερμανία, μάλιστα, προμηθευόταν ρωσικό αέριο για δεκαετίες ακόμα και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, αψηφώντας τις αντιρρήσεις των Η.Π.Α.
Η υποστήριξη της καγκελαρίου Angela Merkel για την ολοκλήρωση της κατασκευής του συστήματος αγωγών Nord Stream ξεκίνησε το 2011. Η Γερμανία είχε ήδη ξεκινήσει τη διαδικασία ενεργειακής μετάβασης της σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (η επονομαζόμενη Energiewende) και πολλοί αναλυτές υποστήριζαν ότι όσο αυξανόταν το μερίδιο της αιολικής και ηλιακής ενέργειας στο ενεργειακό της μείγμα, η χώρα είχε ακόμη ανάγκη την πυρηνική ενέργεια για να επιτευχθεί μια ομαλή και σταθερή μετάβαση στις πιο καθαρές μορφές ενέργειας. Ωστόσο, η γερμανική κοινή γνώμη είχε συγκλονισθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό με την πυρηνική καταστροφή στη Fukushima της Ιαπωνίας, που η Merkel αποφάσισε να ανατρέψει την απόφασή της να παρατείνει τη λειτουργία των γερμανικών πυρηνικών αντιδραστήρων και επανάφερε ένα νομοσχέδιο, εγκεκριμένο επί καγκελαρίας Schröder σε συνεργασία με τους Πράσινους το 2000, για να τεθεί ο τελευταίος πυρηνικός αντιδραστήρας της χώρας εκτός λειτουργίας έως το 2022. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκείνη την περίοδο, η πυρηνική ενέργεια αντιπροσώπευε περίπου το 1/5 της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας της Γερμανίας.
Η ακύρωση της παράτασης λειτουργίας των πυρηνικών εργοστασίων οδήγησε στην έλλειψη οικονομικά προσιτών ενεργειακών επιλογών για τη βιομηχανία στην Γερμανία. Με την σταδιακή κατάργηση των πυρηνικών αντιδραστήρων να έχει σχεδόν ολοκληρωθεί και με την αύξηση της τιμολόγησης του περιβαλλοντικά μη αποδεκτού άνθρακα να τον καθιστά οικονομικά μη βιώσιμο, το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τη γερμανική βιομηχανία βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας.
Οι διμερείς σχέσεις Ρωσίας-Γερμανίας είναι βασισμένες στην εκπλήρωση των εθνικών τους συμφερόντων. Παρά τις διαφωνίες και τις συγκρούσεις που εμφανίζουν σε διάφορα γεωπολιτικά ζητήματα οι ηγέτες των 2 κρατών, η Merkel είναι πεπεισμένη ότι το ρωσικό φυσικό αέριο είναι ζωτικής σημασίας για την εξυπηρέτηση των ενεργειακών αναγκών της Γερμανίας. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί η απάντηση της καγκελαρίου σε έναν δημοσιογράφο όταν ερωτήθηκε εάν μετανιώνει για την απόφασή της να αποσυρθεί η Γερμανία από την πυρηνική ενέργεια. Η ίδια τόνισε ότι δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα, εντούτοις πρόσθεσε ότι ως συνέπεια αυτής της κίνησης, η Γερμανία θα πρέπει να βασιστεί στο φυσικό αέριο για το προσεχές μέλλον.
«Δεν μπορούμε –όπως έχουν ζητήσει κάποιοι– να καταργήσουμε την πυρηνική ενέργεια και την χρήση άνθρακα και στη συνέχεια να αποσυρθούμε από το φυσικό αέριο το συντομότερο δυνατόν. Αυτό δεν θα είναι δυνατό». Η ομολογία αυτή της καγκελαρίου δεν φαίνεται να ισχύει και για χώρες όπως η Ελλάδα για τις οποίες υπάρχει πίεση πλήρους κατάργησης χρήσης ορυκτών καυσίμων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Nord Stream 2: Ukraine and Poland slam deal to complete controversial gas pipeline, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- Why Merkel chose Russia over US on Nord Stream 2, POLITICO, διαθέσιμο εδώ
- Ukraine gets compensation in exchange for US-Germany deal on Nord Stream 2, EURACTIV.com, διαθέσιμο εδώ