Της Δήμητρας Παναγιωτακοπούλου,
Η νόσος του Crohn και η ελκώδης κολίτιδα είναι συλλογικά γνωστά ως φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου (ΦΝΕ). Η νόσος του Crohn προκαλεί φλεγμονή πλήρους πάχους στα τοιχώματα οποιουδήποτε μέρους του πεπτικού συστήματος, από το στόμα έως και τον πρωκτό, ενώ η ελκώδης κολίτιδα είναι φλεγμονή της εσωτερικής επένδυσης του παχέος εντέρου (κόλον και ορθό). Συνήθως, οι παθήσεις αυτές εντοπίζονται για πρώτη φορά σε άτομα ηλικίας μεταξύ 15 και 30 ετών, αλλά μπορεί να εμφανιστούν σε οποιαδήποτε ηλικία. Η νόσος του Crohn κάνει όλο και πιο συχνή την εμφάνισή της σε παιδιά κάτω των 9 ετών. Τα άτομα που πάσχουν, μπορούν τις περισσότερες φορές να ζήσουν μια φυσιολογική ζωή, ακολουθώντας θεραπείες για τη διαχείριση των συμπτωμάτων που προκαλούν οι φλεγμονώδεις αυτές νόσοι.
Ποια είναι, όμως, αυτά τα συμπτώματα; Η ναυτία, η κούραση, η διάρροια, η απώλεια βάρους, ο πυρετός, ο υποσιτισμός, η δυσκοιλιότητα, η καθυστερημένη ή μειωμένη ανάπτυξη στα παιδιά, το αίσθημα αδιαθεσίας και τα έλκη στο στόμα είναι μερικά μόνο από τα συμπτώματα που μπορεί να εμφανιστούν. Κάθε οργανισμός ανταποκρίνεται διαφορετικά στις νόσους, η βαρύτητα και η συχνότητα των συμπτωμάτων διαφέρουν. Δεν αποτελούν εξελισσόμενες καταστάσεις, εμφανίζονται περίοδοι έξαρσης και καταστολής των συμπτωμάτων.
Τα αίτια των ασθενειών αυτών παραμένουν άγνωστα, εικάζεται, όμως, από τους επιστήμονες ότι μπορεί να οφείλονται σε γονιδιακούς παράγοντες, σε κατεσταλμένο ανοσοποιητικό σύστημα, στο κάπνισμα, σε ανισορροπία της εντερικής χλωρίδας ή σε κάποια επιμόλυνση. Οι ασθένειες αυτές δεν είναι μεταδοτικές και δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποστηρίζουν πως μπορεί να οφείλονται σε διατροφικούς παράγοντες ή στο άγχος.
Οι ιατροί χρησιμοποιούν μια ποικιλία διαγνωστικών δοκιμών προκειμένου να εντοπίσουν τις φλεγμονώδης παθήσεις του εντέρου. Αυτές περιλαμβάνουν εξετάσεις αίματος, δοκιμές κινητικότητας του εντέρου, ακτινογραφίες, κολονοσκόπηση και γαστροσκόπηση. Σε ορισμένες περιπτώσεις πραγματοποιείται μαγνητική ή υπέρηχος.
Το είδος της θεραπείας εξαρτάται από το αν πάσχει κάποιος από ελκώδη κολίτιδα ή από νόσο του Crohn. Οι θεραπείες μπορεί να περιλαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή για να περιοριστούν οι εξάρσεις, στεροειδή, φάρμακα για να μειωθεί η δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος, ή διορθωτική επέμβαση για να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις των συμπτωμάτων. Η αναπροσαρμογή της διατροφής του ασθενή, ύστερα από σύσταση ιατρού, μπορεί να βοηθήσει στον έλεγχο κάποιων συμπτωμάτων, αλλά και να ενισχύσει την επίδραση των φαρμάκων.
Ο πάσχων πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός με τη διατροφή του, ώστε να μη φτάσει σε κατάσταση υποσιτισμού. Οι νόσοι αυτοί επηρεάζουν την πέψη και την απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών, αλλά και τα φάρμακα που λαμβάνει ο ασθενής, μπορεί να μειώσουν την όρεξη και να παρέμβουν στη σωστή απορρόφηση της τροφής. Επιπλέον, η φλεγμονή που προκαλείται ή κάποια χειρουργική επέμβαση που μπορεί να πραγματοποιηθεί, αυξάνουν τις ενεργειακές ανάγκες του οργανισμού.
Μακροπρόθεσμα, η μειωμένη πρόσληψη θρεπτικών συστατικών μπορεί να προκαλέσει προβλήματα, όπως αναιμία, απώλεια βάρους και καθυστέρηση στην ανάπτυξη των παιδιών. Κάποιες αλλαγές στη διατροφή που θα μπορούσαν να βοηθήσουν, είναι η χαμηλή κατανάλωση λιπαρών και λακτόζης, η λήψη πολλών υγρών, και μπορεί να χρειαστεί η λήψη συμπληρωμάτων διαστροφής. Τελικό λόγο σε όλα αυτά έχει, όμως, ο ιατρός που παρακολουθεί το άτομο με ΦΝΕ.
Μπορούν, επίσης, να προκληθούν φλεγμονές και σε άλλες περιοχές του σώματος, όπως στις αρθρώσεις, τα δάκτυλα των ποδιών και των χεριών, στα γόνατα, στους αστραγάλους, και στην σπονδυλική στήλη. Μπορεί, ακόμα, να δημιουργηθούν συρίγγια, μη φυσιολογικά ανοίγματα στο σώμα, ιδιαίτερα σε όσους πάσχουν από νόσο του Crohn. Πιθανή είναι και η εντερική απόφραξη. Στην περίπτωση αυτή, τα τρόφιμα δεν μπορούν να περάσουν από το έντερο του ατόμου, προκαλώντας σοβαρό κοιλιακό άλγος, φούσκωμα και μερικές φορές εμετό.
Οι νόσοι αυτοί δε θεραπεύονται, τα συμπτώματά τους μπορούν, όμως, να ελεγχθούν. Συνήθως χορηγούνται φάρμακα, όπως τα στεροειδή, που έχουν ως στόχο τη μείωση της φλεγμονής στο πεπτικό σύστημα. Άλλα φάρμακα αποτρέπουν την επιστροφή της φλεγμονής, ενώ μπορεί να πραγματοποιηθεί και χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία αφαιρείται ένα μικρό κομμάτι του πεπτικού.
Τα περισσότερα άτομα με φλεγμονώδη νοσήματα του εντέρου, όσο εφαρμόζουν σωστά τη θεραπευτική αγωγή και τις οδηγίες των επαγγελματιών υγείας, δεν εμφανίζουν έντονα τα συμπτώματα των νόσων για μεγάλες χρονικές περιόδους. Οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να είναι παραγωγικοί, δραστήριοι, και να απολαύσουν μια φυσιολογική ζωή.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Crohn’s disease and ulcerative colitis, Better Health Channel. Διαθέσιμο εδώ
- Crohn’s disease, nhs.uk. Διαθέσιμο εδώ