14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΠεριηγήσεις στις Ευρωπαϊκές ΠρωτεύουσεςΗ εκκλησία του Ιησού: Η ανατολή της τέχνης του Μπαρόκ

Η εκκλησία του Ιησού: Η ανατολή της τέχνης του Μπαρόκ


Του Θανάση Κουκόπουλου,

“Ad maiorem Dei gloriam”- ήτοι «Εις μείζονα Θεού δόξαν!». Το σύνθημα του ρωμαιοκαθολικού τάγματος των Ιησουιτών, με το οποίο σχετίζεται άμεσα το εν λόγω μνημείο της «αιώνιας πόλης», δεν θα μπορούσε να μην αντανακλάται με υπέρλαμπρο τρόπο στο πρώτο μπαρόκ κτίριο στην ιστορία της τέχνης. Αυτός ήταν ο στόχος των δημιουργών του.

Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή. Το 1517, ο Μαρτίνος Λούθηρος διακήρυξε επίσημα την αντίθεσή του απέναντι στις διδασκαλίες της καθολικής εκκλησίας, πυροδοτώντας ένα κίνημα που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως «θρησκευτική μεταρρύθμιση», και σηματοδότησε την εμφάνιση του προτεσταντισμού, του τρίτου μεγάλου κλάδου της χριστιανοσύνης. Η αντίδραση του ρωμαιοκαθολικού κόσμου ήταν σφοδρή και η προσπάθεια ανασυγκρότησης άμεση. Η τελευταία χαρακτηρίστηκε ως «αντιμεταρρύθμιση» ή «καθολική μεταρρύθμιση».

Σταθμό σε αυτή τη μεταρρύθμιση αποτέλεσε η σύνοδος του Trento (1545-1563), στην οποία μεταξύ άλλων τονίστηκε και η σημασία της απόδοσης τιμών προς τους αγίους, σε αντιδιαστολή προς τις προτεσταντικές διδασκαλίες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρουν παρουσιάζουν και οι διατάξεις που αφορούν στην τέχνη. Σύμφωνα με αυτές και την αποκωδικοποίησή τους από πλειάδα ρωμαιοκαθολικών θεολόγων η εκκλησιαστική τέχνη θα έπρεπε να είναι απέριττη, σαφής και ρεαλιστική.

Καίριας σημασίας ήταν η ίδρυση του μοναστικού τάγματος της «Συντροφιάς του Ιησού» (Societas Jesu στα λατινικά) ή αλλιώς Ιησουιτών από τον Ισπανό Ιγνάτιο Λογιόλα και τους συντρόφους του. Το τάγμα αυτό ανέπτυξε μία πολυσχιδή ιεραποστολική, αλλά και εκπαιδευτική δραστηριότητα και συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάκαμψη του Ρωμαιοκαθολικισμού.

Και ήταν το ίδιο τάγμα που έκανε τη διαφορά στην τέχνη και αποφάσισε να οικοδομήσει τον πρώτο ναό του, την εκκλησία του Ιησού στη Ρώμη (1568-84), σύμφωνα με ένα νέο στυλ, το οποίο γρήγορα εξαπλώθηκε στην ευρωπαϊκή ήπειρο (και όχι μόνο) και σημάδεψε την ιστορία της τέχνης· και δεν είναι άλλο από το Μπαρόκ, κύρια χαρακτηριστικά του οποίου αποτελούν η εξεζητημένη πολυτέλεια, οι πολύπλοκες και πληθωρικές επιφάνειες, η θεατρικότητα, η έξαρση της δραματικότητας, του φωτός και των συναισθημάτων, το άνοιγμα των γλυπτών στον χώρο, καθώς και η συγχώνευση και υποταγή των αρχιτεκτονικών, γλυπτικών και ζωγραφικών στοιχείων σε ένα ενιαίο και οργανικό σύνολο. Έτσι, γίνεται λόγος για «καθολικό έργο», γνωστό στη βιβλιογραφία και με τον γερμανικό όρο «Gesamtkunstwerk». Τα παραπάνω χαρακτηριστικά έχουν ως προφανή στόχο την υποβολή του θεατή στο μεγαλείο της βασιλείας των ουρανών, η είσοδος στην οποία, κατά την παπική διδασκαλία εκείνης της εποχής, εξασφαλιζόταν μόνο στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας.

Άποψη του εσωτερικού με την αψίδα του ιερού, δύο σφαιρικά τρίγωνα (=καμπύλα σημεία μετάβασης από τη βάση του κτιρίου στον τρούλο) και το κατώτερο τμήμα του τρούλου. Πάνω από το αέτωμα (=τριγωνική επίστεψη) της Αγίας Τράπεζας διακρίνεται σε μετάλλιο που περιβάλλεται από ακτίνες το σύμβολο των Ιησουιτών (IHS=Iesus Hominum Salvator=Ιησούς Σωτήρ των Ανθρώπων). Στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας εικονίζεται η λατρεία του Αμνού του Θεού. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Πολύ εύκολα μπορεί κανείς να αντιληφθεί όλα αυτά ήδη από την πρόσοψη της εκκλησίας σε σχέδια των Giacomo Barozzi da Vignola & Giacomo della Porta. Οι διπλές παραστάδες και οι κίονες, το κεντρικό παράθυρο, οι διάφορες κόγχες, οι είσοδοι και τα διάφορα γείσα (=ζώνες που ξεπροβάλλουν από την υπόλοιπη τοιχοποιία) και αετώματα δημιουργούν μία συνεχή εναλλαγή εσοχών και προεξοχών, προκαλώντας το μάτι να κινηθεί. Ταυτόχρονα προκαλούνται δραματικοί σκιοφωτισμοί, εντείνοντας τη μυστηριακή ατμόσφαιρα ήδη από το εξωτερικό.

Εισερχόμενος στο εσωτερικό ο επισκέπτης δεν μπορεί παρά να καθηλωθεί από τον εκρηκτικό και μαγευτικό συνδυασμό αρχιτεκτονικής, γλυπτικής και ζωγραφικής. Πρέπει να τονιστεί ότι η διακόσμηση υλοποιήθηκε σταδιακά. Τα διάφορα παρεκκλήσια εκχωρήθηκαν σε ιδιώτες χορηγούς. Ωστόσο, το εικονογραφικό πρόγραμμα τέθηκε υπό τον έλεγχο των Ιησουιτών. Ένα πρώιμο παράδειγμα είναι το παρεκκλήσιο των Αγγέλων (τρίτο από τα δεξιά), το οποίο διακοσμήθηκε στα τέλη του 16ου αι. από τον Federico Zuccari.

Το πρώτο σημείο, στο οποίο πρέπει να στρέψει το βλέμμα του ο επισκέπτης είναι αναμφισβήτητα η θολωτή οροφή του κεντρικού κλίτους, στην οποία διακρίνεται η λατρεία του ονόματος του Ιησού (1678-79), νωπογραφία του Giovanni Battista Gaulli, γνωστού και ως Baciccio. Για μία ακόμα φορά, όπως και στην πρόσοψη και στο ιερό, διακρίνεται το έμβλημα των Ιησουιτών (ΙHS= Iesus Hominum Salvator= Ιησούς Σωτήρ των Ανθρώπων). Το υπερκόσμιο, εκτυφλωτικό φως, που εκπέμπει, έλκει αγγέλους και δικαίους προς δοξολογία του και συντρίβει τους αμαρτωλούς και αιρετικούς στον Άδη (σαφής αναφορά στις ιδιαίτερες συνθήκες της εποχής). Εντύπωση προκαλούν τα ασαφή όρια μεταξύ των γλυπτικών, αρχιτεκτονικών και ζωγραφικών στοιχείων. Τμήματα της νωπογραφίας εισχωρούν στη θολωτή οροφή, ενώ ανάγλυφοι άγγελοι από stucco (=μείγμα ασβέστη, γύψου, αργίλου και μαρμαρόσκονης) συγκρατούν το πλαίσιο της νωπογραφίας. Έτσι, έχουμε ένα τέλειο δείγμα “Gesamtkunstwerk”. Επιπλέον, οι σκιές της οροφής δεν είναι φυσικές, αλλά τεχνητές! Βλέπουμε για πολλοστή φορά πόσο πολύ εξαίρεται η δύναμη του φωτός.

Ο Baciccio φιλοτέχνησε άλλα οκτώ νωπογραφικά σύνολα στις οροφές της εκκλησίας, μεταξύ άλλων και στον τρούλο, όπου διακρίνεται παρόμοια σύλληψη με αυτή της κεντρικής θολωτής οροφής. Φαίνεται πως τον βοήθησε ο μέντοράς του, ο κορυφαίος καλλιτέχνης Gianlorenzo Bernini, όπως αποδεικνύεται από τη μεγάλη συνθετική δύναμη και τις έντονα σωματώδεις μορφές, οι οποίες παραπέμπουν ξεκάθαρα σε πρότυπα γλυπτικής. Την πλειοψηφία των γλυπτών από stucco ανέλαβε ένας από τους σημαντικότερους βοηθούς του Bernini, ο Antonio Raggi.

Giovanni Battista Gaulli, Η λατρεία του ονόματος του Ιησού, 1678-79, νωπογραφία στην οροφή της εκκλησίας του Ιησού, Ρώμη. Πηγή εικόνας: Triumph of the Name of Jesus; fresco, vault of the nave, Il Gesu, Rome on JSTOR

Πέρα από τις οροφές, αξίζει ο επισκέπτης να προσέξει το παρεκκλήσιο που είναι αφιερωμένο στον ιδρυτή του τάγματος και βρίσκεται στο αριστερό τμήμα του εγκάρσιου (=κάθετου) κλίτους. Ολοκληρώθηκε το 1695 και είναι έργο του Andrea Pozzo. Κάθε μέρα, στις 17:30, ο ζωγραφικός πίνακας, ο οποίος απεικονίζει την είσοδο του Αγίου Ιγνατίου στον παράδεισο και την προσκύνηση του Χριστού, κατεβαίνει, σαν αυλαία θεατρικής σκηνής, αποκαλύπτοντας ένα ασημένιο άγαλμα του Αγίου Ιγνατίου.

Andrea Pozzo, Παρεκκλήσιο Αγίου Ιγνατίου, 1695, Εκκλησία του Ιησού, Ρώμη. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Τέλος, ας μην παραλειφθεί και η είσοδος στο παρεκκλήσιο, όπου φυλάσσεται ένα σπάραγμα τοιχογραφίας που απεικονίζει την «Παναγία της Οδού» (=Madonna della Strada). Η εικόνα αυτή έδωσε το όνομά της στην εκκλησία που βρισκόταν στο ίδιο σημείο, πριν να χτιστεί ο ναός του Ιησού. Η έντονη πλαστικότητα των μορφών της Θεοτόκου και του Θείου Βρέφους μαρτυρούν την αναγεννησιακή στροφή του καλλιτέχνη, ο οποίος, όμως, δεν ξεφεύγει από τη σχηματοποίηση, έως ένα βαθμό τουλάχιστον, τη μετωπικότητα και τον υπερβατικό κυανό φόντο της βυζαντινής τέχνης, της maniera greca, όπως την αποκάλεσαν τελικά οι ίδιοι οι Ιταλοί.

Madonna della Strada, 15ος αι., παρεκκλήσιο Madonna della Strada, εκκλησία του Ιησού, Ρώμη. Πηγή εικόνας: chiesadelgesu.org

Δεν μπορεί κανείς να μείνει ασυγκίνητος μπροστά σε όλο αυτό το μεγαλείο. Ωστόσο, εάν ο θεατής περιοριστεί απλώς σε έναν αισθητικό θαυμασμό του όλου διακόσμου, τότε η επίσκεψη χάνει το νόημά της. Εντέλει, σημασία έχει να θέτει κανείς ερωτήματα σε ένα έργο τέχνης. Γιατί, όπως πολύ σωστά έχει επισημάνει ο μεγάλος ιστορικός της τέχνης Heinrich Wölfflin: «Το παν είναι να μάθουμε να βλέπουμε».


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Balass G., «Five Hierarchies of Intercessors for Salvation: The Decoration of the Angels’ Chapel in
    the Gesù», Artibus et Historiae 24/47 (2003), 177-208. Διαθέσιμο εδώ
  • Enggass R., «Bernini, Gaulli, and the Frescoes of the Gesù», The Art Bulletin 39/4 (1957), 303-305. Διαθέσιμο εδώ
  • Λάββας Γ. Π., Επίτομη Ιστορία της Αρχιτεκτονικής, Θεσσαλονίκη 2002 (ανατύπωση Θεσσαλονίκη 2008).
  • Llewellyn N., «Baroque and the World of the Artist», στο Snodin M., Llewellyn N. (επιμ.), Baroque-Style in the Age of Magnificence (1620-1800), Λονδίνο 2009, 12-71. Διαθέσιμο εδώ
  • Χαραλαμπίδης Α., Μπαρόκ: Αρχιτεκτονική-Γλυπτική-Ζωγραφική, Θεσσαλονίκη 2017.
  • Pozzo, Saint Ignatius Chapel, Il Gesù (video) | Khan Academy, Διαθέσιμο εδώ
  • Chiesa del Santissimo Nome di Gesù all’Argentina (chiesadelgesu.org), Διαθέσιμο εδώ

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θανάσης Κουκόπουλος
Θανάσης Κουκόπουλος
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Είναι τελειόφοιτος του τμήματος Ιστορίας - Αρχαιολογίας του Α.Π.Θ με ειδίκευση στην αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης. Γνωρίζει πολύ καλά αγγλικά και μαθαίνει γερμανικά και ρωσικά. Αγαπάει πολύ την αρχαιολογία, την ιστορία της τέχνης και την ιστορία γενικότερα και ιδιαίτερα τον βυζαντινό πολιτισμό, αλλά και την μπαρόκ τέχνη. Όνειρό του είναι να γίνει θεράπων της βυζαντινολογίας.