Της Μαρίας Κελεπούρη,
Έμεινε γνωστός ως το «παιδί όλης της Ευρώπης», ένα παράξενο αγόρι, κατατρεγμένο από τη μοίρα, εμφανίζεται στους δρόμους της Νυρεμβέργης, έχοντας μαζί του μόνο μία επιστολή, που θα γίνει ο μίτος που θα ξετυλίξει το μυστήριο που τον περιβάλλει ή θα δημιουργήσει έναν μεγαλύτερο μύθο γύρω από το όνομά του. Είναι ο Κάσπαρ Χάουζερ.
Το 1908, ο Γιάκομπ Βάσερμαν επιστρέφει με την πένα του στη Γερμανία του 19ου αιώνα, σε γοτθικά σκηνικά και σε ένα ρομαντικό πνεύμα, για να αφηγηθεί τη ζωή ενός παιδιού, που η πραγματική του ιστορία έμελλε να παραμείνει γρίφος μέχρι και σήμερα. Ο Κάσπαρ Χάουζερ τυπώθηκε τον Μάιο του 2021 για τις εκδόσεις Σοκόλη, σε μετάφραση της Σοφίας Αυγερινού, προσφέροντάς μας την ευκαιρία να γνωρίσουμε μέσα από ένα δείγμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, το άστυ του κατεξοχήν ρομαντικού αιώνα και τα μυστικά του.
Ο Γερμανοεβραίος συγγραφέας, γεννημένος το 1873 σε μια πόλη της Βαυαρίας, υπήρξε πολυγραφότατος, παρόλο που η εδραιωμένη θέση της οικογένειάς του στη μικροαστική τάξη τον οδήγησε αρχικά στον δρόμο του εμπορίου. Όμως, ο απόηχος των παιδικών του χρόνων, που ταυτίστηκαν με τον διαρκή φόβο απέναντι στους Ναζί, λόγω της καταγωγής του, δεν θα μπορούσε να μην αποτυπωθεί στα έργα του, μέσα από τα οποία βρήκε δίοδο, ώστε να στηλιτεύσει την κοινωνική καταπίεση, της οποίας υπήρξε και ο ίδιος θύμα. Πρόκειται, λοιπόν, για μυθιστορήματα, των οποίων η ψυχολογική προσέγγιση των χαρακτήρων, ως επιρροή του Βάσερμαν από τον Ντοστογιέφσκι, αποκαλύπτει τα υποτιθέμενα άνευ δόλου κίνητρα και την προσποιητή ευγένεια της άρχουσας τάξης, που καλυπτόταν πίσω από τα κοινωνικά «πρέπει» και την εμπιστοσύνη στον θεσμό της δικαιοσύνης. Το 1934, έναν χρόνο μετά την απαγόρευση των βιβλίων του από τους Ναζί, ο Βάσερμαν αφήνει την τελευταία του πνοή, έχοντας καθιερωθεί μέσα από τα διαφορετικών ειδών έργα του, μεταξύ των οποίων και η Υπόθεση Μαουρίτσιους και έχοντας γνωρίσει σημαντικές λογοτεχνικές μορφές, όπως ο Τόμας Μαν και ο Άρθουρ Σνίτσλερ.
Το βιβλίο, αποτελούμενο από δύο μέρη, παρακολουθεί τη ζωή του Κάσπαρ Χάουζερ, από την άφιξή του στη Νυρεμβέργη, τις επανειλημμένες αλλαγές περιβάλλοντος ως τη ζωή του στη τελευταία του κατοικία. Το πρώτο μέρος εστιάζει στη περιέργεια του Κάσπαρ, που ως παιδί που διψάει να ανακαλύψει τον κόσμο, απομυθοποιεί τους κοινωνικούς κανόνες και τη σχέση των ανθρώπων με τον Θεό. Η άγνοιά του για τη ζωή εκλαμβάνεται πολλές φορές ως αφέλεια, με αποτέλεσμα ο ίδιος να γίνεται αντικείμενο χλευασμού. Στα μάτια των σύγχρονών του, ο Κάσπαρ φάνταζε ως ένα απόκοσμο πλάσμα, απαλλαγμένο από το βάρος του παρελθόντος και τις ανησυχίες του παρόντος, αλλά προσδοκώντας ένα μέλλον, το όνειρο του οποίου κρατούσε σαν φυλαχτό.
Σε έναν ρομαντικό κόσμο, όπου το αληθινό ταυτίζεται με το ωραίο, στοιχεία που δεν συνέπιπταν στο πρόσωπο του ασυνήθιστου αγοριού, οι καχύποπτοι χαρακτήρες δημιούργησαν γύρω του έναν κλοιό, στοχεύοντας στην πλήρη εποπτεία του, μέσω της οποίας θα μπορούσαν να αποκαλύψουν οι ίδιοι το άλυτο μυστήριο της καταγωγής του. Παραδομένος σε ένα πεπρωμένο, από το οποίο δεν μπορούσε να ξεφύγει, γιατί υπήρξε το θύμα μιας πλεκτάνης, που είχε στηθεί σιγήν ιχθύος, ο Κάσπαρ ήταν εγκλωβισμένος σε μια θέση, που άλλοι επέλεξαν για εκείνον, ενώ σιωπηλά πάσχιζε να ανακαλύψει την πραγματική του ταυτότητα.
Ποια, όμως, ήταν στ’ αλήθεια η καταγωγή αυτού του παιδιού; Παρόλο που στο βιβλίο εμφανίζεται ως το παιδί ενός στρατιωτικού, που επιθυμεί να ακολουθήσει την πορεία του πατέρα του, ένα σημάδι εμβολίου στο σώμα του φανέρωνε, σύμφωνα με ειδικούς, πως καταγόταν από ανώτερη κοινωνική τάξη. Ο Κάσπαρ Χάουζερ δεν είναι μόνο ένας λογοτεχνικός χαρακτήρας, αλλά ένα ιστορικό πρόσωπο, απόγονος του βασιλικού οίκου του Μπάντεν και γιος της Στεφανίας ντε Μπωαρναί, θετής κόρης του Ναπολέοντα, που παραγκωνίστηκε με εγκληματικό τρόπο, με σκοπό να ανέλθουν στον θρόνο αντίζηλοί του. Φήμες θέλουν τη Δούκισσα του Hochberg να αντικαθιστά το νεογέννητο μωρό με ένα ετοιμοθάνατο βρέφος, ώστε να ευνοήσει τους γιους της στην διαδοχή. Έρευνες που πραγματοποιήθηκαν το 2002, συγκρίνοντας το DNA του Κάσπαρ με αυτό των εν ζωή απογόνων της οικογένειας του Μπάντεν, απέδειξαν την σύνδεση των δύο, ανατρέποντας το αρνητικό αποτέλεσμα της πρώτης έρευνας, που είχε διεξαχθεί κάποια χρόνια νωρίτερα.
Η ιστορία του Κάσπαρ παραμένει ακόμα ανεξήγητη, καθώς μια αόρατη δύναμη φρόντιζε να σβήσει όποια φωνή έφτανε κοντά στην αλήθεια. Μέσα σε συνθήκες συναισθηματικού εγκλωβισμού, ο Κάσπαρ έρχεται αντιμέτωπος με την δυσπιστία των «ευεργετών» του, ενώ ο Βάσερμαν επιχειρεί να αποδείξει τις πολιτικές ίντριγκες, που στόχευαν στην άκρατη εξουσία, προσπερνώντας όποιο εμπόδιο εμφανιζόταν στον δρόμο τους. Δεν ήταν μόνο οι δυσκολίες της κοινωνικής ενσωμάτωσης, αλλά το φορτίο που ο Κάσπαρ κουβαλούσε στην ευαίσθητη ψυχή του. Περνώντας τα παιδικά του χρόνια απομονωμένος, η εικόνα του δεν ανταποκρινόταν στην ηλικία του. Είναι η περίπτωση που στην επιστήμη της Ψυχολογίας ονομάζουν ως το σύνδρομο Κάσπαρ Χάουζερ ή ψυχοκοινωνικό νανισμό, όταν, δηλαδή, η συναισθηματική καταπίεση αναστέλλει τόσο τη νοητική ανάπτυξη όσο και αυτή του σώματος ενός παιδιού, λόγω της έλλειψης της μητέρας, της ομιλίας και της αλληλεπίδρασης.
Η ψυχολογική αυτή θεωρία αποδεικνύεται από τις συναισθηματικές μεταπτώσεις του αγοριού, αντικατοπτρίζοντας ακριβώς τη σημασία των συνεπειών του τρόπου διαβίωσής του στην μετέπειτα νοητική και σωματική του ανάπτυξη. Όμως, ο Κάσπαρ Χάουζερ μας δίδαξε και κάτι άλλο. Μας υπενθύμισε την ανάγκη του ανθρώπου να γνωρίζει από που προέρχεται, τι θέλει να πετύχει και πώς θα το καταφέρει.
Ο Βάσερμαν, πλέκοντας τον ρομαντισμό με ρεαλιστικά στοιχεία, στα οποία προσέδιδε μια αίσθηση μυστικισμού, κατάφερε να σκιαγραφήσει όλες τις φιγούρες που περιστρέφονταν γύρω από τον ήρωά του. Η μορφή αυτού του παράξενου παιδιού έχει αποτελέσει έμπνευση για την ποίηση, την πεζογραφία και τον κινηματογράφο, ακριβώς γιατί το μυστήριο που πλανάται γύρω από το όνομά του, πάντα θα προκαλεί ενδιαφέρον. Το αν, λοιπόν, η ιστορία του ήταν αποτέλεσμα συνωμοσίας, το βιβλίο δίνει στον αναγνώστη την ευκαιρία να το ανακαλύψει.