Του Ζαχαρία Πάνου,
Η λυκαυγή του 19ου αιώνα βρήκε τη Ρωσική Αυτοκρατορία στο απόγειο της ισχύος της. Ο εξοβελισμός της ναπολεόντειας απειλής (όχι όμως και ιδέας) από τη Γηραιά Ήπειρο, σε συνάρτηση με την στερέωσή της στο ρόλο του «Τοποτηρητή» της Ευρώπης, κατόπιν της Συνθήκης της Βιέννης (1815), οδήγησαν στην όξυνση του ρωσικού ιμπεριαλισμού και την πρόσκαιρη αναβίωση του δόγματος του Μεγάλου Πέτρου: «Ελευθερία στην Ορθοδοξία».
Η μακραίωνη σύγκρουση της Ρωσικής με την Οθωμανική Αυτοκρατορία επίτασσε πλέον στο στρατηγικό σχεδιασμό της ρωσικής διπλωματίας τον προσεταιρισμό των ομόδοξων βαλκανικών λαών στο ρωσικό άρμα και τη συμμετοχή τους στην κατάτμηση του «Μεγάλου Ασθενή» της εποχής, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αναζητώντας το βαθύτερο αίτιο του ρωσικού επεκτατισμού στη Βαλκανική χερσόνησο και τη Μεσόγειο, εύκολα γίνεται αντιληπτή η ανάγκη εξόδου της Ρωσικής Αυτοκρατορίας σε θερμά ύδατα ως πρελούδιο της απόκτησης σοβαρής ναυτικής ισχύος, σε αντιστάθμισμα των αλλεπάλληλων νικών του βρετανικού ιμπεριαλισμού, που είχε αλλάξει συθέμελα τις ισορροπίες ισχύος στην Ευρώπη. Έτσι, ο «γίγαντας με τα πήλινα πόδια», έψαχνε αρειμανίως την έξοδο προς το διεθνές εμπόριο και τις θαλάσσιες οδούς, προσπαθώντας να απεγκλωβιστεί από τη γεωγραφική ομηρία της Ευρασίας.
Η ελπίδα της Ρωσίας, επιβεβαιωμένη δια της σχετικής διπλωματικής πίεσης, για στέψη Ρώσου πρίγκιπα στη διακυβέρνηση της Ελλάδας, μετά τη δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια, διαψεύστηκε κατηγορηματικά με την έλευση του Βαυαρού πρίγκιπα Όθωνα στην Ελλάδα, με την αγγλική φρεγάτα «Μαδαγασκάρη», τον Ιανουάριο του 1833. Ωστόσο, η ρωσική διπλωματία κατάφερε να επιδείξει σημαντική προσαρμοστικότητα, ώστε να εφελκύσει το νέο βασιλέα στη ρωσική σφαίρα επιρροής, διατηρώντας σημαντικά ερείσματα στην ελληνική κοινωνία μέσω του Ρωσικού Κόμματος, το οποίο, όντας συντηρητικό και με έντονα θρησκευτικά στοιχεία, έχαιρε της επιδοκιμασίας τόσο των αγωνιστών της επαναστάσεως όσο και σημαντικής μερίδας του λαού.
Κατά την περίοδο της Αντιβασιλείας, η αυταρχική διακυβέρνηση της χώρας από την Τριανδρία, συνδυαστικά με την επιφυλακτική στάση των Ελλήνων έναντι της ευρωπαϊκής κουλτούρας, λειτούργησαν καταλυτικά για την αύξηση της δημοφιλίας του ρωσικού κόμματος. Ταυτόχρονα, η παρουσία του βαυαρικού στρατιωτικού σώματος και η δυσλειτουργική συνύπαρξή του σε μεικτές «βαυαροκρατούμενες» στρατιωτικές μονάδες δημιούργησε έντονο αίσθημα δυσφορίας στις τάξεις των Ελλήνων στρατιωτικών, που συναρτησιακά επεξηγεί τη μελλοντική τους συμμετοχή στο κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Ακόμη, καμπή στην άνοδο της ρωσικής αποδοχής ήταν η επικήρυξη από τον Όθωνα της ανεξαρτησίας της Εκκλησίας της Ελλάδος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, καρπός του Αντιβασιλέα Maurer, όπου εξόργισε τη θρησκευόμενη ελληνική κοινωνία.
Μέχρι και την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου, η ρωσική εξωτερική πολιτική ακολούθησε μετριοπαθή πολιτική ως προς την προσέγγισή της με το Ελληνικό Κράτος. Εξάλλου, η Ρωσία, βασική βακτηρία της Ιεράς Συμμαχίας, δεν ήταν κατάφορα υπέρ της δημιουργίας του εξαρχής. Σχετικό δε, είναι το υπόμνημα του Ρώσου Πρεσβευτή στην Κωνσταντινούπολη, Sergey Ivanovich Turgenev, στον Τσάρο Νικόλαο Α΄, πως η δημιουργία και επιβίωση ενός φιλοδυτικού ελληνικού κράτους αποτελεί κίνδυνο για τα ρωσικά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Παρά ταύτα, η άρνηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να αναγνωρίσει την αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδος ως το 1850, σε συνδυασμό με τη σχολαστική δράση της ρωσικής διπλωματικής αποστολής, υπό τον επιτετραμμένο Persiani, κατάφεραν τη σημαντική άνοδο της επιρροής του Ρωσικού Κόμματος, με αρχηγό τον Ανδρέα Μεταξά, ο οποίος συσπείρωσε κάτω από την σκέπη του αγωνιστές της Επανάστασης και την οικογένεια Κολοκοτρώνη, ενώ απέκτησε σημαντικά ερείσματα και διεκδικήσεις στις μελλοντικές κοινοβουλευτικές συγκρούσεις.
Παράλληλα, η κατάσταση της Αθήνας παρουσίαζε σημαντική επιδείνωση. Η αδυναμία αποπληρωμής των τοκοχρεολυσίων της πρώτης δόσης του δάνειου που συμφώνησαν οι τρεις μεγάλες εγγυήτριες δυνάμεις με την έλευση του Όθωνα (60 εκατομμύρια γαλλικά φράγκα), η τοκογλυφία και η διαφθορά της διοίκησης οδήγησαν στην σύσταση Οργάνωσης με επικεφαλής το Στρατηγό Μακρυγιάννη για την επιβολή Συντάγματος. Σύντομα, εφελκύστηκε ο αρχηγός του Ρωσικού Κόμματος, Α. Μεταξάς, που μαζί με τον Συνταγματάρχη του Ιππικού, Δημήτριο Καλλέργη, αποτέλεσαν την τριανδρία που επέφερε την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Αρχικά, η Ρωσική Αυτοκρατορία καταδίκασε τη διακήρυξη Συντάγματος έντονα, ενώ πρόσκαιρα απέσυρε την ρωσική πρεσβεία από την Αθήνα. Ωστόσο, ο πρώτος τριγμός στο βαυαρικό θρόνο εξυπηρετούσε τα μέγιστα στην ρωσική πολιτική, που δεν είχε πάψει να ελπίζει στον εξανδραποδισμό του και την αντικατάσταση του Όθωνα από Ρώσο ευγενή.
Έτσι, ο Όθωνας, κατανοώντας τη λαϊκή βούληση, αρχίζει να προσδένεται στο ρωσικό άρμα. Από την άλλη, βέβαια, η γέννηση της Μεγάλης Ιδέας (με την περίφημη ομιλία του Ι. Κωλέττη στις 14 Ιανουαρίου 1844) και του ελληνικού αλυτρωτισμού συγκινεί τον ρομαντικό και νεαρό βασιλέα και αρχίζει να την ενστερνίζεται από το μικρό ελληνικό κράτος και μεγάλο ελληνικό έθνος της εποχής. Με σχετικό του διάγγελμα προς τον Τσάρο Νικόλαο Α΄ και τον Υπουργό Εξωτερικών Karl Nesselrode, ο πρέσβης Persiani επισημαίνει την ανάγκη αποδέσμευσης της Ελλάδος από μια εθνικιστική πολιτική, που θα υπονομεύσει τον αντίστοιχο ρωσικό επεκτατισμό επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η περίοδος 1843–1855, είναι η ανατολή του άστρου της ρωσικής επιρροής στην Ελλάδα. Καταρχάς, με μια διορατική κίνηση διπλωματικής καταστολής, ο Τσάρος Νικόλαος Α΄, το Σεπτέμβρη του 1844, απαίτησε την καταβολή των τοκοχρεολυσίων των πρώτων δύο δόσεων του Δανείου ως προαπαιτούμενο της καταβολής της τρίτης δόσης. Γνώριζε πως η αδυναμία αποπληρωμής θα επέφερε τον οικονομικό έλεγχο του Ελληνικού κράτους. Η ρωσική επιτροπή κατέληξε πως η κρατική κακοδιαχείριση οφειλόταν σε υπέρογκες αμυντικές δαπάνες, ενώ ο Υπουργός Εξωτερικών, Κόμης Nesselrode, επισήμανε την ανάγκη αποδέσμευσης της χώρας από εθνικιστικές κορώνες. Φυσικά, τα παραπάνω ήταν μοχλοί πίεσης για την παραίτηση του Όθωνα και την παράλληλη αύξηση της ρωσικής επιρροής.
Παράλληλα το 1848, ο Κόμης Nesselrode, συνοδευόμενος από Ρώσους αξιωματούχους, περιόδευσε στην Αθήνα και τις ελληνικές νήσους, δεχόμενος διθυραμβική υποδοχή. Η στρατηγική αυτή κίνηση προβολής ισχύος επαύξησε την εναπόθεση των ελπίδων της ελληνικής κοινωνίας στην Ρωσική Αυτοκρατορία, ενώ καθησύχασε τον Όθωνα πως αντίθεση προς τη Βασιλεία θα επέφερε τόσο την ρωσική επέμβαση όσο και την ακύρωση κάθε κατάκτησης της χώρας. Άξια μνείας είναι, φυσικά, και η ρωσική επέμβαση στα ελληνοτουρκικά, καθότι, μετά τα μεθοριακά επεισόδια του 1847, μεσολάβησε για την άμβλυνση της κρίσης, πριν προκαλέσει ανεπιθύμητο οθωμανικό θρίαμβο επί του αδύναμου ελληνικού στρατού.
Ακόμη, κατά τα «Παρκερικά», το 1850, ο πρεσβευτής Persiani εργάστηκε για τον πλήρη εφελκυσμό του βασιλέα Όθωνα, με διαγγέλματα προς τους δυτικούς πως καμία επέμβαση στα ελληνικά πράγματα δεν θα γινόταν δεκτή, χωρίς ενημέρωση και σχετική έγκριση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Έμφαση δόθηκε με την αποστολή του ίδιου του Υπασπιστή του Τσάρου στον Πειραιά για την εκτόνωση της Κρίσης, κίνηση ευφυούς πολιτικής σημειολογίας.
Ως απότοκο των παραπάνω, η έκρηξη του Κριμαϊκού Πολέμου έγινε δεκτή με παιάνες στην Ελλάδα, ενώ η Φιλορθόδοξη Εταιρεία, πνευματικό τέκνο του Ρωσικού Κόμματος, την χαιρέτησε ως εφόρμηση για απελευθέρωση των λοιπών περιοχών του Έθνους. Επαναστάσεις ξέσπασαν στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία, ενώ πολλοί εθελοντές ευθύς μετακινήθηκαν στο Κριμαϊκό Μέτωπο, σχηματίζοντας την Ελληνική Λεγεώνα, δύναμης 1000 αντρών, που πολέμησε μάταια – πλην γενναία – σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Η αστραπιαία αντίδραση των Συμμάχων Άγγλων και Γάλλων, με την απόβαση πεζοναυτών στην Αθήνα και τον ναυτικό αποκλεισμό του Πειραιά από συνδυασμένο στόλο, λειτούργησε ως ταφόπλακα των ελληνικών βλέψεων ανατολικά για μισό αιώνα, οδήγησε στη διάλυση των 3 κομμάτων και πρόσδεσε την Ελλάδα στη Δύση. Πολλώ δε μάλλον, μετουσίωσε τον Όθωνα σε μια persona non grata και οδήγησε στην εξορία του λίγα χρόνια μετά στο πλαίσιο της γενικευμένης αναρχίας του 1860 – 1862.
Παρά τη στρατηγική ήττα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας στο Κριμαϊκό Πόλεμο, η ελληνική συμμαχία λειτούργησε ευεργετικά βραχυπρόθεσμα για αυτήν, λόγω της καθήλωσης συμμαχικών δυνάμεων και πόρων στην Ελλάδα. Ωστόσο, παρά το μεγαλόπνοο ρωσικό ιμπεριαλισμό στη Μεσόγειο, η τελική ήττα, σε συνάρτηση με την σταδιακή οικονομική κατάρρευση της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, ματαίωσαν εν τέλει κάθε ελπίδα για έξοδο στη Μεσόγειο. Συμπερασματικά, με χρήση αυστηρών όρων Διεθνών Σχέσεων, η Ρωσική Αυτοκρατορία κατά τη βασιλεία του Όθωνα επέδειξε κατά κόρον ρεαλιστική προσέγγιση, οδηγούμενη υπό το πρίσμα «Τιμή – Φόβος – Συμφέρον», κατανοώντας το αναρχοπλεξικό ελληνικό σύστημα διοίκησης, ενώ με καίριους διπλωματικούς ελιγμούς εξήγαγε σημαντικά οφέλη από τον χειρισμό του νέου ελληνικού κράτους ως «Δούρειο Ίππο» για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της επί της περιφερειακής ανταγωνιστικής δύναμης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-
Τσερεβελάκης, Γεώργιος Τ. (s.d.) Η Ελλάδα την εποχή του Όθωνα, Αθήνα: Εκδ. Περισκόπιο
- Παπαρρηγόπουλος, Κ. – Κυριακίδης Ε. (2004) Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Τόμος 21, Αθήνα: National Geographic Society
- Ευαγγελίδης, Τρύφωνας Ε. (1894) Ιστορία του Όθωνος, Αθήνα: Εκδ. Γαλανού
-
Σκανδάμη Α. Σ. (1961) Η τριαντακονταετία της Βασιλείας του Όθωνος, Αθήνα: ιδιωτική έκδοση