Της Ραφαέλας – Γεωργίας Τσιμτσιλή,
Η Μπίλι Χόλιντεϊ ήταν μία από τις διασημότερες Αμερικανίδες ερμηνεύτριες της τζαζ μουσικής, μπαίνοντας στην λίστα των σπουδαιότερων τραγουδιστριών των Η.Π.Α.
Το πραγματικό της όνομα ήταν Ελεονόρα Φέιγκαν, γεννημένη στις 7 Απριλίου 1915, στην Βαλτιμόρη του Μέριλαντ, από ένα ανήλικο ζευγάρι και έζησε μία δύσκολη παιδική ηλικία. Ο πατέρας της, Κλάρενς Χάλιντεϊ, ήταν κιθαρίστας στην ορχήστρα του Φλέτσερ Χέντερσον, αλλά δεν την αναγνώρισε ποτέ ως τέκνο του, παρά μόνο μετά την μεγάλη της επιτυχία. H Χόλιντεϊ μεγάλωσε με την μητέρα της στα όρια της φτώχειας, παράτησε το σχολείο στην πέμπτη τάξη και έκανε τα θελήματα σε οίκο ανοχής της περιοχής.
Η ζωή της άλλαξε, όταν η μητέρα της την πήρε και μετακόμισαν στην Νέα Υόρκη. Σε ηλικία 12 ετών συνελήφθη για πορνεία και έπειτα, ξεκίνησε να ψάχνει δουλειά ως χορεύτρια σε νυχτερινά μαγαζιά της περιοχής. Η ζήτηση ήταν μειωμένη και τυχαία πέρασε από οντισιόν ως τραγουδίστρια. Ήταν αυτοδίδακτη και περιέγραψε το στυλ της ως μείγμα πολλών ακουσμάτων, καταφέρνοντας να κλέψει τις εντυπώσεις. Περίπου το 1930, άλλαξε το όνομα της σε Μπίλι, από την ηθοποιό Billie Dove και παραποίησε το επίθετο του πατέρα της, αποκτώντας έτσι το καλλιτεχνικό της όνομα, Μπίλι Χόλιντεϊ.
Σε ηλικία 20 ετών, ο μουσικός και παραγωγός, Τζον Χάμοντ, την ανακάλυψε και την βοήθησε να ανελιχθεί. Το 1938, μπήκε στην ορχήστρα του Άρτι Σω και αποτέλεσε μία από τις πρώτες Αφροαμερικανίδες τραγουδίστριες που δούλεψαν με «λευκή» ορχήστρα. Ερμήνευσε τραγούδια σταθμός, όπως το τραγούδι διαμαρτυρίας “Strange Fruit”, το “Trav’lin All Alone” και το “God Bless the Child”. Έγινε γνωστή για το καταπληκτικό μέταλλο της φωνής της, την ειδική άρθρωση και για τις λευκές γαρδένιες που φορούσε στα μαλλιά.
Δέχτηκε αρκετές ρατσιστικές επιθέσεις και λόγω αυτών απέφευγε τις περιοδείες και τις μετακινήσεις εκτός της Νέας Υόρκης. Συνάμα, ενώ, το όνομά της βρισκόταν πρώτο στην μαρκίζα, εκείνη αναγκαζόταν να μπαίνει από την είσοδο του προσωπικού για να μην «ανακατευτεί» με το καυκάσιο κοινό της.
Ήταν εθισμένη στο αλκοόλ και στην ηρωίνη, κάτι που την οδήγησε σε επανειλημμένες συλλήψεις από την αστυνομία στα τέλη του 1940. Τελικά πέθανε από κίρρωση του ήπατος, στις 17 Ιουλίου 1959, σε ηλικία 44 ετών, στο Νοσοκομείο Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης.