Της Δανάης Λυπιρίδη,
Οι οικονομικές και εμπορικές σχέσεις Ρωσίας και Κίνας, παρόλο που δεν θεωρήθηκαν θέματα υψηλής προτεραιότητας επί προεδρίας Yeltsin ή επί πρώτης προεδρίας Putin, σήμερα έχουν αποκτήσει σημαντική βαρύτητα. Από το 2014, η Ρωσία έχει γίνει ένας από τους πέντε μεγαλύτερους αποδέκτες κινεζικών άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) λόγω της πρωτοβουλίας “Belt and Road Initiative” (BRI) της κινεζικής κυβέρνησης. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, η BRI αποτελείται από την Οικονομική Ζώνη του αρχαίου Δρόμου του Μεταξιού, ένα διηπειρωτικό πέρασμα που συνδέει την Κίνα με τη νοτιοανατολική Ασία, τη Νότια Ασία, την Κεντρική Ασία, τη Ρωσία και την Ευρώπη από ξηράς, και έναν σύγχρονο Θαλάσσιο Δρόμο του Μεταξιού, μια θαλάσσια διαδρομή που συνδέει τις παράκτιες περιοχές της Κίνας με τη νοτιοανατολική και νότια Ασία, τον Νότιο Ειρηνικό, τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Αφρική, μέχρι την Ευρώπη.
Επιπλέον, η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας από το 2015. Ειδικότερα, το έτος 2020, ο όγκος εισαγωγών και εξαγωγών μεταξύ των δύο κρατών έφθασε σχεδόν τα 104 δισεκατομμύρια δολάρια Η.Π.Α. Αυτό συνέβη λόγω των οικονομικών κυρώσεων που επέβαλλαν η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής κατά της Ρωσίας μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014, οι οποίες επιτάχυναν την στροφή του ρωσικού ενδιαφέροντος στις ανατολικές αγορές. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Trading Economics, η Ρωσία εξάγει στην Κίνα κυρίως πρώτες ύλες (πρωτίστως υδρογονάνθρακες) και μηχανολογικά προϊόντα με αντάλλαγμα μεταποιημένα αγαθά και τεχνικά προϊόντα.
Επιπρόσθετα, προγραμματίζεται από το 2015 η ενσωμάτωση της κινεζικής πρωτοβουλίας BRI στην Ευρασιατική Οικονομική Ένωση (ΕΟΕ). Η ΕΟΕ είναι μια διεθνής οικονομική ένωση και ζώνη ελεύθερων συναλλαγών, η οποία περιλαμβάνει χώρες που βρίσκονται στην Κεντρική και Βόρεια Ασία και την Ανατολική Ευρώπη. Η δυνητική ενσωμάτωση του BRI στην ΕΟΕ, όπου ασκεί μεγάλη επιρροή η Ρωσία, φαίνεται καταρχάς να αποσκοπεί τόσο στην περαιτέρω ενίσχυση των οικονομικών και πολιτικών σχέσεων των δύο χωρών, όσο και στη διασφάλιση της διατήρησης της ρωσικής επιρροής στην Κεντρική Ασία ως απάντηση στην Ανατολική Εταιρική Σχέση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Γειτονίας. Η Ανατολική Εταιρική Σχέση απευθύνεται στα πρώην σοβιετικά κράτη της Αρμενίας, του Αζερμπαϊτζάν, της Λευκορωσίας, της Γεωργίας, της Μολδαβίας και της Ουκρανίας και απαιτεί από τις χώρες αυτές να προσχωρήσουν στην οικονομική και πολιτική ένωση της ΕΕ και να παραιτηθούν από τις εμπορικές συμφωνίες και τις πολιτικές τους σχέσεις με τη Ρωσία. Παράλληλα, δημιουργείται το πολυπόθητο ευνοϊκό επενδυτικό περιβάλλον για την ανάπτυξη της ρωσικής οικονομίας, όπως και ενισχύεται η θέση της χώρας στην παγκόσμια οικονομική διακυβέρνηση (μέσω των δράσεων της στην ΕΟΕ).
Αξίζει, ωστόσο, να αναφερθεί και το γεγονός ότι αρκετοί αναλυτές προειδοποιούν για την εξάρτηση της ρωσικής οικονομίας από την Κίνα, λόγω διαφοράς του επιπέδου ανταγωνιστικότητας των οικονομιών τους. Ειδικότερα, βάσει συγκεκριμένων συμπερασμάτων από την ανάλυση και την πορεία βασικών οικονομικών δεικτών, διαμορφώθηκε το σενάριο ότι η Ρωσία στο μέλλον θα καταστεί «δευτερεύων εταίρος» της Κίνας (“junior partner”), που πιθανότητα θα μπορούσε να οδηγήσει στη διάλυση της εταιρικής τους σχέσης. Ενδεικτικά, σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, το 2019 το κινεζικό ονομαστικό ΑΕΠ ήταν επτά φορές μεγαλύτερο από το ρωσικό, καθώς έφτανε τα 14,3 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το ρωσικό άγγιζε τα 1,7 τρισ. δολάρια. Εντούτοις, εξαρτησιακή σχέση ανάμεσα σε δυο κράτη δημιουργείται όταν η μία πλευρά χρησιμοποιεί κάποιο συγκριτικό της πλεονέκτημα για να ελέγξει τη διαδικασία εκπόνησης πολιτικών της άλλης. Συνήθως, η μόχλευση εθνικού χρέους μπορεί να καταστήσει μία χώρα ως σημαντικό παράγοντα επιρροής στο εσωτερικό κάποιας άλλης. Ενδεικτικό είναι, εδώ, το παράδειγμα των Η.Π.Α., οι οποίες εξασφάλισαν την επιρροή τους στον δυτικοευρωπαϊκό χώρο, μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέσω της μόχλευσης του εθνικού χρέους των δυτικοευρωπαϊκών κρατών. Προς το παρόν, η Κίνα δεν διαθέτει σημαντικά αξιόγραφα χρέους (debt instruments) για να ασκήσει πίεση στη Ρωσία, λόγω των προσεκτικών διαχειρίσεων της ρωσικής κυβέρνησης. Σε αυτό το σημείο, αξίζει να αναφερθεί ότι εν έτει 2021, σύμφωνα με την ιστοσελίδα World Population Review, η Ρωσία κατέχει μία από τις τελευταίες θέσεις μεταξύ των μεγάλων οικονομιών όσον αφορά τον λόγο δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ (13.79%).
Επίσης, παρά τον αυξανόμενο όγκο του διμερούς εμπορίου μεταξύ Ρωσίας και Κίνας και τις σημαντικές ευρωπαϊκές οικονομικές κυρώσεις, η ΕΕ παραμένει ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας καθώς το 2020 το συνολικό εμπόριο αγαθών μεταξύ της ΕΕ και της Ρωσίας ανήλθε σε 174,3 δισεκατομμύρια ευρώ – ποσό μεγαλύτερο από τις κινορωσικές εμπορικές συναλλαγές. Τέλος, η ΕΕ συνεχίζει είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής στη Ρωσία, καθώς το 2019 οι ευρωπαϊκές ΑΞΕ στη Ρωσία ανήλθαν σε 311,4 δισ. ευρώ. Επομένως, υπάρχει πολύς δρόμος για να φτάσουν οι εμπορικές συναλλαγές Ρωσίας-Κίνας τα ευρωρωσικά επίπεδα, άρα και τα επίπεδα αλληλεξάρτησης των οικονομιών τους.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Behind China and Russia’s ‘Special Relationship, The Diplomat, διαθέσιμο εδώ
- Russia: leading foreign trade partners by volume 2020, Statista, διαθέσιμο εδώ
- Eurasian Economic Union (EAEU) Definition, Investopedia, διαθέσιμο εδώ
- The West and Russian-Chinese Relations: Stages of Denial, Valdai Club Foundation, διαθέσιμο εδώ
- Russia – Trade, European Commission, διαθέσιμο εδώ
- Russia exports to China – 1996-2019 Data | 2021 Forecast, Trading Economics, διαθέσιμο εδώ
- China exports to Russia – 1992-2020 Data | 2021 Forecast, Trading Economics, διαθέσιμο εδώ