Του Νίκου Μελιτσιώτη,
Όπως πολύ καλά γνωρίζουμε, και από την πρόσφατη Iστορία, σημαντικό ρόλο στην οικονομία ενός κράτους διαδραματίζει, πέρα από τον παραγωγικό τομέα, και το τραπεζικό σύστημα, το οποίο στηρίζει το κράτος και αποτελεί έναν κινητήριο μοχλό, ο οποίος δύναται να επιταχύνει ή να επιβραδύνει τους ρυθμούς ανάπτυξης. Ένας τέτοιος μοχλός δημιουργήθηκε στη χώρα μας σε μια εποχή εξαιρετικά κρίσιμη, δίνοντάς της σημαντική πνοή ζωής.
Ο μοχλός αυτός ονομάζεται Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Ο Νόμος «Περί συστάσεως Εθνικής Τραπέζης» δημοσιεύτηκε στη σελίδα 59 του φύλλου της 30ης Μαρτίου 1841. Ιδρυτής αυτής ήταν ο Γεώργιος Σταύρου, αποτελώντας, φυσικά, και τον πρώτο διοικητή της. Ο προαναφερθείς νόμος την χαρακτήριζε ως Ανώνυμη Ιδιωτική Εταιρεία, η οποία έδρευε στην πρωτεύουσα του Νεοελληνικού Κράτους και κέντρο των εξελίξεων, την Αθήνα.
Το αρχικό της κεφάλαιο, με το οποίο ξεκίνησε το δύσκολο έργο της ανόρθωσης της ελληνικής οικονομίας, ανερχόταν στο σημαντικό για την εποχή ποσό των 5.000.000 δραχμών, που διαμοιραζόταν σε 5.000 μετοχές των 1.000 δραχμών έκαστη. Πρωταρχικοί μέτοχοι αποτέλεσαν, μεταξύ άλλων, ο σπουδαίος Έλληνας έμπορος και εθνικός ευεργέτης Νικόλαος Ζωσιμάς, ο οποίος αγόρασε 500 μετοχές, ο τιμημένος Φιλέλληνας Ιωάννης – Γαβριήλ Εϋνάρδος, με 300 μετοχές, καθώς και ο βασιλιάς της Βαυαρίας και πατέρας του πρώτου βασιλιά των Ελλήνων Όθωνα Α΄, Λουδοβίκος Α΄, ο οποίος αγόρασε 150 μετοχές.
Αξίζει σε αυτό το σημείο να σταθούμε στις προσωπικότητες τόσο του ιδρυτή της Τράπεζας, Γεωργίου Σταύρου, όσο και σε αυτή του ιππότη Ιωάννη Εϋνάρδου. Ο πρώτος κατά τη διάρκεια της Επανάστασης αγωνίστηκε, προκειμένου να συγκεντρώσει οικονομική βοήθεια στην ταλαντευόμενη Ευρώπη, ενώ με την άφιξή του στην Ελλάδα, το 1824, θα λάβει μέρος στην πολιτική ζωή της επαναστατημένης πατρίδας του, συνεχίζοντας την πορεία του τόσο επί Καποδίστρια όσο και επί Όθωνα. Όσο για τον Εϋνάρδο, ο οποίος είχε κερδίσει επάξια τον τίτλο του «φίλου των Ελλήνων», συνδεόταν προσωπικά με τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, από τον καιρό της θητείας του τελευταίου στα σαλόνια της ευρωπαϊκής διπλωματίας.
Η θητεία 28 ετών του Γεωργίου Σταύρου (1841-1869) θα δημιουργήσει αδιάσειστες βάσεις για την τράπεζα, εδραιώνοντας τη λειτουργία της σε υγιή πρότυπα και καθιστώντας την βασικό δανειοδότη για τη χώρα, η οποία τότε έδινε τιτάνιο Αγώνα για μια θέση στις αγορές της Ευρώπης. Με τη διατήρηση σταθερών επιτοκίων θα καταπολεμήσει την τοκογλυφία, ενώ θα ιδρύσει, το 1867, το «Ταμείο Συντάξεων του Προσωπικού της Εθνικής Τραπέζης Ελλάδος», τον πρώτο ασφαλιστικό οργανισμό για εργαζομένους.
Το πιο σημαντικό από τα δικαιώματα που διατηρούσε είναι αυτό της έκδοσης τραπεζογραμματίων, από το οποίο παραιτήθηκε το 1927. Αρχικά, της χορηγήθηκε για μια περίοδο 25 ετών, η οποία παρατάχθηκε επανειλημμένα και, με διακοπές, έφτασε τα 87 έτη, με τη σκυτάλη να περνά στην νεοϊδρυθείσα, το 1928, Τράπεζα της Ελλάδος. Συνολικά, η τράπεζα εξέδωσε 12 διαδοχικές σειρές τραπεζογραμματίων. Η τράπεζα, αρχικά, στεγάστηκε στην υπό ενοικίαση κατοικία Χαιρέτη, στην οδό Σοφοκλέους, ενώ 4 χρόνια αργότερα, το 1845, εγκαταστάθηκε στην οικία Κυριάκου Δομνάδου, στη συμβολή της οδού Αιόλου με τη σημερινή Γεωργίου Σταύρου, την οποία αγόρασε.
Τα επόμενα χρόνια και υπό την καθοδήγηση εξαίρετων διοικητών, όπως του Μάρκου Ρενιέρη (1869-1890) και του Παύλου Καλλιγά (1890-1896), θα οδηγήσει την οικονομία της χώρας, μέσα από τρικυμίες οικονομικής κρίσης και επώδυνων πολεμικών αναμετρήσεων, σε δρόμους ανάπτυξης και επενδύσεων, στελεχώνοντας την οικονομική πορεία της Ελλάδος μέχρι και σήμερα, ακολουθώντας, όπως και τα άλλα, μεταγενέστερα τραπεζικά ιδρύματα, τους ρυθμούς εκσυγχρονισμού.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Συλλογικο Έργο (2001), Ιστορικό Αρχείο, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, 160 χρόνια λειτουργίας. Ιστορικό χρησμολόγιον (1841-2001), Αθήνα
- Συλλογικό Έργο (2004), Εθνική Τράπεζα Μία διαδρομή από το 1841 έως το μέλλον, Αθήνα: Ιστορικό Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας