Της Μανταλένας Κατωπόδη,
Το παγκόσμιο νομισματικό σύστημα το 1827 βασιζόταν στο σύστημα του διμεταλλισμού της Γαλλίας. Ένα νομισματικό πρότυπο το οποίο θεμελιώνεται στον άργυρο και τον χρυσό, με μία μονάδα νομίσματος σε σταθερή αναλογία. Εκείνοι που υποστήριζαν το σύστημα του διμεταλλισμού, υποστήριζαν επίσης και ότι επέφερε σταθερή αύξηση στη προσφορά χρήματος, πράγμα το οποίο σταθεροποιούσε την οικονομία. Έτσι, στα τέλη του 19ου αιώνα το επιχείρημα αυτό αποδείχτηκε με το λεγόμενο ‘’Gold rush’’,δηλαδή την ανακάλυψη χρυσού. Ωστόσο χώρες όπως η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής βασίζονταν στον κανόνα του χρυσού και του αργύρου αντίστοιχα, λίγα έτη νωρίτερα.
Στην Ελλάδα, έως και το 1828 δεν υπήρχε ελληνικό νόμισμα, έτσι η διεκπεραίωση των συναλλαγών γινόταν κυρίως με τούρκικα νομίσματα και ξένα. Το 1828 για πρώτη φόρα, καθιερώθηκε εθνικό νομισματικό σύστημα, το οποίο στηριζόταν στον κανόνα του αργύρου έως και το 1832. Ως νομισματική μονάδα είχε το φοίνικα του Ιωάννη Καποδίστρια. Συμβολικό νόμισμα, καθώς ήταν το σύμβολο της Φιλικής Εταιρείας. Όμως μετά τη δολοφονία του, πέρα από το πολιτικό σύστημα επηρεάστηκε και το νομισματικό σύστημα της χώρας. Λίγους μήνες μετά, η Ελλάδα υιοθέτησε το πρότυπο του διμεταλλισμού με νομισματική μονάδα την άργυρη δραχμή του Όθωνα.
Τη περίοδο εκείνη και λίγες δεκαετίες μετά, η Ελλάδα ήταν μία διαλυμένη χώρα και οικονομία, αφού είχε προηγηθεί ο πόλεμος της Ανεξαρτησίας. Επικρατούσε οικονομικός μαρασμός. Η αποπληρωμή των δανείων στη περίοδο 1824-1925 δεν ήταν εφικτή και αυτό στάθηκε εμπόδιο για την εισαγωγή της χώρας στις ευρωπαϊκές κεφαλαιαγορές.
Ο οικονομικός τομέας της γεωργίας είχε πολύ μικρή αποτελεσματικότητα, καθώς δεν υπήρχε ατομική ιδιοκτησία -βασική προϋπόθεση για την παραγωγή εμπορευμάτων- και οι εθνικές γαίες δεν έδιναν τη δυνατότητα στους χωρικούς να αποκτήσουν τη κυριότητα των κτημάτων που καλλιεργούσαν. Ωστόσο, το στοιχείο της βιομηχανικής ανάπτυξης δεν εντοπίζεται.
Οι επενδύσεις στον τομέα της γεωργίας βρίσκονταν σε έλλειψη. Ένα από τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι παραγωγοί ήταν το ελλιπές οδικό δίκτυο. Τα περισσότερα αγαθά πωλούνταν διά θαλάσσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση του κόστους των προϊόντων από περιοχή σε περιοχή. Για παράδειγμα η τιμή του σίτου στην Αθήνα ήταν κατά 33% υψηλότερη σχετικά με τη τιμή στην Λιβαδειά. Μόνη διαφυγή των παραγωγών ήταν οι εμποροπανηγύρεις, όπου είχαν την ευκαιρία να πωλήσουν τα προϊόντα τους, όπως κρασί ή λάδι.
Το εμπόριο βοήθησε αρκετά τη χώρα παρά το διαρκές έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών, αφού οι εισαγωγές ήταν περισσότερες από τις εξαγωγές. Τα έσοδα από το τελωνείο συνεισέφεραν σημαντικά και αποτέλεσαν σημαντικό ποσοστό των δημόσιων εσόδων και παράλληλα συνετέλεσε στο επισιτιστικού ζήτημα που αντιμετώπιζε η χώρα. Η ναυτιλία με τη σειρά της και συγκεκριμένα η ίδρυση της πρώτης μετοχικής Ελληνικής Ατμοπλοΐας, η οποία διαλύθηκε το 1892, παρήγαγε σημαντικό έργο και η εγκατάσταση Ελλήνων της διασποράς και φιλελλήνων αποτελούσαν πηγές εισροής κεφαλαίων.
Καθώς η χώρα δεν είχε πρόσβαση στις ευρωπαϊκές χρηματαγορές και χρειαζόταν άμεσα πόρους, έτσι ο Καποδίστριας έκανε τη πρώτη προσπάθεια ίδρυσης ενός εθνικού τραπεζικού ιδρύματος το 1828, όπου πήρε την υπόσταση κρατικής τράπεζας. Η λειτουργία της όμως διέφερε. Δεν ήταν εκδοτική τράπεζα, αλλά δανειστικός οργανισμός του κράτους. Στόχος της δημιουργίας της, ήταν η χρηματοδότηση του κράτους και η οικονομική ενίσχυση της γεωργίας, του εμπορίου και της βιομηχανίας. Η προσπάθεια του Καποδίστρια απέτυχε και το 1834 η χρηματιστηριακή τράπεζα επήλθε σε πρόωρη διάλυση, διότι το κράτος δανειζόταν όλα τα διαθέσιμα για την κάλυψη ελλειμμάτων και δεν υπήρχε προθυμία κατάθεσης ιδιωτικών κεφαλαίων.
Λίγα χρόνια μετέπειτα με την ψήφιση ενός νέου νόμου στις 30 Μαρτίου 1841, η Τράπεζα ξεκίνησε και πάλι τη λειτουργία της το 1842 με κεφάλαιο 5 εκατομμύρια δραχμές και πλέον της παραχωρήθηκε το δικαίωμα έκδοσης τραπεζικών γραμματίων. Ιδρύθηκε ως ιδιωτική επιχείρηση με ξένο κεφάλαιο. Ο χαρακτήρας ήταν μικτός, δηλαδή είχε ταυτόχρονα εκδοτική, κτηματική και προεξοφλητική λειτουργία.
Το 1848 η κοινωνική αναταραχή που επικρατούσε στη Γαλλία προκάλεσε πολιτική αστάθεια, η οποία επέφερε παγκόσμια εμπορική κρίση και τελικά παγκόσμια νομισματική κρίση. Η Εθνική Τράπεζα προχώρησε σε αναστολή της εξαργύρωσης των τραπεζικών γραμματίων και προσωρινή παύση της μετατρεψιμότητας του τραπεζογραμματίου της για να διαφυλάξει τα συναλλαγματικά της διαθέσιμα. Ωστόσο, μείωσε των αριθμό των χορηγιών και προκάλεσε πιέσεις στο πιστωτικό σύστημα, αλλά και στον εμπορικό τομέα με την απαίτηση εξόφλησης όλων των απαιτήσεών της. Αφού περνούσε ο κίνδυνος, θα επέστρεφε ξανά στη μετατρεψιμότητα του νομίσματος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Η δραχμή από το φοίνικα στο ευρώ. Γιώργος Αλογοσκούφης, Σοφία Λαζαρέτου.
- Bimetallic Standard, Investopedia. Διαθέσιμο εδώ.