Του Κωνσταντίνου Δήμου,
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Όθωνα (1833-1862), σημειώθηκαν πολλές εξεγέρσεις, μικρές και μεγάλες, με ποικίλα πολιτικοστρατιωτικά κίνητρα, σε όλο το ελληνικό βασίλειο ως αντίδραση στις αυθαίρετες αποφάσεις των Βαυαρών ή στη λάθος κρίση του βασιλιά. Οι ταραχές στη Μάνη και οι εξεγέρσεις στη Μεσσηνία και την Αρκαδία το 1834 δεν αποτελούσαν τίποτα άλλο παρά μόνο την αρχή μιας ευρύτερης σειράς τοπικών εξεγέρσεων που θα κορυφωθεί με τη Συνταγματική Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843.
Μία από τις λιγότερο γνωστές στάσεις υπήρξε η στάση των Χονδρογιανναίων το 1836. Ο γενάρχης της οικογένειας από τα Καλάβρυτα, Γιάννης Χονδρογιάννης, είχε εφτά γιους και μια κόρη. Ήταν παλιός κλέφτης, αγωνιστής και σωματοφύλακας του άρχοντα Ασημάκη Ζαΐμη και -παρά την προχωρημένη ηλικία του- συμμετείχε σε πολλές μάχες ενάντια στους Οθωμανούς κατακτητές, με πιο χαρακτηριστικό περιστατικό την επίθεση μαζί με τους 15 συντρόφους του στη Χελωνοσπηλιά στην επαρχία των Καλαβρύτων ενάντια στον Τούρκο Σεϊδή στις 17 Μαρτίου 1821.
Μάλιστα, ο βασιλιάς Όθωνας σε μια περιοδεία του το 1834 στην ανατολική Ρούμελη είχε συναντηθεί με τους Χονδρογιανναίους στο χωριό Μάζι. Ένας από τους ακόλουθους του βασιλιά, ο Γερμανός αρχαιολόγος και καθηγητής πανεπιστημίου Λουδοβίκος Ρος, κατέγραψε στις αναμνήσεις του το 1848, τη συνάντηση αυτή, καθώς και τον εντυπωσιασμό του Όθωνα από την κορμοστασιά και τη σωματική ρώμη των παλικαριών του Ηλία Χονδρογιάννη, οι οποίοι θα μπορούσαν ως: «άνδρες τοσούτον εκπάγλως ωραίοι όσον και αδάμαστως ανδρείοι, δυνάμενοι υπό αλλοίας περιστάσεις, να διαλάμψωσιν ως ήρωες!».
Ο Ηλίας Χονδρογιάννης κατέφυγε στον Όθωνα, προκειμένου να του ζητήσει να τους αμνηστεύσει από τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει. Ο Όθωνας, αφού συμβουλεύθηκε τους συμβούλους του, του είπε πως δεν μπορεί να τους χορηγήσει ο ίδιος αμνηστία, καθώς αυτό ήταν κυβερνητικό ζήτημα και όχι αρμοδιότητα του βασιλιά. Τους προέτρεψε, ωστόσο, να απευθυνθούν στον Έπαρχο της Λειβαδιάς και ηθελημένα να παραδοθούν. Αργότερα, θα μεριμνούσε, ώστε να δικαστούν με επιείκεια. Ο Χονδρογιάννης απογοητεύτηκε από αυτήν την εξέλιξη, διότι επιθυμούσε αυτός και τα αδέλφια του να πάψουν να ζούνε στην παρανομία και να επιστρέψουν πίσω στη νομιμότητα. Απευθυνόμενοι στον Έπαρχο σχετικά με τους όρους παράδοσης του, αυτός τους έδιωξε με την αιτιολογία ότι ήταν απασχολημένος με τις προετοιμασίες για την άφιξη του Όθωνα!
Όσο, λοιπόν, μαίνονταν εστίες αντιφρονούντων στη Δυτική Ελλάδα που εναντιώνονταν στη βαυαρική εξουσία, εξαιτίας της παραγκώνισης τους από τις τάξεις του ελληνικού τακτικού στρατού και κατέφευγαν στη ληστεία των παρακείμενων περιοχών, προκειμένου να επιβιώσουν εις βάρος των απλών χωρικών, ξέσπασε στην περιοχή μεταξύ Αχαΐας και Ηλίδας μια μικρότερης έκτασης στάση ονόματι «στάση των Χονδρογιανναίων». Συνεχίζοντας την αφήγηση μας από εκεί που την αφήσαμε, αφορμή υπήρξε η εξής: Ο Χονδρογιάννης αποφάσισε να απευθυνθεί μετά στον καλαβρυτινό συνταγματάρχη και στρατιωτικό διοικητή της Ρούμελης Νικόλαο Πετ(ι)μεζά από τα Σουδενά, ο οποίος υποσχέθηκε να τους χορηγήσει αμνηστία. Ωστόσο, οι Χονδρογιανναίοι ήταν καχύποπτοι απέναντι στο πρόσωπο του στρατιωτικού διοικητή, στέλνοντας μόνο ένα μέλος από τα τρία αδέλφια, τον Ανδρούτσο Χονδρογιάννη, διαβόητο ληστή, αλλά επίσης και αγωνιστή με πλούσιο επαναστατικό έργο.
Ο Ανδρούτσος, όμως, φυλακίστηκε τελικά από τον Πετ(ι)μεζά, ενώ η κυβέρνηση αδιαφόρησε πλήρως για την τύχη του στασιαστή, καθώς θεωρούνταν ηγετικό μέλος της στάσης που είχε εκδηλωθεί στην ύπαιθρο της Ηλείας, δίχως να διαφαίνεται η πιθανότητα χορήγησης αμνηστίας. Κατά τον Σκανδάμη, τα άλλα δύο αδέλφια διαμαρτυρήθηκαν έντονα. Συγκρότησαν πολυάριθμη συμμορία και ξεκίνησαν να ληστεύουν και να λεηλατούν την περιοχή μεταξύ Αχαΐας και Ηλείας, ενώ παραδόξως καλούσαν το λαό σε εξέγερση ενάντια στη βασιλική εξουσία, ζητώντας την εκδίωξη των Βαυαρών!
Μάλιστα, το βράδυ της 15ης Ιανουαρίου 1836, η συμμορία των Χονδρογιανναίων επιτέθηκε στο σπίτι του προύχοντα Λέοντα Μεσσηνέζη στη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο), ο οποίος τον καιρό εκείνο φιλοξενούσε τον Πρώσσο πρίγκιπα Hermann von Pückler-Muskau. Τα αδέλφια είχαν σκοπό να απαγάγουν τον επισκέπτη και να τον χρησιμοποιήσουν ως μόχλευση για να πετύχουν την αποφυλάκιση του Ανδρούτσου, που κρατούνταν στο Παλαμήδι. Ωστόσο, το σχέδιο απέτυχε, μιας και ο καλεσμένος είχε αργήσει να έρθει, εξαιτίας της μυστηριώδους εξαφάνισης των δύο σκυλιών του. Το βράδυ της προγραμματισμένης άφιξης του πρίγκιπα και συγγραφέα έγινε η επίθεση των Χονδρογιανναίων στο αρχοντικό. Ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών μεταξύ της συμμορίας και του προσωπικού της οικίας. Οι ληστές εν τέλει κατάφεραν να επικρατήσουν και να εισβάλουν στο σπίτι, αλλά αυτό δεν κράτησε πολύ. Δυνάμεις της χωροφυλακής, μαζί με το Δημήτριο Μελετόπουλο, αγωνιστή του 1821 και συνεργάτη του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, καταφέρνουν τη σύλληψη των αδελφών Χονδρογιανναίων, όπως και κάποιων οπαδών τους, και στέλνονται στις φυλακές του Ναυπλίου.
Λίγο καιρό αργότερα δραπέτευσαν εκ νέου και συνέχισαν τις ληστρικές επιδρομές στα γύρω χωριά της περιοχής, μέχρι και τον Οκτώβριο του 1836, οπότε και συνελήφθησαν ξανά και αυτή τη φορά εκτελέστηκαν στη λαιμητόμο, απαλλάσσοντας οριστικά την Πελοπόννησο από τη μάστιγα των Χονδρογιανναίων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Στασινόπουλος, Χρήστος (1979) Λεξικό της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 (Ν-Ω), Αθήνα: Εκδ. Δεδεμάδη, ειδική έκδοση για την εφημερίδα Το Βήμα
- Σκανδάμη, Α.Σ.,(1961), Η Τριακονταετία της Βασιλείας του Όθωνος: Σελίδες Πολιτικής Ιστορίας και Κριτικής, Τόμος Α΄, Μέρος Α΄, Αθήνα: χωρίς εκδότη
- Συλλογικό έργο (2004) Αδελφότητας Φιλιωτών Καλαβρυτινών «Ο Άγιος Βλάσιος», Αθήνα: Εκδότης Κών. Θέμ. Γιαννακόπουλος. Διαθέσιμο ΕΔΩ
- Χριστόπουλος Μάριος (χωρίς έτος), Οι Μελετόπουλοι της Βοστίτσας. Διαθέσιμο ΕΔΩ
- Χατζόπουλος Γιώργος (2017) Επίσκεψη του Γερμανού πρίγκιπα Πύκλερ στο Ναύπλιο το 1836. Διαθέσιμο ΕΔΩ