15 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΔιεθνήΜογγολία: «Φλερτάροντας» με τον αυταρχισμό

Μογγολία: «Φλερτάροντας» με τον αυταρχισμό


Του Νικόλαου Τσελέντη,

Η Μογγολία κατατάσσεται στις χώρες της Ανατολικής Ασίας και χαρακτηρίζεται για την ιδιαίτερη γεωγραφική της μορφολογία, ούσα περίκλειστη, δηλαδή χωρίς κάποια έξοδο προς ωκεανό ή θάλασσα. Διαθέτει μία μακραίωνη ιστορία, με αποκορύφωμά της την περίφημη «Μογγολική Αυτοκρατορία», ενώ έχει δεχτεί αμέτρητες εισβολές από την όμορη Κίνα κατά τη μετα-αυτοκρατορική περίοδο. Η ανεξαρτησία της επήλθε σταδιακά, ύστερα από την πτώση της δυναστείας των Τσινγκ το 1911 και δεκατρία χρόνια αργότερα, το 1924, ιδρύθηκε η Λαϊκή Δημοκρατία της Μογγολίας, με την υποστήριξη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.

Έκτοτε, το ασιατικό κράτος ακολούθησε μία πολιτική κατά τα πρότυπα της ΕΣΣΔ, διατηρώντας έναν μοναδικό κομματικό σχηματισμό, το Λαϊκό Επαναστατικό Κόμμα Μογγολίας (Mongolian People’s Revolutionary Party – MPRP), που είχε συνεισφέρει τα μέγιστα στην εγχώρια επανάσταση κατά τα έτη 1920-1924. Καθ’ όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου επικράτησε ο μονοκομματισμός στη χώρα, αφού η σοβιετική επιρροή ήταν ισχυρή και αναγκαία, ιδίως σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπου απειλείτο η ασφάλεια της Μογγολίας από άσπονδους εχθρούς, όπως η Κίνα. Η διαδικασία εκδημοκρατισμού τέθηκε επί τάπητος μόνον όταν ανήλθε στην εξουσία της ΕΣΣΔ ο Μιχαήλ Γκορμπατσώφ, ο οποίος προέβη σε ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις (περεστρόικα) και πολιτικές (γκλάσνοστ), και εν τέλει πραγματοποιήθηκε το 1992 με τη ψήφιση ενός νέου Συντάγματος.

Στιγμιότυπο από τις διαδηλώσεις στη Μογγολία στις αρχές του 1990, με αίτημα τον εκδημοκρατισμό των θεσμών της χώρας. Πηγή εικόνας: Democracy Speaks

Το νεοψηφισθέν Σύνταγμα προέβλεπε την κατάργηση του τίτλου της «λαϊκής δημοκρατίας», πράξη που σήμαινε την καθιέρωση ενός πολυκομματικού συστήματος και τη μετάβαση προς τη φιλελευθεροποίηση της αγοράς. Ως πολίτευμα ορίστηκε η Ημιπροεδρική Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, με τη νομοθετική εξουσία να ασκείται από το επονομαζόμενο σώμα «Μεγάλο Χουράλ» (The Great Khural). Αξίζει να τονισθεί πως η Μογγολία πρωτοτύπησε στον τομέα της πολιτικής, εντάσσοντας ομαλά το -μέχρι πρότινος κραταιό- κομμουνιστικό κόμμα στις εθνικές διεργασίες, δίνοντάς του την ευκαιρία να λάβει μέρος στις πρώτες ελεύθερες εκλογές της χώρας. Μάλιστα, παρά την ήττα του στις προεδρικές εκλογές του 1993 και στις βουλευτικές του 1996, το MPRP επιβεβαίωσε πως είχε εδραιωθεί στην εγχώρια πολιτική σκηνή, με τις μεταγενέστερες, αλλεπάλληλες επιτυχίες του, που φθάνουν στο σήμερα.

Πράγματι, με εξαίρεση τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 1996 και του 2012, το MPRP, το οποίο μετονομάστηκε σε Mongolian People’s Party (MPP) το 2010, έχει κυριαρχήσει στο 76μελές νομοθετικό σώμα της χώρας, επιδεικνύοντας τη χρόνια δυναμική του. Ωστόσο, παρατηρείται ένα παράδοξο: από το 2005 κι έπειτα, ο Πρόεδρος της χώρας προέρχεται από άλλους κομματικούς σχηματισμούς και, κυρίως, από το νεοϊδρυθέν Δημοκρατικό Κόμμα Μογγολίας (Democratic Party – DP), που μετρά μόλις 21 χρόνια ζωής. Τα προαναφερθέντα κόμματα φαίνεται να έχουν εξαλείψει κάθε είδους ανταγωνισμό μεταξύ των εναπομεινάντων υποψηφίων και κατά συνέπεια έχει δημιουργηθεί ένα ιδιότυπο δικομματικό σύστημα με πολύ λεπτές ισορροπίες. Με άλλα λόγια, μπορεί ο Πρόεδρος της χώρας να κατέχει έναν πιο συμβολικό ρόλο συγκριτικά με το Μεγάλο Χουράλ, εντούτοις δύναται να ασκήσει βέτο στις αποφάσεις της Βουλής, προκαλώντας συχνές αναταραχές. Όπερ και εγένετο.

Τα δύο κυρίαρχα κόμματα της πολιτικής σκηνής της Μογγολίας. Πηγή εικόνας: Reddit

Από το 2017, καθήκοντα Προέδρου εκτελούσε ο Khaltmaagiin Battulga, αρχηγός του DP. Καθώς το Κοινοβούλιο βρισκόταν υπό τον έλεγχο του MPP, με αρχηγό του κόμματος και Πρωθυπουργό τον Ukhnaagiin Khürelsükh, ο Battulga επεδίωκε τη συνεργασία μεταξύ τους, προκειμένου να εξυπηρετούνται τα συμφέρονται και των δύο πλευρών. Ο ηγέτης του MPP δέχθηκε την πρόταση του Προέδρου, παρότι γνώριζε πως μπορούσε να διαμορφώσει αυτόνομη πολιτική, παραγκωνίζοντάς τον. Βέβαια, η περίοδος χάριτος δεν διήρκησε επ’ άπειρον. Η πανδημία του κορωνοϊού έφερε στην επιφάνεια όλες τις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού και το DP μετετράπη σε αποδιοπομπαίο τράγο, διότι οι υποσχέσεις του για μία ριζική αλλαγή αποδείχθηκαν ατελέσφορες.

Η δυσαρέσκεια του λαού εκφράστηκε στις κάλπες περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Στις βουλευτικές εκλογές του 2020, το MPP κέρδισε 62 από τις 76 συνολικές έδρες του Κοινοβουλίου, με το DP να βλέπει τη δημοτικότητά του να μειώνεται δραματικά, αποκτώντας μόλις 11. Το MPP αντιλήφθηκε πως η διαχείριση της πανδημίας διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην κρίση των κατοίκων της Μογγολίας και ο Khürelsükh αποφάσισε να παραιτηθεί στις αρχές του Ιανουαρίου του 2021, για να μην του προσάψουν κατηγορίες και για να θέσει απρόσκοπτα υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές του ίδιου έτους. Οι εξελίξεις αυτές έκρουσαν τον κώδωνα στον Πρόεδρο Battulga, ο οποίος προσπάθησε να διεκδικήσει εκ νέου το χρίσμα, παρακάμπτοντας το Σύνταγμα της χώρας, το οποίο αναφέρει ρητώς ότι κανένας εκλεγμένος Πρόεδρος δεν δύναται να επανεκλεγεί.

Ο πρώην Πρόεδρος της Μογγολίας, Khaltmaagiin Battulga. Πηγή εικόνας: Reuters

Μόλις το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε ότι η ενέργεια του Battulga ήταν αντίθετη προς το Σύνταγμα και άρα παράνομη, τού απαγόρευσε να λάβει μέρος στην προεκλογική εκστρατεία, τονίζοντας την υποχρέωσή του να σέβεται τους νόμους του κράτους. Έτσι, τρεις ημέρες αργότερα, ο Battulga εξέδωσε οδηγία, σύμφωνα με την οποία καταργούσε το MPP, ισχυριζόμενος ότι το κόμμα είναι «μαχητικό, ικανό να αναλάβει στρατιωτικές ενέργειες», υπό την έννοια ότι ο στρατός είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με το MPP και ενδέχεται να υπονομεύσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας. Η εν λόγω βιαστική και παράτολμη κίνηση του Battulga δεν απέδωσε καρπούς, με το Δικαστήριο και το Κοινοβούλιο να τον αγνοούν επιδεικτικά.

Προεδρικές Εκλογές Ιουνίου 2021

Στις πολυσυζητημένες προεδρικές εκλογές του προηγούμενου μήνα ο Ukhnaagiin Khürelsükh δεν είχε αντίπαλο. Συγκέντρωσε το 68% της λαϊκής ψήφου, ανταγωνιζόμενος τον Sodnomzundui Erdene του Δημοκρατικού Κόμματος και τον Dangaasuren Enkhbat του Εθνικού Εργατικού Κόμματος (National Labour Party). Θεωρητικά, η εκλογική διαδικασία ήταν καθόλα νόμιμη, αφού δεν καταγράφηκαν περίεργα περιστατικά την ημέρα της ψηφοφορίας. Όμως, επί του πρακτέου το MPP δεν άφησε κανένα περιθώριο κινδύνου, αυξάνοντας τους πόρους της εκστρατείας, πληρώνοντας αδρά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης της χώρας, την στιγμή που οι άλλοι δύο συνασπισμοί βρίσκονταν σε δυσχερέστερη μοίρα. Ακόμη, εξόχως προβληματική ήταν η πενιχρή προσέλευση στις κάλπες (λιγότερη από 60%), αποδεικνύοντας τόσο τη συσσωρευμένη απογοήτευση του πληθυσμού όσο και την επίγνωση της έκβασης μίας προδιαγεγραμμένης εκλογικής «μονομαχίας».

Ο Ukhnaagiin Khürelsükh κατά τη διάρκεια της ορκωμοσίας του ως Πρόεδρος της Μογγολίας, στις 25 Ιουνίου. Πηγή εικόνας: AKlpress News Agency

Προχωρώντας σε μία δεύτερη ανάγνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων, η εύκολη επικράτηση του MPP αποδίδεται στο σχέδιό του περί ανακάμψεως της εθνικής οικονομίας. Ειδικότερα, βασίζεται στην πολιτική του “supercycle”, στην αύξηση δηλαδή της ζήτησης των αγαθών, στην οποία οι παραγωγοί καλούνται να ανταπεξέλθουν, ανεβάζοντας τις τιμές των προϊόντων τους. Με επίκεντρο αυτή την τεχνική, η Μογγολία περίπου πριν από μία δεκαετία θεωρείτο η ταχύτερα αναπτυσσόμενη χώρα του κόσμου, εξαιτίας της οικονομικής της αλληλεξάρτησης με την Κίνα, η οποία αποτελούσε τον βασικό της εταίρο και απορροφούσε τεράστιο όγκο εξαγώγιμων προϊόντων.

Το MPP, λοιπόν, διαπίστωσε πως, μόλις η ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας επιβραδύνθηκε, η εγχώρια οικονομία δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει άμεσα στη νέα πραγματικότητα. Όντας, μάλιστα, το DP στο πηδάλιο της εξουσίας, επωμίστηκε εκείνο την ευθύνη της κακής προσαρμογής στους αναδυόμενους σκοπέλους, επειδή δεν είχε προβεί σε έγκαιρα, παρεμβατικά μέτρα, όπως θα έπραττε το MPP, που είναι φύσει συγκεντρωτικό. Εξάλλου, το MPP ενστερνίζεται την άποψη του Κινέζου Προέδρου Xi Jinping περί «κοινότητας κοινού πεπρωμένου», κατά την οποία η οικονομική ευημερία επέρχεται με το κόστος της παραχώρησης των ελευθεριών, έχοντας μία ισχυρή ηγεσία. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι το «κοινό πεπρωμένο» αφορά στη μετατροπή της Μογγολίας σε μία «δεύτερη Κίνα», κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν.

Η Μογγολία εξαρτάται οικονομικά από την Κίνα, η οποία αποτελεί τον μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο, απορρωφώντας περί το 90% των συνολικών εξαγωγών της. Πηγή εικόνας: News From Non-Aligned World

Συνοψίζοντας, η Μογγολία παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με κράτη που αποτελούσαν επίσης πρώην σοβιετικές δημοκρατίες (Κιργιστάν, Αρμενία, Γεωργία, Ουκρανία). Όπως εκείνα, έτσι κι αυτή προσπαθεί να πατάξει τους αναχρονιστικούς θεσμούς και να εγκαθιδρύσει μία μεστή δημοκρατία, την οποία θα απολαμβάνουν όλοι οι πολίτες και όχι μόνον η ελίτ της χώρας. Ωστόσο, κάθε τροχοπέδη, που εμφανίζεται στο δρόμο προς τη δημοκρατία, γίνεται η αφορμή για επιστροφή στις «ρίζες» και στο παλαιό κατεστημένο, όπου κυριεύει ο μονοκομματισμός και ο παραγκωνισμός των αντιφρονούντων. Εάν δεν αλλάξει άρδην η υφιστάμενη κατάσταση, τότε η γενέτειρα του Τζένγκις Χαν θα έχει κάνει ένα ολικό πισωγύρισμα…


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Mongolia edges towards autocracy, Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ
  • Mongolia’s ruling party secures a thumping victory, The Economist, διαθέσιμο εδώ
  • Here’s how democracy is eroding in Mongolia, The Washington Post, διαθέσιμο εδώ
  • After Wild Election Season, What’s Next for Mongolia?, The Diplomat, διαθέσιμο εδώ
  • Mongolia faces a challenge to its democratic development, Geopolitical Intelligence Services, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Τσελέντης
Νίκος Τσελέντης
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι φοιτητής του τμήματος Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Έχει παρακολουθήσει αρκετές ομιλίες και ημερίδες σχετικές με το αντικείμενο των σπουδών του. Ιδιαίτερη είναι η συμμετοχή του σε συνέδριο προσομοίωσης του ΟΗΕ (RhodesMRC). Είναι γνώστης της Αγγλικής και αυτήν την περίοδο διδάσκεται τη Γαλλική γλώσσα.