Της Θεοδώρας Αγγελοπούλου,
Η τετριμμένη φράση «τουρκική προκλητικότητα» εμφανίζεται για ακόμη μία φορά στην επικαιρότητα και βαίνει αμείωτη, καθώς η παράνομη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου, Recep Tayyip Erdoğan, στην κατεχόμενη Αμμόχωστο της Κύπρου και συγκεκριμένα στην περιοχή των Βαρωσίων, σε συνδυασμό με τις εξαγγελίες, τόσο του ίδιου όσο και της τουρκοκυπριακής ηγεσίας (Τατάρ), ανήμερα της «μαύρης» επετείου της τουρκικής εισβολής το 1974 στην Κύπρο, καταπατά ευθέως τα ψηφίσματα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για το προσωρινό καθεστώς στο νησί. Η πρόθεση της Τουρκίας για αποχαρακτηρισμό και απόφραξη τμήματος της περίκλειστης περιοχής των Βαρωσίων προκάλεσαν την αντίδραση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με ευθεία αλλαγή της ρητορικής του. Η «βαθιά ανησυχία» που εξέφραζε μέχρι πρότινος για τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας από την περιοχή της νοτιανατολικής Μεσογείου μέχρι και τη βόρεια Συρία, μετατράπηκε για πρώτη φορά σε ρητή καταδίκη των εξαγγελιών της τουρκικής ηγεσίας και της ηγεσίας της τουρκοκυπριακής κοινότητας που έλαβαν χώρα στα Βαρώσια στις 20 Ιουλίου 2021.
Στο κείμενο που εξέδωσε το Σ.Α. και στις δηλώσεις του Προέδρου του Σ.Α., ο οποίος για την τρέχουσα περίοδο είναι ο Γάλλος Μόνιμος Αντιπρόσωπος στον ΟΗΕ, γίνεται εμφανής όχι απλά η δυσαρέσκεια της διεθνούς κοινότητας, αλλά κυρίως η μη ανοχή σε μονομερείς πράξεις της Τουρκίας που αντιπαρέρχονται το διεθνές δίκαιο και πολώνουν το κλίμα ειρήνης και σταθερότητας στη ΝΑ Μεσόγειο. Επιβεβαιώνονται, για ακόμη μία φορά και κατά τρόπο αυτονόητο, τα ισχύοντα ψηφίσματα του Σ.Α. –550 (1984) και 789 (1992)– τα οποία ρυθμίζουν το σχετικό καθεστώς για την κατοίκηση των Βαρωσίων της Αμμοχώστου, κρίνοντας κατά αυτόν τον τρόπο απαράδεκτη κάθε απόπειρα εποικισμού τους, πέραν των διευθετήσεων που δύνανται να διεξαχθούν μεταξύ των νόμιμων κατοίκων τους, καθώς και ανεπίτρεπτη κάθε ενέργεια που προσκρούει στα ψηφίσματα αυτά.
Η εισαγωγική αυτή δήλωση, όμως, προετοιμάζει το έδαφος για το καίριο σημείο της ρητής καταδίκης, η οποία όμως δεν περιορίζεται μόνο στο να καταγγείλει δημόσια το παράνομο των τουρκικών ενεργειών, διότι θεωρεί ότι οι ενέργειες αυτές δεν είναι επιβλαβείς μόνο για την Κύπρο, αλλά και για τον ίδιο τον ΟΗΕ. Αναλυτικότερα, υπενθυμίζεται ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας επιδιώκει διαρκώς μια συνολική και δίκαιη διευθέτηση του Κυπριακού Ζητήματος, σύμφωνα με τις επιθυμίες του κυπριακού λαού και ερειδόμενη σε μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα και εμμένει στην επίλυσή του σε αυτήν την διαδικαστική βάση, αποκλείοντας τις βλέψεις του Erdoğan για ύπαρξη δύο κρατών στο νησί. Ένα άλλο σημείο, που αναδεικνύει τον καταγγελτικό χαρακτήρα του Σ.Α. για τις τουρκικές πρακτικές συγκριτικά με το παρελθόν, συνιστά το γεγονός ότι αναφέρεται ρητώς σε εξαγγελίες στις οποίες προέβησαν η τουρκική ηγεσία και η τουρκοκυπριακή πλευρά, στοχοποιώντας ευθέως τα ιθύνοντα πρόσωπα για τη δεδομένη κατάσταση, σε αντίθεση με την παλαιότερη φράση και γενική αναφορά που υιοθετείτο ευρέως για «δηλώσεις που έγιναν στην Άγκυρα».
Το Σ.Α. δίνοντας έμφαση «στον πλήρη σεβασμό και της εφαρμογή των ψηφισμάτων του, συμπεριλαμβανομένης της μεταφοράς των Βαρωσίων υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ και του σεβασμού της ελεύθερης μετακίνησης της UNFΙCYP», ζητά την ανατροπή όλων των παράνομων ενεργειών από τον Οκτώβριο του 2020 στα Βαρώσια, προειδοποιώντας ότι θα συνεχίσει να παρακολουθεί στενά την κατάσταση. Ιδιαίτερο ρόλο διαδραμάτισαν στην απόφαση αυτή η διπλωματική υποστήριξη των ΗΠΑ, της Γαλλίας, της Κίνας της Ρωσίας, της Ινδίας και της Ιρλανδίας στην Κύπρο και την Ελλάδα, που οδήγησαν στο ομόφωνο καταγγελτικό λεκτικό του Σ.Α. και δικαίωσαν τον κυπριακό και ελλαδικό διπλωματικό αγώνα στο εν λόγω ζήτημα. Λευκωσία και Άγκυρα, λοιπόν, προετοιμάζονται με βαθιά ικανοποίηση να θέσουν επί τάπητος το ίδιο ζήτημα στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μαζί με τον ισχυρό συντονισμό του Έλληνα Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, και του Κυπρίου Προέδρου, Νίκου Αναστασιάδη, ο οποίος απέδωσε τα μέγιστα στο διεθνές στερέωμα, όπως αναφέρουν διπλωματικές πηγές, με αποτέλεσμα φράσεις της επιθυμίας τους να αναφέρονται αυτούσιες στο κείμενο του Σ.Α.
Ωστόσο, παρά τη ρητή καταδίκη του ΟΗΕ, η τουρκική και τουρκοκυπριακή πλευρά εμμένουν στην προκλητική ρητορική τους και στην παράνομη πρακτική τους στην Αμμόχωστο, υποστηρίζοντας ότι δρουν βάσει των επιτρεπτών ορίων που τους δίδει το διεθνές δίκαιο, προστατεύοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα των κατοίκων της περιοχής. Συμπεραίνεται, λοιπόν, ότι η διπλωματική οδός, έχει την ισχύ να αναγνωρίσει την πραγματικότητα των προβλημάτων και να δικαιώσει δια μέσω των αρχών του διεθνούς δικαίου κατά τρόπο όχι απλά πλειοψηφικό, αλλά ομόφωνο. Η στήριξη της διεθνούς κοινότητας αποτελεί ένα ισχυροποιητικό εργαλείο στον έκαστο δρώντα, αλλά όχι αρκετό. Η επίκληση του ίδιου δικαίου και των ίδιων αρχών από τον αντίπαλο δρώντα, μπορεί να αποτελούν τη βάση της ειρηνικής επίλυσης των διακρατικών διαφορών, αλλά περιπλέκουν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες για την διευθέτηση ενός ζητήματος. Λύση σε αυτό το τέλμα δύναται να αποτελέσει η υιοθέτηση μεγαλύτερου βαθμού hard-law εργαλείων άσκησης πολιτικής, στρατηγικής και οικονομικής πίεσης, τα οποία μπορούν να λάβουν τη μορφή κυρώσεων, ασφαλίζοντας το περίβλημα του καταγγελτικού λόγου με έμπρακτο τρόπο και κατά τι εξαναγκαστικό στην περίπτωση που ο καταγγελθείς δρων εξακολουθεί ευθαρσώς να επιδεικνύει ανυπακοή σε ομόφωνες αποφάσεις και συμφωνίες, όπως στην προκειμένη περίπτωση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Συμβούλιο Ασφαλείας ΟΗΕ: Ομόφωνη καταδίκη της Τουρκίας για τα Βαρώσια, Εuronews, διαθέσιμο εδώ
- Συμβούλιο Ασφαλείας ΟΗΕ: Καταδίκη της Τουρκίας για τα Βαρώσια – Ικανοποίηση στην Αθήνα, liberal.gr, διαθέσιμο εδώ
- Συμβούλιο Ασφαλείας: Καταδίκη της Τουρκίας για Βαρώσια – Ικανοποίηση Αθήνας, Λευκωσίας, ΈΘΝΟΣ, διαθέσιμο εδώ