Της Ροδάνθης Αλεξίου,
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Τόκιο 2020 ήταν κάτι παραπάνω από το απόλυτο διεθνές αθλητικό γεγονός, μια γιορτή και η ευκαιρία δεκάδων αθλητών από όλον τον πλανήτη να διαγωνιστούν μετά από χρόνια σκληρής δουλειάς και να βρεθούν στην κορυφή του κόσμου. Η βασική διαφορά των φετινών αγώνων είναι φυσικά ότι έγιναν με ένα χρόνο καθυστέρηση και με την πανδημία του Covid-19 να είναι ένα αναπόσπαστο κομμάτι της διοργάνωσης – επηρεάζοντας άμεσα την οργάνωση των αγώνων με ειδικά μέτρα προστασίας. Λόγω των σπάνιων αυτών περιστάσεων, ήταν αναμενόμενο η προσοχή των διεθνών μέσων ενημέρωσης να είναι στραμένη –ταυτόχρονα με τα επιτεύγματα των αθλητών– στα μέτρα που θα επέλεγε η ιαπωνική κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής. Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, όμως, οι Αγώνες μάλλον θυσιάζονται για ακόμα μια φορά στον βωμό της κομματικής αντιπαλότητας.
Η έντονη κριτική στην εθνική ομάδα των Η.Π.Α. διαφόρων αθλημάτων προέρχεται κυρίως από τα πιο συντηριτικά μέσα ενημέρωσης, όπως το κανάλι Fox, και Ρεπουμπλικανούς πολιτικούς, και παρουσιάζει ήττες των Αμερικανών σε αθλήματα ως αποτέλεσμα της “woke” κουλτούρας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το περιστατικό με την ομάδα ποδοσφαιριστριών. Όταν έχασαν 3-0 από τη σουηδική ομάδα, η αντίδραση του αμερικανικού συντηρητικού καναλιού αλλά και του πρώην Προέδρου των Η.Π.Α. ήταν –χωρίς να εκπλήξει πολλούς– έντονα πολιτικοποιημένη. Η απόφαση της εθνικής ομάδας να γονατίσει κατά τη διάρκεια του εθνικού ύμνου ως κίνηση καταδίκης ρατσιστικών επιθέσεων πριν την έναρξη του αγώνα, χαρακτηρίστηκε ως η αιτία και της ήττας τους, καθώς, όπως αναφέρθηκε, έπρεπε να μην δίνουν σημασία στην προώθηση των πολιτικών τους απόψεων, αλλά στη νίκη. Σύμφωνα με τον Trump, ο οποίος ενθάρρυνε τους υποστηρικτές του σε μια διαδήλωσή του στο Phoenix να γιουχάρουν την εθνική ομάδα, η “woke politics” καταστρέφει τον αθλητισμό και το περιστατικό με τις ποδοσφαιρίστριες είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα. Εκτός από το γεγονός ότι αρκετά φιλορεπουμπλικανικά μέσα ενημέρωσης και πολιτικοί θεωρούν ότι η καταδίκη του ρατσισμού αποτελεί φιλελεύθερη πεποίθηση και όχι ένα αυτονόητο ζήτημα, τα παραδείγματα που παρουσιάζουν σαν επιβεβαίωση των λεγόμενών τους δεν ευσταθούν. Μαζί με την εθνική ομάδα των Η.Π.Α. και η σουηδική ομάδα καταδίκασαν μαζί το κοινωνικό ζήτημα του ρατσισμού. Το ότι κέρδισαν οι Σουηδέζες, είναι καθαρά θέμα ότι αγωνίστηκαν καλύτερα. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν εξυπηρετεί το αφήγημα των υποστηριχτών του Trump, με τον ίδιο να αναφέρει ότι: «Woke politics takes the life and joy out of everything».
Φυσικά, υπάρχουν δύο οπτικές σε κάθε ζήτημα. Από την μια πλευρά, η δημοσιογράφος της Fox, Tomi Lahren, που κάνει δηλώσεις όπως η ακόλουθη: «(Team USA is the) largest group of whiny social justice activists the Olympics has seen in decades», και από την αντίθετη πλευρά, πολιτικοί των Ρεπουμπλικανών και των Δημοκρατικών να θαυμάζουν και να συγχαίρουν τις επιτυχίες των Αμερικάνων αθλητών και να δείχνουν την υποστήριξή τους σε θέματα ψυχικής υγείας των αγωνιστών, όπως ο Ρεπουμπλικάνος Mitt Romney μετά την αποχώρηση της Ολυμπιονίκης Simone Biles.
Παρόλο που η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή προωθεί την απολιτικοποίηση των αγώνων, είναι σχεδόν δεδομένο ότι αθλητές θα χρησιμοποιούν την πλατφόρμα τους για να φέρουν στην επιφάνεια κοινωνικά θέματα της επικαιρότητας, όπως έγινε το 1968, μετά από μια ταραχώδη χρονιά φοιτητικών διαδηλώσεων, όπου οι αθλητές, Tommie Smith και John Carlos, που τερμάτισαν πρώτος και τρίτος στα 200 μέτρα, χαιρέτησαν με την κίνηση Black Power κατά τη διάρκεια του εθνικού ύμνου ως διαμαρτυρία κατά του ρατσισμού στις Η.Π.Α., το 1972 στο Μόναχο, με την τρομοκρατική ενέργεια έναντι Ισραηλινών αθλητών και το 1980 στην Μόσχα, με το μποϊκοτάζ οργανωμένο από τις Η.Π.Α., διαδηλώνοντας κατά της Σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν. Η εθνική ομάδα των Η.Π.Α. δεν υπήρξε ιδιαίτερα φιλελεύθερη μετά το 2016 και την άνοδο του Trump στην εξουσία. Η πολιτική ήταν πάντα ένα αναπόσπαστο κομμάτι των Ολυμπιακών Αγώνων και η δικαιολογία ότι η “woke” πολιτική, που θεωρείται από πιο συντηρητικούς πολιτικούς στις Η.Π.Α. ως αριστερή προπαγάνδα, καταστρέφει τους αγώνες, αποτελεί –με μια μεγάλη δόση ειρωνίας– ένα μέσο πολιτικής προπαγάνδας των Ρεπουμπλικανών κατά των φιλελεύθερων Δημοκρατικών.
Οι Η.Π.Α. συγκαταλέγονται μέχρι στιγμής στις χώρες με τα περισσότερα μετάλλια στους αγώνες του Τόκιο. Οι φωνές κατά της εθνικής ομάδας καταλαγιάζονται και η προσοχή στρέφεται σε φλέγοντες πολιτικές κρίσεις, όπως εκείνη στη Λευκορωσία.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ:
- Politics and the Olympics, The Guardian, διαθέσιμο εδώ
- A bright spot in politics: Bipartisan Olympic joy, CNN, διαθέσιμομ εδώ
- Fox News vs. Team USA, The Week, διαθέσιμο εδώ